Μια φωτογραφία: Ενα αλπικό χωριό, ένα φαρμακείο με τη φωτεινή του ταμπέλα να δείχνει 35 βαθμούς Κελσίου και στο βάθος, στην  ευθεία του δρόμου, η χιονισμένη κορυφή του Λευκού Ορους. Δεκάδες δραματικές φωτογραφίες, από το απόκοσμο σκηνικό στην Αριζόνα, με 20 συνεχείς ημέρες καύσωνα και ελάχιστη νυχτερινή θερμοκρασία στους 36 βαθμούς Κελσίου, ως τις φοβερές φωτιές στην Αττική, αποτυπώνουν το σκληρό πρόσωπο αυτών των διακεκαυμένων ημερών του πιο θερμού δεκαπενθήμερου, του πιο θερμού μήνα στην ιστορία της γης, από τότε που εφευρέθηκαν τα θερμόμετρα ή εδώ και 125.000 χρόνια, όπως κάποιοι υπολογίζουν. Αλλά εγώ θα διάλεγα αυτή την ήσυχη, σχεδόν ειδυλλιακή αλπική  φωτογραφία ως εικονογράφηση.

 Γιατί κρύβει μια θανάσιμη απειλή κρυμμένη μέσα σ’ ένα σκηνικό γαλήνης, παραπλανητικής κανονικότητας – σαν να την είχε σκηνοθετήσει ο Χίτσκοκ. Ζούμε ήδη στο μέρος της ταινίας, όπου τα πουλιά δεν κελαηδούν άκακα στα κλαδιά, αρχίζουν να πετούν παράξενα, να συγκεντρώνονται και να φέρονται απειλητικά. Λίγο πριν αρχίσει η επίθεση. Βομβαρδιζόμαστε, μέρες τώρα, με καθημερινά ρεκόρ θερμοκρασίας, από την Κίνα ως τη Μεσόγειο κι από εκεί στη Βόρεια Αμερική όπου 120 εκατομμύρια άνθρωποι βρέθηκαν για ημέρες στη ζώνη του θερμού συναγερμού. Βομβαρδιζόμαστε με εικόνες και δεδομένα από στεριές και θάλασσες, από τους πάγους του αρκτικού κύκλου που συρρικνώνονται με ρυθμούς που υπερβαίνουν τις χειρότερες προβλέψεις, ως τη Φλόριντα όπου τα νερά του ωκεανού είχαν θερμοκρασίες 30 βαθμών Κελσίου.

 Βομβαρδιζόμαστε επίσης από σκοτεινές προφητείες – που δεν είναι πια απλώς προφητείες. Οτι έχουμε διαβεί ήδη ένα κλιματικό σύνορο. Οτι αν δεν μηδενίσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μας περιμένουν χρόνια κόλασης, γεμάτα καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες. Κι ότι ακόμη κι αν τις μηδενίζαμε αύριο το πρωί, θα περνούσαν και πάλι μερικές δύσκολες δεκαετίες πριν τα πράγματα αρχίσουν να βελτιώνονται. Κι άλλες προφητείες, που μας αφορούν πιο άμεσα. Για τον κίνδυνο ερημοποίησης της Αττικής, για τα νέα κύματα κλιματικής μετανάστευσης των οποίων μπορεί να είμαστε όχι πια αποδέκτες, αλλά μέρος τους, ή για το τουριστικό μοντέλο «ήλιος – θάλασσα» που κινδυνεύει να πάψει σύντομα να είναι ελκυστικό (και προσοδοφόρο).

«Είμαστε ηλίθιοι» (damned fools, η ακριβής έκφραση), είπε στην πιο αξιομνημόνευτη δήλωση των ημερών ο άνθρωπος που είχε πρώτος χτυπήσει καμπάνα κινδύνου για την υπερθέρμανση του πλανήτη, το 1988, μιλώντας στην αμερικανική Γερουσία, ο μετεωρολόγος τότε  της ΝASA, James Hansen. Είμαστε ηλίθιοι γιατί αυτό που συμβαίνει τώρα είχε προβλεφθεί, είχαμε προειδοποιηθεί, τα δεδομένα μας είχαν δοθεί, αλλά «θέλαμε να το γευθούμε πρώτα για να το πιστέψουμε», είπε ο 82 ετών πια επιστήμονας, που παίζει τον ρόλο μιας σύγχρονης Κασσάνδρας.

 Η οποία ως γνωστόν είχε το θεϊκό χάρισμα να μαντεύει με μεγάλη ακρίβεια τα μελλούμενα, αλλά την είχε καταραστεί ο Απόλλωνας τις προφητείες της οι άνθρωποι να μην τις πιστεύουν. Και τώρα; «Σε λίγα χρόνια, μέσα στις επερχόμενες, αλλεπάλληλες κλιματικές καταστροφές της δεκαετίας του ’30, όταν η γενιά των μικρών μου παιδιών θα έχει ενηλικιωθεί, ίσως αναρωτηθούν τι έγινε εκείνο το ιστορικό καλοκαίρι του 2023, όταν κάθε μέρα καταρρίπταμε κι από ένα ρεκόρ θερμοκρασίας, που είχε αντέξει 120.000 χρόνια, πώς αντέδρασαν τότε οι άνθρωποι;», έγραφε η Gaia Vince, συγγραφέας ενός από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία για την κλιματική κρίση, το «Nomad century». Κι έτσι το ερώτημα μεταφέρεται από το παρελθόν ή το μέλλον στο παρόν. Τώρα, λοιπόν, που οι προφητείες της Κασσάνδρας αρχίζουν να εκπληρώνονται η μία μετά την άλλη μπροστά στα δύσπιστα μάτια μας, τι κάνουμε;

 «Γιατί ενώ οι επιστήμονες φρικάρουν με τις θερμοκρασίες που ανεβαίνουν, οι πολιτικοί αδιαφορούν;» – έθετε το ίδιο ερώτημα με άλλο τρόπο το Politico. Η απάντηση είναι ότι η κλιματική καταστροφή του κόσμου, όσο πιθανή κι αν είναι, δεν θα συμβεί πάντως στη διάρκεια της τρέχουσας τετραετίας. Και η τετραετία, ο εκλογικός κύκλος παραμένει το όριο της αίσθησης του πολιτικού επείγοντος. Οι πολιτικοί δεν σκέφτονται με όρους γεωλογικών εποχών. Ακόμη κι όταν έχουν πλήρη αντίληψη για τη σημασία των δύσκολων συμφωνιών για το κλίμα, τα (οικονομικά και κοινωνικά) αντικίνητρα στην άμεση εφαρμογή τους είναι συνήθως ισχυρότερα από τα πολιτικά κίνητρα, που κι αυτά είναι συνήθως ασθενή.

 Παράδειγμα: Η ενδιαφέρουσα ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του απλώνεται σε 16 πυκνοτυπωμένες σελίδες Α4. Η πρώτη αναφορά στην κλιματική κρίση βρίσκεται στη σελίδα 13. Η αναφορά στην «πράσινη Ελλάδα» καλύπτει μόλις μισή σελίδα. Και αυτό από έναν πολιτικό που αναμφισβήτητα έχει επαρκέστερη προπαρασκευή και πολύ καλύτερη γνώση από άλλους των θεμάτων που σχετίζονται με την κλιματική κρίση και έχει εντάξει φιλόδοξους στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο πρόγραμμά του. Είναι φανερό ότι κάτι πρέπει να αλλάξει εδώ. Η «πράσινη Ελλάδα» δεν μπορεί να είναι ένα από πολλά σημεία ενός πολιτικού προγράμματος, μα η αφετηρία του. Να το διαπερνά, όχι να το συμπληρώνει.

Κι ένα υστερόγραφο. Σε συνθήκες κλιματικής κρίσης και οι πυρκαγιές δεν είναι πια αυτό που ήταν. Η έκτασή τους και η έντασή τους αυξάνεται από χρόνο σε χρόνο. Αλλά η συζήτηση περί αυτών εξακολουθεί να γίνεται με τους παλιούς όρους: πόσοι πυροσβέστες, πόσα οχήματα, πόσα αεροπλάνα. Αλλά οι νέου τύπου πυρκαγιές έχουν σε μεγάλο βαθμό αχρηστεύσει τα παραδοσιακά μέσα αντιμετώπισής τους, απαιτούν νέα μοντέλα. «Οι φωτιές στα δάση σβήνουν τον χειμώνα», έλεγε στους «Financial Times» ο επικεφαλής του σώματος δασοπυρόσβεσης της Καταλωνίας. Αυτό αφορά νέα, διαφορετικά μοντέλα πρόληψης. Αλλά αφορά επίσης διαφορετικά μοντέλα οικονομίας και ζωής.