Ο εκλογικός κύκλος σφίγγει σαν βόας την ευρωπαϊκή Αριστερά: μετά τις σκανδιναβικές χώρες και την Ιταλία, θα έχουμε πιθανότατα, μετά τις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής, μια κυβερνητική συνεργασία Δεξιάς και Ακροδεξιάς στην Ισπανία, την προτελευταία χώρα (τελευταία μένει η Πορτογαλία) που έχει ως σήμερα αμιγώς «αριστερή» κυβέρνηση. Για τη θέση του Σάντσεθ, του μακράν πιο ακομπλεξάριστου Σοσιαλιστή ηγέτη (ο Πορτογάλος Κόστα είναι περισσότερο ένας πραγματιστής της εξουσίας), προαλείφεται ο ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος, για το οποίο η λέξη «Κέντρο» είναι ανάθεμα, καθώς ετοιμάζεται να συμμαχήσει με το μεταφασιστικό Vox, που νοσταλγεί τον Φράνκο και δηλώνει έτοιμο να ξηλώσει τα δυο θεμέλια που επέτρεψαν στην Ισπανία να γίνει ένα από τα πιο προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη: την ανοχή στη διαφορετικότητα (συμπεριλαμβανομένης της αυτονομίας των περιφερειών) και την πραγματική προστασία των ελευθεριών (ιδίως των γυναικών και των μειονοτήτων). Πολλά ακούγονται, για μια ακόμα φορά, για τους λόγους για τους οποίους οι κοινωνίες «γέρνουν» προς τη Δεξιά – και μάλιστα σε μια ανοιχτά αντιδραστική μορφή της. Ομολογώ ότι οι γενικότητες περί καταρράκωσης της Αριστεράς λόγω παγκοσμιοποίησης, τέλους του κράτους πρόνοιας και ήττας στον πόλεμο των ιδεών (οι κοινωνίες, δήθεν, επιζητούν ευημερία και όχι ισότητα και δικαιοσύνη), ενώ περιέχουν ψήγματα αλήθειας, έχουν πάψει να με ικανοποιούν. Κοιτάζοντας γύρω μου, βλέπω κυρίως τη δυσκολία, ακόμα και αδυναμία, των Σοσιαλιστών (δεν θεωρώ τη λεγόμενη «ριζοσπαστική Αριστερά» πραγματική Αριστερά, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία) να αντιληφθούν ποια είναι η πραγματική διαχωριστική γραμμή στην εποχή μας.
Δυο πρόσφατα παραδείγματα που έχουν σχέση, διόλου συμπτωματικά, με ΤΑ δύο μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα εικονογραφούν αυτό που προσπαθώ να πω. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πέρασαν, μετά από πρόταση της Επιτροπής, δυο παγκοσμίως πρωτοποριακοί «νόμοι»: για την τεχνητή νοημοσύνη και, αυτή την εβδομάδα, για τη βιοποικιλότητα. Και στους δυο, η επίσημη στάση της κομματικής Δεξιάς ήταν αντιδραστική: προσπάθησε να επιτρέψει, στην πρώτη περίπτωση, τη χρήση βιομετρικών δεδομένων για την αναγνώριση προσώπων σε δημόσιους χώρους και να αποκρούσει εντελώς, στη δεύτερη περίπτωση, ένα κρίσιμο κομμάτι της συμφωνημένης από όλες τις πολιτικές παρατάξεις «Πράσινης Συμφωνίας». Οι λόγοι ανάγονται στις ρίζες της δεξιόστροφης αντιμετώπισης των πραγμάτων: κυριαρχία της «ασφάλειας» επί των ατομικών δικαιωμάτων (τα βιομετρικά δεδομένα, με την ώθηση της τεχνητής νοημοσύνης, θα οδηγούσαν, με προκάλυμμα την εξάλειψη της εγκληματικότητας, στο «φακέλωμα» ολόκληρου του πληθυσμού, όπως γίνεται στην Κίνα), επιβολή της οικονομικής «ανάπτυξης» πάνω στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον (η εντελώς απαραίτητη, ενόψει της κλιματικής αλλαγής, προστασία της βιοποικιλότητας θεωρήθηκε από τη Δεξιά ότι θα μπορούσε να βλάψει τα συμφέροντα των αγροτών και να αυξήσει τις τιμές γεωργικών προϊόντων).
Επειδή η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι κράτος και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν λειτουργεί με όρους εθνικών κοινοβουλίων, η Δεξιά, παρότι ισχυρότερη παράταξη, απέτυχε, και στις δυο περιπτώσεις, να μπλοκάρει την αυτονόητη πρόοδο. Το ότι το επιχείρησε, όμως, και μάλιστα ανοιχτά, δείχνει την αλαζονεία που της έχουν προσδώσει οι απανωτές εκλογικές νίκες της και συγχρόνως την κρίσιμη μεθόριο που οφείλουν να εκμεταλλευτούν οι προοδευτικές δυνάμεις: απτή και χωρίς δογματισμούς βελτίωση της ποιότητας ζωής, με προβολή του συλλογικού συμφέροντος και όλων των εκφάνσεων της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οι πρώτοι που θα κληθούν να το κάνουν πράξη είναι οι Βρετανοί Εργατικοί σε λιγότερο από έναν χρόνο.
O Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος