Η έκρηξη οργής στη Γαλλία με αφορμή την εν ψυχρώ δολοφονία του 17χρονου Ναέλ, αντιμετωπίστηκε ως έκφραση των φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού, του συστημικού ρατσισμού, της έντασης της αστυνομικής καταστολής. Ωστόσο, αυτό που δεν τονίζεται όσο πρέπει είναι ο τρόπος που από την επιλεκτική αστυνομική στοχοποίηση πληθυσμών μεταναστευτικής καταγωγής μέχρι τη διατήρηση σημαντικών ανισοτήτων με βάση την καταγωγή, το κοινό νήμα είναι αυτό μιας αποικιοκρατίας που δεν τελείωσε ποτέ, σε μια χώρα, τη Γαλλία, που δεν έδωσε μόνο σημαντικό μέρος του πολιτικού λεξιλογίου και της εικονογραφίας των σύγχρονων φιλελεύθερων δημοκρατιών, αλλά και του ρεπερτορίου βαναυσότητας της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας.
Συνηθίζουμε να αντιμετωπίζουμε την αποικιοκρατία ως μια «στιγμή» ή «φάση» στην εξέλιξη της νεωτερικότητας που έχει σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί. Μόνο που η αποικιοκρατία δεν ήταν απλώς μια «παρέκκλιση» από έναν «φιλελεύθερο» κανόνα ή μια «επιβίωση» προνεωτερικών μορφών. Ηταν τμήμα του πυρήνα της νεωτερικότητας, καταστατική πλευρά του πώς διαμορφώθηκαν οι νεωτερικές κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές μορφές.
Μιλώντας για νεωτερικότητα, μιλάμε για μια περίοδο που σφραγίστηκε από τη γενοκτονία ιθαγενών πληθυσμών στις Αμερικές και την Ωκεανία, από το ατλαντικό δουλεμπόριο, από τη βίαιη καθυπόταξη περιοχών για την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων τους. Ολα αυτά δεν συνέβησαν «στο περιθώριο» της ανάπτυξης των επιστημών, των συζητήσεων για την υπέρβαση της απολυταρχίας και την κατάργηση των φεουδαλικών προνομίων, της επέκτασης του καπιταλισμού και των αγορών. Ηταν αναπόσπαστα τμήματα της ίδιας ιστορικής δυναμικής. Αλλωστε, ακόμη και η προβολή της ιδέας των «δικαιωμάτων του ανθρώπου», που οδήγησε στη σταδιακή κατάργηση της δουλείας και του δουλεμπορίου, δεν εμπόδισε λίγο μετά να έχουμε το δεύτερο μεγάλο κύμα αποικιοκρατικών πρακτικών, συχνά με ιδιαίτερα βάναυσες πρακτικές, όπως δείχνει π.χ. το παράδειγμα των αποικιοκρατικών εγκλημάτων στο Βελγικό Κονγκό, όταν ο ακρωτηριασμός αντιμετωπιζόταν ως η πιο βολική μορφή «συμμόρφωσης».
Ο σύγχρονος ρατσισμός
Ούτε μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ο σύγχρονος ρατσισμός, που αναδύθηκε, ενίοτε με επιστημονικοφανή μανδύα, στον 19ο αιώνα, διαμορφώνεται στο σημείο όπου συναντιέται το έθνος-κράτος και ο εθνικισμός με την αποικιοκρατία. Ο «άλλος» είναι σε μεγάλο βαθμό το αποικιακό υποκείμενο. Ακόμη και η τρομακτική επιστροφή του αντισημιτισμού, στο ιστορικό τόξο από την υπόθεση Ντρέιφους και τα πογκρόμ στην τσαρική Ρωσία μέχρι το Ολοκαύτωμα, δανείζεται τρόπους ιδεολογικούς και τεχνικές από την αποικιοκρατία. Πριν από τα «εργοστάσια» θανάτου, είχαν ήδη δοκιμαστεί γενοκτονικές πρακτικές.
Και βέβαια δεν μιλάμε για ένα μακρινό παρελθόν. Αρκεί να αναλογιστούμε πόσο πρόσφατη παραμένει η ανεξαρτησία της Αλγερίας ή ότι το τέλος της αποικιακής πολιτικής της Πορτογαλίας έλαβε χώρα στη δεκαετία του 1970. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν ενεργά αιτήματα ανεξαρτησίας σε διάφορες υπερπόντιες κτήσεις της Γαλλίας. Ομως, το κυριότερο είναι ότι σε πείσμα πολιτικών «ενσωμάτωσης», ή ακόμη και «αφομοίωσης», η αποικιοκρατία παραμένει ενεργή ακριβώς σε ένα ολόκληρο φάσμα από πρακτικές αρνητικών διακρίσεων και ένα πλήθος πραγματικών εμποδίων, από τον κοινωνικό στιγματισμό έως την άνιση πρόσβαση στην αγορά εργασίας, που συναντούν οι πληθυσμοί με καταγωγή από τους τόπους που υπήρξαν θύματα της αποικιοκρατίας.
Μίσος για τον «άλλο»
Για να το πούμε διαφορετικά, οι σύγχρονες μορφές ρατσισμού, ακόμη και όταν δηλώνουν ότι αναφέρονται σε «πολιτισμικές» ασυμβατότητες και όχι «βιολογικές», δεν παύουν να αναπαράγουν τους ίδιους τρόπους της αποικιοκρατίας, να διαιωνίζουν ένα μίσος για τον «άλλο», ιδίως τον «σκουρόχρωμο» ή τον «μουσουλμάνο», που έχει πολύ συγκεκριμένη ιστορική προέλευση. Τι άλλο είναι η ισλαμοφοβία από μια προέκταση του τρόπου που λαοί και εθνότητες κρίθηκαν ως επικίνδυνοι στη διεκδίκηση ανεξαρτησίας και αξιοπρέπειας στη διάρκεια των αντι-αποικιακών αγώνων; Από τις επίλεκτες μονάδες βασανιστών αλεξιπτωτιστών στην Αλγερία μέχρι τις σύγχρονες «αντιτρομοκρατικές μονάδες», που πλέον χρησιμοποιούνται και στην αντιμετώπιση «ταραχών», η απόσταση είναι μικρή.
Αυτό δείχνει το διαρκές ευρωπαϊκό όνειδος των αντιμεταναστευτικών και αντιπροσφυγικών πολιτικών απέναντι σε πληθυσμούς που διεκδικούν να έρθουν στην Ευρώπη έχοντας να αντιμετωπίσουν στην πατρίδα τους μια συνθήκη όπου συναντιούνται οι επιπτώσεις της προηγούμενης εκδοχής αποικιοκρατίας (από την τεχνητή χάραξη συνόρων μέχρι τα στρεβλά μοντέλα ανάπτυξης και την ενδημική διαφθορά), μέχρι τις σύγχρονες μορφές της υπερχρέωσης, της λεηλασίας φυσικών πόρων (και της επιβολής της ως μόνης «αναπτυξιακής προοπτικής»), της εξαγόμενης από τον αναπτυγμένο κόσμο κλιματικής καταστροφής και των πολέμων με έντονο το χνάρι της δυτικής εμπλοκής. Αυτό που αντιμετωπίζουν σήμερα οι μετανάστες και οι πρόσφυγες στην Ευρώπη, από τους λόγους που τους κάνουν να φύγουν, μέχρι τους θανάτους στα θαλάσσια σύνορα, δεν είναι τίποτε άλλο από το αποικιακό συμπλήρωμα του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού. Η αναγνώριση αυτής της διάστασης είναι ιδιαίτερα σημαντική εάν θέλουμε να υπάρξει εκείνη η αλληλεγγύη και δημοκρατική διεκδίκηση που θα ανακόψει την επικίνδυνη άνοδο της Ακροδεξιάς.