Χρειάστηκαν τρεις εβδομάδες μετά τη σαρωτική επανεκλογή της ΝΔ στην εξουσία και την αναδιαμόρφωση του κοινοβουλευτικού τοπίου, για να ανατραπεί η κυβερνητική «κανονικότητα» και όλες οι δυνάμεις να πέσουν στη διαχείριση της σκληρής πραγματικότητας.
Πρωτίστως τα πύρινα μέτωπα εντός και εκτός Αττικής έχουν φέρει από την περασμένη Δευτέρα τη νέα κυβέρνηση μπροστά σε παλιές δοκιμασίες και στην αναζήτηση (πολιτικής) στρατηγικής. Δεν είναι όμως μόνο οι φωτιές που δοκιμάζουν (πολιτικά και διαχειριστικά) το Μαξίμου και συνολικά την κυβερνητική μηχανή.
Οι επόμενες 40 μέρες μέχρι την πολιτική αφετηρία του φθινοπώρου αποτελούν βαρόμετρο σε πολλαπλά πεδία, που κουβαλούν μικρές ή μεγαλύτερες προκλήσεις, επηρεάζοντας τελικά και την εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το πρώτο «μέτωπο» – που παραμένει ορθάνοιχτο με ανησυχητικές εκτιμήσεις και για τα προσεχή 24ωρα λόγων υψηλών θερμοκρασιών – είναι η διαχείριση της αντιπυρικής περιόδου. Στο μέσον της πρώτης τετραετίας, καλοκαίρι του 2021, οι φωτιές σε Αττική και Εύβοια τότε ήταν η πρώτη κρίση που είχε πληγώσει (και) το πολιτικό κεφάλαιο του Μητσοτάκη.
Αλλο «μέτωπο» είναι η επιχείρηση «συναινέσεις» που θέλει να βγάζει στο προσκήνιο ο Πρωθυπουργός – πότε με πιεστικά ανοίγματα προς τους αντιπάλους του, πότε με πιο αιχμηρό τρόπο. Πάντως οι πρώτες αντιδράσεις της κυβέρνησης και προσωπικά του Μητσοτάκη δείχνουν προσήλωση σε ένα «δοκιμασμένο» μοτίβο, εκείνο που σε μεγάλο βαθμό, όπως παρατηρεί πολιτικός αναλυτής, είχε βοηθήσει τον Πρωθυπουργό να πετύχει υψηλό βαθμό ανθεκτικότητας στην πρώτη θητεία του: ο ίδιος πάντα στο προσκήνιο, «τεχνοκρατικός» λόγος (στην περίπτωση των πυρκαγιών, ενδεικτικές οι αναφορές σε επικείμενες κινήσεις για τη δασική πολιτική, την κρατική αρωγή, την ενίσχυση του Πυροσβεστικού Σώματος με νέα επένδυση σε εξοπλισμούς ύψους 2 δισ. ευρώ κ.ά.), «ανθρώπινο» πρόσωπο με αναγνώριση λαθών, σινιάλα σε ευρύτερες δεξαμενές πέραν των στενών κομματικών ορίων (χαρακτηριστικές οι επιλογές γενικών γραμματέων που σηματοδοτούν τη στρατηγική διεύρυνσης).
Σκωτσέζικο ντους
Ταυτόχρονα με τη διαχείριση των έκτακτων γεγονότων, οι πρώτες κινήσεις της νέας κυβέρνησης, οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της συγκεκριμένα, στοχεύουν στη συμπίεση της αντιπολίτευσης μπροστά σε αποφάσεις που απαιτούν ειδικό χειρισμό. Από την ερχόμενη εβδομάδα που εκκινούν οι πρώτες ψηφοφορίες, δοκιμάζονται και τα περιθώρια συναινέσεων στις οποίες παλεύει η κυβέρνηση να παρασύρει τους αντιπάλους της.
Το Μαξίμου προκρίνει τη μέθοδο του… σκωτσέζικου ντους, αφενός τραβώντας διαχωριστικές γραμμές από τους αντιπάλους του με «εμβληματικές» αλλαγές που γνωρίζει ότι θα πυροδοτήσουν εντάσεις (όπως είναι τα μη κρατικά πανεπιστήμια) αφετέρου πετώντας το χαρτί της συναίνεσης σε προτάσεις που ξέρει ότι μπορούν να κερδίσουν ευρεία πλειοψηφία.
Η επιλογή του Μαξίμου το καλοκαίρι του 2019 ήταν να εκκινήσει με το «επιτελικό κράτος» για να σημάνει την εφαρμογή ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης και να συνεχίσει με τις «θετικές» ειδήσεις για την οικονομία.
Αυτός ο προγραμματισμός επρόκειτο να ακολουθηθεί και στο φετινό καλοκαίρι. Ωστόσο επελέγη άμεσα μια ντρίμπλα (ουσίας αλλά και συμβολισμών) με την ψήφο των αποδήμων: η απόφαση της κυβέρνησης να επαναφέρει αυτούσιο το νομοσχέδιο που είχε προσπαθήσει να περάσει και πριν από ενάμισι χρόνο, αναζητώντας εκ νέου το μίνιμουμ των 200 ψήφων.
Στόχος, οι πολιτικές πιέσεις προς τους αντιπάλους της με μία πρόταση που στην πραγματικότητα δυσκολεύει τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην αναζήτηση επιχειρηματολογίας στην περίπτωση καταψήφισης και ταυτόχρονα μπορεί να εμφανίσει την κυβέρνηση ως δύναμη που προωθεί αλλαγές που έχουν κοινωνικό αντίκτυπο και αποδοχή.
Αντίστοιχα με το οικονομικό πολυνομοσχέδιο που αναμένεται κι αυτό στην Ολομέλεια της Βουλής εντός της νέας εβδομάδας, η κυβέρνηση θέλει να δώσει έμφαση στη «συνέπεια» λόγου και πράξεων, προσδοκώντας ότι στα μάτια των πολιτών οι πολιτικοί αντίπαλοί της θα φανούν ως δυνάμεις «του στείρου όχι σε όλα», όπως το θέτει κυβερνητικός παράγοντας, «ακόμα και σε σειρά θετικών για την κοινωνία αποφάσεων».
Με λίγα λόγια η κυβέρνηση έχει ανάγκη στην αφετηρία της από… ενισχυτικές κινήσεις σε όλα τα μηνύματα που εξέπεμπε προεκλογικά προς την κοινωνία για «συμπερίληψη», «συναινέσεις», «ευρύχωρες συμμαχίες» και «διόρθωση» στρεβλώσεων του μακρινού ή και του πρόσφατου παρελθόντος.
Τα δικά της «φάουλ»
Την ώρα ωστόσο που το Μαξίμου εφαρμόζει στρατηγική εγκλωβισμού της αντιπολίτευσης, προσπαθώντας να επιβάλλει τους ρυθμούς της, έχοντας και την πρωτοβουλία κινήσεων, η κυβέρνηση και το κόμμα έχουν να διαχειριστούν τα δικά τους «φάουλ». Αρρυθμίες και σημάδια ενδοκυβερνητικής ασυνεννοησίας αναδείχθηκαν άλλωστε προ ημερών, αν και ξεπεράστηκαν μάλλον γρήγορα με παρεμβάσεις από το πρωθυπουργικό γραφείο.
Εγιναν ωστόσο η αφορμή για να ενεργοποιηθεί ειδικός γαλάζιος μηχανισμός πρόληψης του αποσυντονισμού. Οι εξ απορρήτων του Πρωθυπουργού (οι υπουργοί Επικρατείας Σταύρος Παπασταύρου, Ακης Σκέρτσος κ.ά.) έχουν στραμμένη την προσοχή εκεί όπου έχουν εντοπιστεί ήδη πρώτες τριβές ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, ο οποίος κινείται μεταξύ Μαξίμου και οδού Πειραιώς, υιοθετεί εβδομαδιαία «σεμινάρια» στα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ καθώς και τους εξωκοινοβουλευτικούς.
Στόχος, η τακτική επαφή (διά ζώσης στην έδρα της ΝΔ, παρουσία των επιτελών του κόμματος ή με τηλεδιάσκεψη) για τα θέματα της επικαιρότητας. «Δεν μπορεί να μην ξέρουν όλοι έστω τις βασικές κατευθύνσεις του κυβερνητικού έργου και τα πιο σημαντικά κεφάλαια της επικαιρότητας» λέει αρμόδια πηγή, υπονοώντας ότι τα… εκτός γραμμής «φάλτσα» και οι άγαρμπες δημόσιες διατυπώσεις απειλούν με τραύματα την εικόνα συνοχής όλης της κυβέρνησης.
Μέχρι τον Οκτώβριο
Ειδικά οι κομματικοί μηχανισμοί θα είναι ενεργοποιημένοι όλο το καλοκαίρι ενόψει των αυτοδιοικητικών μαχών στις 8 και στις 15 Οκτωβρίου. Με τα «χρίσματά» της στις 13 Περιφέρειες, όπου ζητείται απόλυτη κομματική πειθαρχία στους επιλεγέντες, ακολουθούν οι δήμαρχοι, έστω και αν σε εκείνους η υποστήριξη προδιαγράφεται ηπιότερη με ευθεία στήριξη μόνο σε λίγους μεγάλους Δήμους.
Αυτό σημαίνει ότι εν αναμονή των δηλώσεων υποστήριξης σε πρόσωπα και από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ θα βρίσκεται «σε κίνηση» για τρεις λόγους: πρώτον, για να δυσκολέψει όπου μπορεί τις κινήσεις της αντιπολίτευσης (ενδεικτική η περίπτωση της Περιφέρειας Κρήτης, όπου οι γαλάζιοι στηρίζουν αυτή τη φορά την υποψηφιότητα του Σταύρου Αρναουτάκη, τον οποίο είχε στηρίξει το 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με το ΠΑΣΟΚ), δεύτερον, για να «μαλακώνει» τοπικές έριδες προτού αυτές βγουν στη δημόσια σφαίρα και τρίτον, για να διασφαλίσει υποψηφιότητες που αυξάνουν τις πιθανότητες για έναν μπλε εκλογικό χάρτη.