Στις 2 Αυγούστου του 2021 το μετεωρολογικό δίκτυο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών κατέγραφε ένα πανευρωπαϊκό ρεκόρ: η μέγιστη θερμοκρασία στη Μακρακώμη Φθιώτιδας έφτανε τους… 46,3 βαθμούς Κελσίου και κατατασσόταν στις πέντε υψηλότερες τιμές που έχουν σημειωθεί ποτέ στην Ευρώπη.
Την ίδια μέρα, ο υδράργυρος στη Λάρισα σκαρφάλωνε στους 44,9 βαθμούς Κελσίου, ενώ στη Σπάρτη το θερμόμετρο έδειχνε 44,7 βαθμούς.
Παρότι ακραίες, οι τιμές δεν προκάλεσαν έκπληξη στους μετεωρολόγους: είχαν καταγραφεί σε κάποιες από τις περιοχές που, παρότι βρίσκονται στην Ελλάδα, τους καλοκαιρινούς μήνες θυμίζουν κάτι από… Αφρική.
Ο Κάμπος της Θεσσαλίας, η Νότια Κρήτη, η Ανατολική Ρόδος, η Φθιώτιδα, η Αργολίδα, η Λακωνία και η Αιτωλοακαρνανία αποτελούν, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συλλέξει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, τις περιοχές με τις υψηλότερες μέσες μέγιστες θερμοκρασίες κατά τη θερινή περίοδο στην Ελλάδα, ενώ κάποιες μέρες του καλοκαιριού μετατρέπονται σε Σαχάρα, καθώς καταγράφουν θερμοκρασίες – ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα.
Οπως προκύπτει από τους μετεωρολογικούς σταθμούς της μονάδας ΜΕΤΕΟ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, τα σκήπτρα της πιο ζεστής ελληνικής πόλης κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού κατέχει η Σπάρτη, με μέση μέγιστη θερμοκρασία τον Ιούλιο να είναι ίση με 35,8 βαθμούς Κελσίου και με 36 βαθμούς Κελσίου τον Αύγουστο. Οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί, αρκεί κάποιος να σκεφτεί ότι πρόκειται για θερμοκρασίες μεγαλύτερες κατά σχεδόν 9 βαθμούς Κελσίου από τη θερμοκρασία που έχουν την ίδια εποχή τα νησιά των Κυκλάδων. Στη Σπάρτη έχει, επίσης, καταγραφεί μία από τις υψηλότερες θερμοκρασίες που έχει βιώσει ποτέ η χώρα: 45,7 βαθμοί Κελσίου τον Αύγουστο του 2021.
Η δεύτερη υψηλότερη μέση μέγιστη τιμή κατά τους καλοκαιρινούς μήνες καταγράφεται στη Γαβαλού Αιτωλοακαρνανίας: 35,6 βαθμοί Κελσίου τον Ιούλιο και 36 βαθμοί τον Αύγουστο. Ακολουθεί η Λίνδος της Ρόδου με 35,2 και 35,3 βαθμούς Κελσίου αντίστοιχα.
Μακρακώμη και
Αρφαρά Μεσσηνίας
Η υψηλότερη απόλυτη θερμοκρασία που έχει καταγράψει στην Ελλάδα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών είναι αυτή της Μακρακώμης. Ακολουθεί η Αρφαρά Μεσσηνίας, στην οποία ο μετεωρολογικός σταθμός του Αστεροσκοπείου κατέγραψε 46,1 βαθμούς Κελσίου στις 3 Αυγούστου του 2021.
Την ίδια μέρα, στη Στυλίδα ο υδράργυρος ανέβηκε στους 45,9 βαθμούς Κελσίου, θερμοκρασία ίδια με αυτήν που είχε σημειωθεί τον Ιούλιο του 2017 και στις Μοίρες Ηρακλείου. Στην πέμπτη θέση της λίστας με τις υψηλότερες απόλυτες τιμές βρίσκεται το Κρανίδι Αργολίδας με 45,8 βαθμούς Κελσίου. Οι περιοχές αυτές μετατρέπονται σε καμίνι κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
«Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μεγάλες διαφοροποιήσεις θερμοκρασίας. Σκεφτείτε ότι το 2017 κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας “Αριάδνη” στη Φλώρινα κατεγράφησαν -18 βαθμοί Κελσίου, ενώ τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς στη Λάρισα η θερμοκρασία έφτασε τους 45,5 βαθμούς», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Λαγουβάρδος, μετεωρολόγος και διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών / meteo.gr.
«Οι υψηλότερες τιμές εντοπίζονται σε ηπειρωτικές περιοχές, μακριά από τη θάλασσα ή σε κάποιες περιοχές που μπορεί να βρίσκονται κοντά στη θάλασσα, όμως οι υψηλές θερμοκρασίες ευνοούνται εκεί από καταβάτες ανέμους. Οι καταβάτες είναι άνεμοι οι οποίοι διέρχονται από το βουνό και όπως κατεβαίνουν, ζεσταίνονται προκαλώντας αύξηση της θερμοκρασίας. Αυτό το φαινόμενο το βλέπουμε συχνά στη Λίνδο, καθώς όταν φυσά μελτέμι στην Ανατολική Ρόδο αναπτύσσονται καταβάτες άνεμοι και έχουμε διαφορά θερμοκρασίας ακόμη και 10 βαθμών Κελσίου μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ρόδου. Το ίδιο συμβαίνει στη Νότια Κρήτη αλλά και στη Δυτική Ελλάδα, όπου παρατηρείται μια εμμονή των υψηλών θερμοκρασιών», προσθέτει.
Το 1977 48 βαθμοί Κελσίου στην Αττική
Ως προς τις ακραίες θερμοκρασίες, αξίζει να αναφερθεί ότι τον Ιούλιο του 1977 στην Ελλάδα είχε καταγραφεί το ρεκόρ της υψηλότερης θερμοκρασίας σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ευρώπη – 48 βαθμοί Κελσίου στην Αττική -, ρεκόρ που όμως «αμφισβητείται» καθώς τη μέρα εκείνη στην Αττική είχαν ξεσπάσει δύο μεγάλες πυρκαγιές, οι οποίες συνέβαλαν καθοριστικά στην αύξηση της θερμοκρασίας.
Δέκα χρόνια αργότερα, η χώρα έζησε τον πιο πολύνεκρο καύσωνα στην ιστορία της. Αυτό το πολύ θερμό επεισόδιο διήρκεσε από τις 17 ως τις 28 Ιουλίου, προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον 1.300 ανθρώπων, ενώ εξαιτίας του στην Αθήνα επικρατούσαν επί οκτώ ημέρες μέγιστες θερμοκρασίες από 41 έως 44 βαθμούς Κελσίου.
«Νεκρή πόλη η Αθήνα και σήμερα. Και όσοι κάτοικοι επιζήσουν μπορούν να ελπίζουν ότι από αύριο το απόγευμα θα υποχωρήσει ο καύσων – ο φονικότερος των τελευταίων ετών στην Ελλάδα, καθώς φαίνεται», έγραφε τις ημέρες εκείνες «ΤΟ ΒΗΜΑ», ενώ η συνέχεια των ρεπορτάζ ήταν ανατριχιαστική: «Εκατοντάδες οι νεκροί, χιλιάδες οι “έγκλειστοι” στα σπίτια τους και εκατοντάδες χιλιάδες οι ταλαιπωρούμενοι κάτοικοι σε μια πόλη όπου ο βίος αποδεικνύεται πλέον αβίωτος. (…) Τεράστιο πρόβλημα, που, όπως φαίνεται, θα διογκωθεί τις ερχόμενες μέρες, έχει δημιουργήσει ο μεγάλος αριθμός των νεκρών στα νοσοκομεία, αφού οι νεκροθάλαμοι ήδη από χτες το μεσημέρι είχαν γεμίσει, ενώ παρόμοιο πρόβλημα υπάρχει και στα νεκροτομεία…».
Με ρεκόρ ή όχι, οι υψηλές θερμοκρασίες προκαλούν δυσφορία σε Ελληνες και τουρίστες, τόσο που ο συντάκτης ταξιδιωτικού αφιερώματος στο «Travel+Leisure» έγραφε σε άρθρο του πριν από λίγες μέρες: «Μακάρι η Ακρόπολη να είχε κλιματισμό!».