Ομνύουν πολλοί στο όνομα της ελληνικής σχολής του μπάσκετ. Πως πρέπει να δίνουμε έμφαση στην άμυνα και οι ομάδες να κατεβαίνουν στο παρκέ με βάση τα «πατροπαράδοτα εγχώρια όπλα», δηλαδή πάθος, σκληράδα και «δαγκάνες» στα επιθετικά ατού του αντιπάλου. Αλήθεια; Αυτή είναι η προσέγγιση που γίνεται μετά το χάλκινο μετάλλιο της εθνικής Νέων Ανδρών; Θα έλεγε κάποιος πως χρειάζεται μια ψύχραιμη ματιά μετά τη συντριβή από τη Γαλλία στον ημιτελικό, τους μόλις 56 πόντους στον τελικό προτού πάει το ματς στην παράταση αλλά και το άθλιο ποσοστό 3/18 στα τρίποντα. Οχι, ασφαλώς και δεν ευθύνονται τα παιδιά. Αλλά για να μην τρελαθούμε, δεν ισχύει εδώ η ρήση «αυτή η στάνη αυτό το τυρί βγάζει». Εμείς αρμενίζουμε στραβά. Και τα λάθη αρχίζουν από την παιδική ηλικία και την τάση των προπονητών να μη διδάξουν τα επιθετικά συστήματα στα όποια ταλέντα, να μην ποντάρουν στην έφεση για δημιουργία και εντέλει να αγνοήσουν την ανάγκη να δημιουργήσουμε έναν σουτέρ. Πόσα και πόσα χρόνια ισχύει το «τρίποντο αγνοείται» για τις εθνικές ομάδες, μικρές ή μεγάλες; Μάλλον δεκαετίες. Οι κόουτς εκτιμούν πως προσφέρουν υπηρεσία όχι μαθαίνοντας τα παιδιά όσα ανήκουν στα «βασικά του μπάσκετ» αλλά πιέζοντάς τα να δώσουν τα πάντα στην άμυνα. Είναι το εύκολο. Ξεκάθαρα. Οσοι μάλιστα λειτουργούν με τη λογική των αυλοκόλακων της Ομοσπονδίας, πανηγυρίζουν αντί να δουν τι κάνουν οι Σέρβοι ή οι Γάλλοι που έχουν πιτσιρικάδες με ικανοποιητικό σουτ και κορμιά αθλητικά και δεν… γεννούν παίκτες-ρομπότ. Στις μικρές ηλικιακά ομάδες, το ζητούμενο σχετίζεται κυρίως με την εξέλιξη του ταλέντου.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ