Φυσικός, μουσικός, συγγραφέας και τόσες άλλες ιδιότητες που όλες μαζί συνθέτουν την ξεχωριστή προσωπικότητά του, την οποία άρχισε να διαμορφώνει από τη στιγμή που όπως λέει έπιασε τη λύρα στα χέρια του.
Πολλές φορές, σας έχω ακούσει να μετατοπίζετε την ευθύνη της καλλιτεχνικής δημιουργίας και στους ακροατές. Με ποιον τρόπο πιστεύετε ότι ευθύνονται;
Η μουσική και η τέχνη είναι μια διαλεκτική συνθήκη. Ως εκ τούτου θα ήταν ηλίθιο να πει κανείς ότι η μουσική παράγεται από τους μουσικούς. Τουναντίον η μουσική είναι η διάδραση του δημιουργού με τον ακροατή. Η καλλιτεχνική συνθήκη αφορά όλο το ευρύ φάσμα της κοινωνικοπολιτικής ζωής. Η μουσική έχει γίνει καταναλωτικό προϊόν. Καταναλώνονται εκδηλώσεις, γεγονότα. Υπόκεινται στη νομοτέλεια της αγοράς αφού έχουμε τη βιομηχανία του θεάματος. Οπότε όχι μόνο είναι επιβεβλημένο το είδος μουσικής που θα ακούσει ο φοβισμένος υπάκουος καταναλωτής από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τα οποία είναι, μαζί με τη διασκέδαση, οι δύο μεγάλοι πραίτορες της εξουσίας. Οχι μόνο επιβάλλεται η αισθητική, αλλά οι άνθρωποι γαλουχούνται ώστε να γίνονται «νεροχύτες».
Αισθάνεστε ως δραστήριος καλλιτέχνης ότι ενδίδετε σε αυτούς τους κανόνες που περιγράψατε;
Με τους Χαΐνηδες 35 χρόνια τώρα δεν έχουμε καμία συναλλαγή με καμία εξουσία. Ποτέ δεν κολάκεψα το κοινό. Μάλιστα προσφάτως επιτέθηκα στην Αριστερά, Δεξιά, στους αναρχικούς, στους ακροατές και στους καλλιτέχνες τους ίδιους. Είμαι επαγγελματίας πολεμιστής οπότε η δουλειά μου είναι να επιτίθεμαι στον απέναντί μου – αν θέλω το καλό του. Πολλές φορές έχω κινδυνέψει να με λιντσάρουν χιλιάδες άτομα επειδή είπα την αλήθεια μου.
Μια πρόσφατη περίπτωση;
Στο αντιρατσιστικό Φεστιβάλ πριν από μερικά χρόνια. Φωνάζανε συνθήματα «λευτεριά σ’ όσους είναι στα κελιά» και απάντησα να βγάλουν και τους φασίστες έξω. Διαφορετικά θα πρέπει να λένε «λευτεριά σ’ όσους δικούς μας είναι στα κελιά». Η έννοια της φυλακής είναι αποκύημα των ευρωπαίων φεουδαρχών του 12ου αιώνα και δεν τιμά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια η ύπαρξή της. Η δικαιοσύνη είναι ένα φίδι που δαγκώνει τους ξυπόλητους. Αφού θέλουν να αυτοδιοργανωθεί η αγορά, ας αυτοδιοργανωθεί και η κοινωνία. Να βλέπουν τον παιδεραστή απέναντί τους διότι μαζί τον γεννήσαμε – όπως και τον φονιά και τον κλέφτη και τον φασίστα.
Πώς διαμορφώσατε αυτή την αιρετική θέση;
Θα σου πω την απαρχή: Ο πατέρας μου και η μάνα μου κλέφτηκαν και δεν τους έδωσαν περιουσία. Ηταν ακτήμονες. Η μάνα μου έχασε δύο παιδιά πριν έρθω στον κόσμο. Οπότε όταν γεννήθηκα φοβόταν πολύ για μένα. Οι γονείς μου με είχαν βάλει στην αυλή σ’ ένα ξύλινο πάρκο και δεν περπατούσα. Για να περπατήσω έσπασα κάποια στιγμή με το κεφάλι το πάρκο, έφυγα και με πιάσανε στην πλατεία. Από τότε την ίδια «δουλειά» κάνω.
Αυτή η υπερπροστατευτικότητα πώς σας επηρέασε;
Με καθόρισε. Ο τρόπος που μεγάλωσα μου δημιούργησε την επιθυμία της ελευθερίας. Η Κρήτη γενικά είναι μια μάνα που αν μείνεις στην αγκαλιά της σε σφίγγει μέχρι θανάτου. Αν φύγεις μακριά της έχεις τον καημό του αποχωρισμού.
Αγαπήσατε τα γράμματα αλλά και τη μουσική. Πώς γεννήθηκε αυτή η επιθυμία σε ένα παιδί που μεγαλώνει σ’ ένα χωριό της Κρήτης;
Ηταν πρόβλημα γιατί δεν είχαμε ούτε βιβλία ούτε λυράρη στο χωριό. Επίσης δεν είχα κάποιο κασετόφωνο για ν’ ακούσω μουσική. Δεν είχα απολύτως τίποτα. Πάω πάντα εκεί που με καλεί η ιερή ανάγκη. Οταν ακούω το ιερό μοσχάρι της καρδιάς μου να μουγκρίζει στη θέα κάποιου πράγματος πάω προς τα εκεί, χωρίς να σκέφτομαι το κόστος.
Πώς μάθατε λύρα;
Περίμενα να γίνει ένα πανηγύρι ή ένας γάμος στο χωριό, στην Πολυθέα Ηρακλείου, καθόμουν απέναντι από τον λυράρη, τον παρατηρούσα και τα μάτια μου γίνονταν σαν τα πιατάκια του καφέ. Μετά πήγαινα στο σπίτι για να αναπαραγάγω αυτά που άκουγα. Δεν τα κατάφερνα, απογοητευόμουν, έκλαιγα. Κάπως έτσι έμαθα, με το αφτί.
Την αγάπη για τα γράμματα πού τη χρωστάτε;
Το πρώτο μου βιβλίο, μου το έδωσε ένας φορτηγατζής και ήταν «Οι άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ. Τότε έθεσα ένα δίλημμα στον εαυτό μου: «ή τα βιβλία έχουν δίκιο ή η κοινωνία». Τότε αποφάσισα ότι τα βιβλία έχουν δίκιο και είπα «κομμένη με την κοινωνία».
Είναι σχεδόν ουτοπικό να αποκοπείτε από την κοινωνία αφού τη χρειάζεστε και στην επιστήμη σας και στην τέχνη σας.
Είναι δύσκολο το ξέρω. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να εμπνέεις τον κάθε περαστικό στη μικροστιγμή. Δηλαδή να του δώσεις μια νότα προβλεψιμότητας. Να μπλεχτούν οι κλωστές της καρδιάς μας. Αυτή είναι η ζωή μου, περιπλανώμενος πολεμιστής. Δεν μπορώ να ζήσω μέσα στην κοινωνία. Ζω όμως σε κοινότητες. Οι Χαΐνηδες για παράδειγμα είναι κοινότητα για περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Επίσης κοινότητα είμαστε και με τα παιδιά που ασκούμαστε μαζί στο Tai Chi στον λόφο του Φιλοπάππου. Μια κοινότητα αλληλεγγύης. Μπορεί να μη ζω στην κοινωνία αλλά ενίοτε ζω με ιερές κοινότητες – διευρυμένες παρέες – που για μένα είναι η μεγαλύτερη πολιτική πράξη. Η κοινωνία έχει παραγωγή, η κοινότητα δημιουργία. Η κοινωνία έχει ομοιομορφία, η κοινότητα έχει διαφορετικότητα. Η κοινωνία έχει μαζικότητα, η κοινότητα έχει διακρισιμότητα.
Συνδιαλέγεστε όμως με την κοινωνία μέσω των ακροατών που ακούν τη μουσική σας, αλλά και μέσω της επιστήμης σας, της φυσικής.
Είμαι και πολεμιστής. Τρία πλάσμα είναι άξια σεβασμού έλεγε ο Μποντλέρ: ο ιερέας, ο ποιητής και ο πολεμιστής. Δηλαδή να γνωρίζεις, να δημιουργείς και να σκοτώνεις.
Συνάδει με τη φιλοσοφία του Tai Chi στην οποία έχετε μυηθεί;
Η «ειδικότητά» μου είναι να «σκοτώνω» εμένα. Αν δεν σκοτώσεις τον εαυτό σου θα γεράσεις αμέσως. Στο σύμπαν δεν υπάρχει ούτε ένα μόριο σταθερό. Ολα αλλάζουν. Η ασφάλεια είναι ο θάνατος του υποκειμένου. Ακόμη και η τέχνη είναι πράξη καταστροφής και όχι δημιουργίας. Καταστρέφεις τον παλιό κόσμο για να γεννηθεί ο καινούργιος. Αρα το να σκοτώνεις είναι το πιο απαραίτητο απ’ όλα.
Πότε αισθανθήκατε την επιθυμία να σκοτώσετε τον εαυτό σας;
Χαίρομαι που με ρωτάς. Θα σου πω μια μαντινάδα που μου είχε πει η μάνα μου: «Αν είναι η μέρα όμορφη / την κάνει το σκοτίδι/ και αν έχει αξία η ζωή / ο θάνατος τη δίνει». Από παιδί, τότε που άρχιζα να παίζω λύρα, αισθανόμουν ότι δημιουργώ το μονοπάτι που θέλω να βαδίσω. Σπάνια υπηρέτησα τις δομές του συστήματος και ποτέ δεν μπήκα μέσα – ακόμη και αν πέρασα απ’ αυτές. Ο,τι έκανα πάντα το έκανα με τον δικό μου τρόπο. Για παράδειγμα, στο πανεπιστήμιο οι καθηγητές μού είχαν δώσει γραφείο από το δεύτερο έτος. Δεν παρακολουθούσα μαθήματα, διάβαζα μόνος μου και κατάφερα να ολοκληρώσω τις σπουδές μου νωρίτερα – και το πτυχίο και το master. Την ελευθερία μου την κέρδιζα. Η φύση σού δίνει ό,τι θες, αρκεί να το θες πολύ.
Το πιο πολύτιμο πράγμα που σας έχει δώσει η φύση;
Τον τρόπο να συνδέομαι.
Πού είστε περισσότερο ευτυχισμένος;
Θεωρώ την ευτυχία σπορ των ηλιθίων. Για μένα σημαντικό είναι η αρμονία. Μου δημιουργήθηκε αρκετές φορές η επιθυμία να παρατήσω τα πάντα. Εχω κάψει πολλές φορές το καλύβι μου. Εχω κάνει άπειρες εργασίες: σε φαρμακείο, λυράρης σε πανηγύρια, τον συγγραφέα κάνω, τον ηθοποιό, τον στιχουργό, τον μουσικό.
Πού νιώθετε πιο πλήρης;
Ο σκοπός μου είναι να συνδέομαι με το απρόβλεπτο που μου φέρνει η ζωή. Πάντα περνούσα δύσκολα και μαγικά. Δεν είχα ευκολίες στη ζωή μου αλλά και δεν απομαγεύτηκε. Δεν ξέρω πώς και γιατί. Πάντα φτάνω στο χείλος του γκρεμού και πάντα έρχεται ένας από μηχανής θεός και με σώζει. Με σώζει και το τερατώδες ένστικτό μου. Εν μέσω καραντίνας που έχασα πολλούς φίλους – ένας από αυτούς ήταν και ο Περικλής Κοροβέσης – και που όλα ήταν δύσκολα έφτιαξα την ομάδα των πολεμιστών με τους οποίους εξασκούμαστε στο Tai Chi.
Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή την πολεμική τέχνη;
Παλαιότερα μάθαινα από τα βιβλία, με το μυαλό, με τη μουσική, από την καρδιά. Τώρα μαθαίνω από τη μάνα γη. Το Tai Chi με έσωσε, μου έδωσε πατρίδα. Για μένα πατρίδα δεν είναι ο χώρος, αλλά ο χωροχρόνος.