«Κόκκινο χαλί» στρώθηκε στο Πεκίνο για την υποδοχή του Χένρι Κίσινγκερ, του πιο γνωστού υπουργού Εξωτερικών στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών και, ενδεχομένως, ολόκληρου του πλανήτη. Μάλιστα, ο Σι Τζινπίνγκ τον χαρακτήρισε «παλιό φίλο» τον οποίο «ο κινεζικός λαός θα θυμάται πάντα» και του εξέφρασε τον «βαθύ σεβασμό» του – με τον ίδιο να απαντά χαρακτηρίζοντας την επίσκεψή του «μεγάλη τιμή» και προσθέτοντας ότι «οι σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας έχουν ζωτική σημασία για την ειρήνη και την ευημερία των δύο χωρών και όλου του κόσμου».
Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι η συνάντησή τους πραγματοποιήθηκε στον ίδιο χώρο όπου είχε γίνει δεκτός ο Κίσινγκερ το 1971, όταν είχε για πρώτη φορά ταξιδέψει μυστικά και στο πλαίσιο μιας «ειδικής αποστολής» στην Κίνα. Ακολούθησαν δε τουλάχιστον άλλες εκατό επισκέψεις για την επονομαζόμενη και «αλεπού» της αμερικανικής διπλωματίας, που πρόσφατα (στις 23 Μαΐου) συμπλήρωσε τα 100 χρόνια ζωής και συνεχίζει να είναι ενεργός.
Πριν από 52 χρόνια
Τότε, πριν 52 χρόνια, ο Κίσινγκερ ήταν αυτός ο οποίος είχε ανοίξει τον δρόμο για την επαναπροσέγγιση των ΗΠΑ με την Κίνα, η οποία σφραγίστηκε με την επίσκεψη στο Πεκίνο και τη συνάντηση με τον Μάο Τσετούνγκ του τότε προέδρου τους, Ρίτσαρντ Νίξον. Ηταν ένας «ελιγμός» που είχε σχεδιαστεί στο Στέιντ Ντιπάρτμεντ και τα άλλα επιτελεία στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου και με βασικό σκοπό την απομόνωση της Σοβιετικής Ενωσης και της πρόκλησης ενός ρήγματος στις σχέσεις της με την Κίνα – κάτι που, ως έναν βαθμό τουλάχιστον, επετεύχθη.
Η σημειολογία και τα πρόσωπα, ωστόσο, δεν σημαίνουν αυτομάτως ότι η ιστορία μπορεί να επαναληφθεί σήμερα. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει κρύψει την πρόθεσή της να διαταράξει τη στρατηγική συμμαχία του Πεκίνου με τη Μόσχα, στο φόντο και του πολέμου στην Ουκρανία. Προσφέροντας ως αντάλλαγμα, πιθανότατα, το «πάγωμα» του οικονομικού-εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει στους Κινέζους και την αποκατάσταση των διμερών σχέσεων σε αυτό το επίπεδο, ενδεχομένως και κάποιες υποχωρήσεις σε διπλωματικό επίπεδο. Δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο, άλλωστε, ότι τις τελευταίες ημέρες έχουν γίνει αλλεπάλληλες επισκέψεις κορυφαίων αμερικανών αξιωματούχων στο Πεκίνο – Αντονι Μπλίνκεν, Τζάνετ Γέλεν και Τζον Κέρι – ενώ κάτι ανάλογο έχουν κάνει και οι επικεφαλής κορυφαίων αμερικανικών ομίλων που έχουν τεράστια συμφέροντα στην ανερχόμενη υπερδύναμη και την έχουν επισκεφθεί πρόσφατα – όπως οι Μπιλ Γκέιτς, Ιλον Μασκ και Τιμ Κουκ.
Τότε η ΕΣΣΔ, τώρα η Κίνα
Οι εποχές, βεβαίως, έχουν αλλάξει και ο Σι διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση και σε όλους τους τόνους ότι η Κίνα δεν είναι πλέον ο «φτωχός συγγενής» αλλά διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο στο διεθνές σκηνικό. Με άλλα λόγια και σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν από μισό αιώνα, ο μεγάλος ανταγωνιστής και η σημαντικότερη απειλή για την ηγεμονία των ΗΠΑ είναι σήμερα όχι η «διάδοχος» της ΕΣΣΔ, δηλαδή η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά η Κίνα.
Η παραδοχή αυτή, άλλωστε, αποτυπώνεται όχι μόνο σε όλα τα επίσημα έγγραφα και τις δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων, αλλά και στο προφίλ του νυν προέδρου και του κυριότερου αντιπάλου του στις εκλογές του 2024, του Τζο Μπάιντεν και του Ντόναλντ Τραμπ. Οπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι «New York Times», «η Κίνα παρατηρεί πως τόσο οι Ρεπουμπλικανοί όσο και οι Δημοκρατικοί εμφανίζονται ενωμένοι όσον αφορά την πρόθεσή τους να παραμείνουν σκληροί απέναντι στο Πεκίνο».
Ισως γι’ αυτό, όπως εκτιμά από την πλευρά του το CNN, επικαλούμενο δηλώσεις αναλυτών, «ο Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει να συναντάται με ανθρώπους που τηρούν φιλική στάση προς την Κίνα, που είναι πρόθυμοι να μιλήσουν υπέρ της». Σε αυτούς φαίνεται ότι συγκαταλέγεται και ο Κίσινγκερ, η επίσκεψη του οποίου, σύμφωνα με εκτίμηση άλλου ειδικού στους «NYT», «φανερώνει το άγχος του Πεκίνου να επηρεάσει και να πείσει την αμερικανική ελίτ που χαράσσει πολιτική να περιορίσει τη στρατηγική πίεση που ασκεί στην Κίνα».