Η αριστεία είναι μια πολύπαθη λέξη. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, ας πούμε, αποτελεί ρετσινιά. Ορισμένα στελέχη του κόμματος αυτού ήθελαν επίσης την κατάργηση των πρότυπων και πειραματικών σχολείων. Για τέτοια σοβαρά θέματα όμως δεν πρέπει να γίνονται επιφανειακές και απλουστευτικές προσεγγίσεις, αλλά μια σφαιρική συζήτηση με στόχο μια όσο το δυνατόν καλύτερη παιδεία.
Στις προχθεσινές προγραμματικές δηλώσεις του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε ότι το σχολείο αλλάζει δραστικά, όπως αλλάζει και ο τρόπος μάθησης. Επικαλέστηκε μια αποστροφή του νέου υπουργού Παιδείας, σύμφωνα με τον οποίο «οι μαθητές σήμερα πρέπει να είναι λιγότερο σκληροί δίσκοι και περισσότερο επεξεργαστές» – να δίνουν δηλαδή λιγότερη έμφαση στην αποστήθιση και περισσότερη στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Και προανήγγειλε τόσο τη βελτίωση της δημόσιας παιδείας (στο πλαίσιο της οποίας θα αυξηθούν και τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία σε 180 μέχρι το 2027), όσο και την αναγνώριση ξένων πανεπιστημίων που θα ήθελαν να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Σε μια εποχή όπου αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να βρούμε τρόπους συνύπαρξης με την Τεχνητή Νοημοσύνη, δεν έχουν νόημα οι διαμάχες για θέματα που στο εξωτερικό έχουν λυθεί. Η Πανεπιστημιακή Αστυνομία, για παράδειγμα, πρέπει να λειτουργεί ώστε να αποτρέπονται θλιβερές πράξεις που όλοι θυμόμαστε, δεν μπορεί όμως και να μετατρέπεται σε μείζον θέμα κομματικής αντιπαράθεσης. Η ελάχιστη βάση εισαγωγής πρέπει να υπάρχει, ώστε να μην παρατηρείται το φαινόμενο εισόδου στο Πανεπιστήμιο με εξαιρετικά χαμηλούς βαθμούς, δεν πρέπει όμως και να θεοποιείται, αφού οι υποψήφιοι που την πλησιάζουν πρέπει να έχουν και μια δεύτερη ευκαιρία. Τα δημόσια πανεπιστήμια πρέπει να βελτιωθούν, ώστε να ανταποκρίνονται σε μια ταχύτατα εξελισσόμενη αγορά εργασίας, την ίδια στιγμή όμως πρέπει να τερματιστεί και το κρατικό μονοπώλιο στην ανώτατη εκπαίδευση.
Η Ελλάδα είναι υπερήφανη για τον «πρώτο των πρώτων», τον Φίλιππο Φούφα, που εξηγεί σήμερα στα «ΝΕΑ» το μυστικό της επιτυχίας του στις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις. Γνωρίζει όμως επίσης ότι δίπλα στην αναγκαία αξιοκρατία πρέπει να υπάρχει και μια ηθική της σεμνότητας, της αλληλεγγύης και του κοινού καλού. Ετσι ώστε κι αυτοί που αποτυγχάνουν να μην αισθάνονται απόκληροι.