Του χρόνου θα συμπληρωθούν πενήντα χρόνια αλλά και εφέτος που είμαστε στα σαράντα εννέα έχει κάποια διαφορά; (Εξάλλου, για τους Αγαναχτισμένους, η χούντα, τυπικά, τελείωσε το ’73, διότι προκειμένου να προκύψει η ρίμα στο σύνθημα ας πάει αδιάβαστη η Ιστορία). Οπως και να ‘χει, η πραγματικότητα λέει ότι πέρασε μισός αιώνας από εκείνες τις ημέρες που συγκροτούν ένα εθνικό ορόσημο της συλλογικής μας μνήμης. Δεν έχουμε και πολλές άλλωστε και ακόμη λιγότερες – από ελάχιστες έως καμία, πλην των αθλητικών μας επιτυχιών – που έχουν να κάνουν με ανάταση, με χαρά, με πανηγύρι, με χαρούμενα πρόσωπα όπως εκείνες τις πρώτες μέρες της Μεταπολίτευσης.
Αλήθεια το «μ» πεζό ή κεφαλαίο; Μιλάμε δηλαδή για τη μετάβαση από το καθεστώς των συνταγματαρχών στη Δημοκρατία ή για μια ιστορική περίοδο που άρχισε τον Ιούλιο του 1974 και που μεγάλος λόγος γίνεται για το πότε τελείωσε, αν τέλειωσε. Ως γνήσιο τέκνο της Μεταπολίτευσης (ή της μεταπολίτευσης) αφού ήμουν στην πρώτη εφηβεία τότε, νομίζω πως δεν έχει καμία απολύτως σημασία να ορίσουμε τη λήξη της. Ο ιστορικός του μέλλοντος ίσως μπορέσει, ύστερα από μία γενική θεώρηση των δεκαετιών, να προσδιορίσει αυτό το τέλος αλλά, προς το παρόν, ο καθένας μας το ορίζει όπως το νιώθει και το βιώνει εντός του.
Για κάποιους φωνασκούντες καραφλοκοτσίδες ας πούμε, δεν έχει τελειώσει καν η χούντα, για ποια Μεταπολίτευση μιλάμε; Για άλλους τελειώνει το 1981 που ήρθε το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, για άλλους το 1988 με το σκάνδαλο Κοσκωτά ή το «βρώμικο ’89» με τη συγκυβέρνηση Δεξιάς – Αριστεράς. Για άλλους με τους Ολυμπιακούς, με την οικονομική κρίση ή με το «τρύπιο» δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015. Και για άλλους πριν από ένα μήνα με την καταβαράθρωση του ΣΥΡΙΖΑ και των αριστερών ψευδαισθήσεων.
Για κάποιους δεν έχει τελειώσει ακόμη ενώ είναι κι αυτοί για τους οποίους δεν έχει τελειώσει ούτε ο Εμφύλιος οπότε δεν προκάνουν να μπουν καν στη Μεταπολίτευση. (Για να μη φτάσω στον Δημήτρη Αβραμόπουλου που είδε και απόειδε και αποφάσισε, επί δημαρχίας του, να λήξει τον Πελοποννησιακό Πόλεμο). Ενώ μια τυπική λήξη θα μπορούσε να ορισθεί και η ημερομηνία που θα αποδημήσει ο τελευταίος εκ των πρωταγωνιστών, άντε των δευτεραγωνιστών της.
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι η Μεταπολίτευση τελειώνει εντός μας και με εντελώς διαφορετικό τρόπο για τον καθένα. Για τον νεαρό επαναστάτη της Νομικής μπορεί να τέλειωσε την ημέρα που έγινε διευθυντής κάποιου υποκαταστήματος κάποιας Τράπεζας. Και για τον φίλο του που ανέμιζαν μαζί τη σημαία στην ταράτσα της Σόλωνος, την ημέρα που ξύρισε το μούσι του. Για τη φοιτητριούλα που κλείστηκε, τότε, στο Πολυτεχνείο, μια μέρα καθώς έπλενε πιάτα στον νεροχύτη και περίμενε να της φέρουν το εγγόνι της.
Για κάποια άλλη την πρώτη φορά που δεν κατέβηκε στην πορεία προς την Αμερικάνικη Πρεσβεία. Και για εμένα, εκείνη την ημέρα που άφησα δίπλα στον κάδο του δήμου όσα βινύλια (δίσκους εννοώ) δεν είχα ήδη χαρίσει. Τότε πίστεψα ότι είχα κλείσει τους λογαριασμούς με τη νιότη μου για να συνειδητοποιήσω λίγο αργότερα ότι, στην πραγματικότητα, αυτοί ουδέποτε κλείνουν.
Ητο Ιούλιος
Εδώ ο καθένας από εμάς και ανάλογα με τις προσωπικές του μνήμες, ορίζει αλλιώς την αρχή της Μεταπολίτευσης. Στο μόνο ίσως που συμφωνούμε είναι στο ότι «Ητο Ιούλιος» όπως στο ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου. Ναι, αλλά πότε ακριβώς; Εκείνο το απόγευμα που ξεχυθήκαμε στους δρόμους, όταν τραγουδούσαμε όλοι μαζί, στη Βασιλίσσης Σοφίας Θεοδωράκη (το «Σώπα, όπου να ΄ναι θα σημάνουν οι καμπάνες»;); Το βράδυ που επέστρεψε ο Καραμανλής; Την ημέρα που γύρισε η Μελίνα; Οταν ορκίστηκε ο Καραμανλής; Ή μήπως όταν άρχισαν να γυρίζουν οι εξόριστοι από τα ξερονήσια; Προσωπικά, πάντως, συνειδητοποίησα ότι έπεσε η χούντα όταν είδα εκείνη τη φωτογραφία του Γιάννη Χαραλαμπόπουλου, δαφνοστεφανωμένου, τη μέρα που γύρισε από την εξορία. Ή μήπως όταν είδα, πολλές εβδομάδες αργότερα, έναν υπουργό της χούντας και τη γυναίκα του να περπατάνε σε έναν κεντρικό δρόμο τοίχο τοίχο και γωνιά γωνιά;