Αυτή τη φορά, η προπαρασκευαστική σύνοδος του PES πριν από τη Σύνοδο Κορυφής δεν θα γίνει το φόντο της ελληνικής κεντροαριστερής σύγκρουσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης βρίσκεται στις Βρυξέλλες για να παρευρεθεί, ως είθισται, στις διεργασίες των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, ωστόσο ο Αλέξης Τσίπρας παρότι έλαβε πρόσκληση για να παρευρεθεί ως παρατηρητής, επέλεξε να μείνει στην Αθήνα λόγω «ανειλημμένων υποχρεώσεων», συνεχίζοντας το σερί σιωπής των τελευταίων ημερών, στις οποίες λαμβάνει τις αποφάσεις για το μέλλον του κόμματός του και τον ρόλο του σε αυτό. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θα είναι η μοναδική ελληνική παρουσία σήμερα στις Βρυξέλλες, πράγμα που συμβαίνει σπάνια καθώς ο Τσίπρας δεν έχανε τέτοιες ευκαιρίες.
Ο θάνατος του ενός,
η ζωή του άλλου
Αυτό δεν σημαίνει πως το κεντροαριστερό καλοκαίρι δεν προμηνύεται ένας αγώνας δρόμου ανάμεσα στα δύο κόμματα, που διεκδικούν παρόμοιο ακροατήριο, ίσως πιο σφοδρά και από πριν. Οι ηγεσίες τους έθεσαν και οι δύο ως χρονικό ορίζοντα επαναφοράς τις επόμενες ευρωεκλογές, τον Μάιο του 2024. Αυτό σημαίνει πως σε λιγότερο από έναν χρόνο, στον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βάλει στόχο την ανασυγκρότησή του, το ΠΑΣΟΚ φιλοδοξεί να έχει αλλάξει τους κεντροαριστερούς συσχετισμούς και αυτοί να αποτυπωθούν στην ευρωπαϊκή εκλογική αναμέτρηση. Με άλλα λόγια, ο θάνατος του ενός είναι η ζωή του άλλου, γιατί η αναδιοργάνωση του προοδευτικού χώρου έχει αυτή τη στιγμή δύο υποψήφιους ηγετικούς πόλους – ο ΣΥΡΙΖΑ ναι μεν έχει κρατήσει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τη θέση του ως κόμμα εξουσίας, ωστόσο η απόσταση από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει πια μειωθεί, με τη Χαριλάου Τρικούπη να εξακολουθεί να παίζει το χαρτί της «βήμα βήμα» αναγέννησης της Δημοκρατικής Παράταξης, αποτιμώντας θετικά το διπλό εκλογικό αποτέλεσμα.
Γιατί το καλοκαίρι προμηνύεται καυτό; Γιατί οι δύο αντίπαλοι εντός της μιας πλευράς του πολιτικού χάρτη έχουν έναν κοινό αντίπαλο μέσα στη Βουλή – και πολύ νωρίς θα κληθούν να βρουν τον τρόπο «θεσμικής συνύπαρξης», ακόμα και για απλές κοινοβουλευτικές λειτουργίες της μειοψηφίας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να καταθέσει μόνος του πρόταση μομφής, η οποία απαιτεί 50 βουλευτές, ενώ τα δύο κόμματα χρειάζονται και ένα ακόμα για την πρόταση σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής. Αυτό αποτελεί ένα νέο modus vivendi, αρχικά για τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έχει συνηθίσει σε τόσο μικρή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ, το οποίο θα έχει μια επιπλέον ευκαιρία να ασκήσει πίεση στον άλλο κεντροαριστερό πόλο, διαχειριζόμενος τη νέα ανάγκη που αναπόφευκτα θα προκύψει εντός Κοινοβουλίου.
Η αυτοδιοικητική κάλπη
Αυτή η αντιθετική συνύπαρξη θα έχει ένα ακόμα κομβικό σημείο: το φθινόπωρο μια νέα εκλογική αναμέτρηση έρχεται, στο αυτοδιοικητικό πεδίο, που θα αναδείξει τη στρατηγική των δύο πλευρών. Από τη μια το ΠΑΣΟΚ, με μεγαλύτερη αυτοδιοικητική επιρροή, αναμένεται να πάρει τις τελικές του αποφάσεις για τη στρατηγική που θα ακολουθήσει εντός Ιουλίου, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένει τον Τσίπρα να ανοίξει και πάλι τα χαρτιά του – αν είναι ενδεικτική των προθέσεων (πράγμα όχι απολύτως ξεκάθαρο σε αυτή τη φάση) η δήλωση του Διονύση Τεμπονέρα, η με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πίεση για συνεργασία σε τοπικό επίπεδο θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.