Στην πολιτική υπάρχουν δεσμεύσεις που υλοποιούνται. Αλλες που μισοπετυχαίνουν και άλλες που αποτυγχάνουν παταγωδώς. Στην τελευταία κατηγορία ανήκει η υπόσχεση του Φρίντριχ Μερτς ότι, αν εκλεγεί πρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), θα μειώσει στο μισό τα ποσοστά του ακροδεξιού, εθνολαϊκιστικού μορφώματος στα δεξιά της Χριστιανοδημοκρατίας, «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Το υπενθύμισε στον Μερτς δημοσιογράφος σε συνέντευξη Τύπου στα μέσα της εβδομάδας, για να πάρει την απάντηση: «Οταν το είπα το κόμμα μου ήταν στην κυβέρνηση, και πράγματι, δεν τα καταφέραμε». Ο Μερτς εννοούσε την προηγούμενη κυβέρνηση της Μέρκελ και τις εκλογές του 2021 που το AfD πήρε 10,3%.
Ο Φρίντριχ Μερτς είναι στο μεταξύ πρόεδρος του CDU και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Μπούντεσταγκ. Χωρίς τον καταναγκασμό των κυβερνητικών συμβιβασμών, οι συνθήκες θα ήταν ιδανικές για την παλιά υπόσχεσή του να μειώσει στο μισό τη δύναμη του AfD. Ωστόσο, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν στο ακροδεξιό κόμμα διπλάσια νούμερα από το ποσοστό του στις εκλογές του 2021, το AfD αγγίζει σήμερα το 20%. Ο Φρίντριχ Μερτς όχι μόνον δεν μπορεί να μειώσει τα ποσοστά του ακροδεξιού ανταγωνιστή του, αλλά είναι το AfD που εισπράττει τη φθορά της κεντροαριστερής κυβέρνησης του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου, Ολαφ Σολτς, εξαιτίας των συνεχών τριβών μεταξύ Πράσινων και κεντρώων Φιλελεύθερων (FDP).
Σε περιόδους κρίσης
Η δημοσκοπική εκτίναξη του AfD συνδέεται ευθέως με την εικόνα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και παρατηρείται επανειλημμένα σε περιόδους κρίσης. Ανέβηκε πέντε μονάδες πριν τον χειμώνα του 2022, όταν σταμάτησε να ρέει το ρωσικό φυσικό αέριο εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, και η Γερμανία συζητούσε για δελτίο στο φυσικό αέριο και προετοίμαζε ακόμα και μουσεία ως χώρους προστασίας των πολιτών από το χειμωνιάτικο κρύο.
Τίποτα από αυτά δεν συνέβη, γιατί ήρθαν τα πακέτα στήριξης της κυβέρνησης Σολτς. Αλλά «φαίνεται καθαρά ότι το AfD ανεβαίνει σε περιόδους που μπορεί να εκμεταλλευτεί τις αβεβαιότητες και τους φόβους των πολιτών», εξηγεί στους ξένους ανταποκριτές στη Γερμανία η Γιούλια Ρόισενμπαχ, πολιτειολόγος στο Otto-Suhr-Institut στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο (FU) του Βερολίνου. Αυτό συνέβη και τον περασμένο χειμώνα όταν ακολούθησε η αναστάτωση με τον νόμο για τα συστήματα θέρμανσης κτιρίων, οι ενδοκυβερνητικές κόντρες, ένα θολό τοπίο αντιπαράθεσης σε ένα θέμα που αγγίζει την τσέπη των πολιτών. Η κόντρα αυτή συνεχίζεται ακόμα σήμερα, ενώ προστέθηκε στην πολιτική αντιπαράθεση και το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό. Είναι θέμα προνομιακής πολιτικής εκμετάλλευσης από την Ακροδεξιά και αποτυπώνεται με νέα εκτίναξη των ποσοστών της. Είναι ενδεικτικό ότι τα ποσοστά του AfD ανεβαίνουν, χωρίς να κάνει τίποτα το ίδιο, παρά μόνο να εισπράττει τη δυσφορία των πολιτών για τους άλλους. «Κόμμα των κακόκεφων», το χαρακτήρισε ο καγκελάριος Σολτς.
Κήρυξε ανένδοτο
«Το καλύτερο φάρμακο κατά της Ακροδεξιάς είναι οι συγκεκριμένες πολιτικές προτάσεις και η υλοποίησή τους», λέει η πολιτειολόγος Ρόισενμπαχ. Υπολείπεται σ’ αυτό η τρικομματική κυβέρνηση του Σολτς, αλλά υπολείπεται και η αξιωματική αντιπολίτευση του Μερτς.
Ο Μερτς κήρυξε ανένδοτο κατά των Πράσινων, με τους οποίους όμως συγκυβερνά στα κρατίδια και θα τους χρειαστεί και μετά τις εκλογές του 2025. Επιχειρεί με μία δεξιά στροφή της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης, μετά την περίοδο της Μέρκελ, επισφραγίστηκε με την αλλαγή του γενικού γραμματέα του CDU, θέση που ανέθεσε στον αιχμηρό αγκιτάτορα, Κάρστεν Λίνεμαν. Στην ουσία όμως παίζει το παιχνίδι της Ακροδεξιάς, όταν προειδοποιεί π.χ. για «μετανάστευση στα κοινωνικά ταμεία της Γερμανίας» και θέλει την αλλαγή παραδείγματος στο θέμα του ασύλου. Αυτή είναι η επιχειρηματολογία του AfD. Και είναι γνωστό ότι οι πολίτες προτιμούν το αυθεντικό από την αντιγραφή.