Οι ανάγκες είναι πιεστικές. Επιχειρηματικοί παράγοντες και οργανισμοί επισημαίνουν εδώ και καιρό ότι χρειάζονται 400.000 νέα εργατικά χέρια τον χρόνο για να καλυφθούν τα κενά που υπάρχουν ήδη σήμερα, πόσο μάλλον αυτά που δημιουργούνται συνεχώς. Η Γερμανία είναι από τις χώρες που έχουν σημαντικό πρόβλημα υπογεννητικότητας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της οικονομίας σε εργατικό δυναμικό. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καλυφθούν με τη μαζική μετανάστευση. Αυτή διευκολύνει ο νέος νόμος προσέλκυσης ειδικευμένου εργατικού δυναμικού που πέρασε στην Ομοσπονδιακή Βουλή η τρικομματική κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων αντιγράφοντας στοιχεία του μεταναστευτικού μοντέλου του Καναδά.
Ωστόσο, τα μέτρα δεν επαρκούν, εκτιμά η κορυφαία οικονομολόγος, Μόνικα Σνίτσερ – επικεφαλής της ομάδας του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης, των λεγόμενων «πέντε σοφών». Η Γερμανία χρειάζεται πολύ περισσότερους μετανάστες, για να μπορέσει να κρατήσει το σημερινό επίπεδο των εργαζομένων. Ο νέος νόμος για τους ειδικευμένους εργάτες «κινείται ήδη προς τη σωστή κατεύθυνση», αλλά η πρόοδος που σημειώνεται στον τομέα αυτόν είναι κατώτερη των δυνατοτήτων και των αναγκών της χώρας, σημειώνει η Σνίτσελ σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ». «Η Γερμανία χρειάζεται 1,5 εκατομμύριο μετανάστες ετησίως, εάν αφαιρεθούν οι 400.000 που φεύγουν από τη Γερμανία κάθε χρόνο», τονίζει η οικονομολόγος.
Ο νόμος για τη μετανάστευση ειδικευμένου προσωπικού που ψηφίστηκε πρόσφατα από την Ομοσπονδιακή Βουλή είναι μόνο ένα πρώτο βήμα, πρέπει να ακολουθήσουν και άλλα. «Χρειάζονται, για παράδειγμα, γραφεία μετανάστευσης που δεν αποθαρρύνουν τους μετανάστες, αλλά θα προσφέρουν υπηρεσίες». Ταυτόχρονα η Γερμανία χρειάζεται και ριζική αλλαγή νοοτροπίας. «Χρειάζεται επειγόντως μια κουλτούρα καλωσορίσματος», προσθέτει η Σνίτσερ, παραπέμποντας στη μεγάλη επένδυση της Intel στην ανατολική Γερμανία για την κατασκευή μικροτσίπ. «Οταν η Intel κατασκευάσει στο Μαγδεμβούργο μονάδα παραγωγής και θέλει να φέρει και ξένους απασχολούμενους, αυτοί πρέπει να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι», λέει η Σνίτσερ.
«Να μιλούν οι γερμανοί υπάλληλοι αγγλικά»
Σημαντικό είναι το εμπόδιο της γλώσσας. «Δεν πρέπει να απαιτούμε από ξένους ειδικευμένους εργαζόμενους να μιλούν γερμανικά για κάθε θέση εργασίας. Αντίθετα, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι οι γερμανοί υπάλληλοι στα γραφεία μετανάστευσης μιλούν αγγλικά», λέει χαρακτηριστικά η Σνίτσερ.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Προσφύγων, οι γνώσεις γερμανικής γλώσσας στο επίπεδο C1 (προχωρημένο γλωσσικό επίπεδο) απαιτούνται σε πολλά ομόσπονδα κρατίδια για ορισμένα επαγγέλματα, όπως η φροντίδα των παιδιών. Το συγκυβερνών κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) ζητά μεγαλύτερη ευελιξία για την ενσωμάτωση προσωπικού που δεν έχει ακόμη το απαραίτητο επίπεδο γερμανικής γλώσσας, αλλά χρειάζεται το σύστημα.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα η έλλειψη ειδικευμένου δυναμικού, η Γερμανία πρέπει επίσης να επενδύσει περισσότερο στην εκπαίδευση των παιδιών. «Είναι δείγμα φτώχειας, ένας στους τέσσερις μαθητές της Δ’ Δημοτικού να μην μπορεί να διαβάσει σωστά», σημειώνει. Επιπλέον, «οι εταιρείες πρέπει να φροντίσουν να είναι ευχαριστημένοι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι, ώστε να μη συνταξιοδοτούνται πρόωρα». Η Γερμανία δεν φρόντισε τα τελευταία χρόνια να επενδύσει στις υποδομές, «έμεινε πολύ πίσω στην ψηφιοποίηση και ξεκίνησε πολύ αργά με τις επενδύσεις για την προστασία του κλίματος».
Η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού δεν είναι πρόβλημα μόνον της Γερμανίας. «Εξίσου σημαντικές είναι οι ελλείψεις που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ και η Γαλλία. Το ίδιο ισχύει για τα ελλείμματα στην ενεργειακή ασφάλεια: Στη Γαλλία διακόπηκε η λειτουργία σε μία σειρά από πυρηνικά εργοστάσια την περασμένη χρονιά», λέει η Σνίτσετ.