Οι πολιτικές για την απόκτηση κατοικίας από νέους θα πρέπει να ενθαρρύνονται και να ενισχύονται, διότι έχουν άμεση επίπτωση στο δημογραφικό, την ευημερία και την κοινωνική συνοχή. Η αύξηση του προϋπολογισμού για το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο προβλέπει επιδοτούμενα έως άτοκα στεγαστικά δάνεια σε νέους και νέα ζευγάρια για την απόκτηση κατοικίας, συνοδεύεται από αλλαγές που διευρύνουν την περίμετρο των δικαιούχων και την πρόσβαση σε περισσότερα και ποιοτικότερα ακίνητα. Αυτό γίνεται με επιπλέον επιδοτήσεις ύψους 350 εκατομμυρίων ευρώ και όχι μόνο.
Τα κίνητρα αυτά, εν καιρώ, θα πρέπει να ενισχυθούν περισσότερο καθώς μελέτες του ΟΟΣΑ και της ΕΚΤ συνδέουν τις πολιτικές αυτές με την οικονομία, την προσωπική ανάπτυξη και την ποιότητα ζωής, την κοινωνία και το περιβάλλον. Αναλύοντας διαχρονικά στοιχεία και συγκρίνοντας διαφορετικές κουλτούρες, χώρες και οικονομίες, ΕΚΤ και ΟΟΣΑ καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές που διευκολύνουν την απόκτηση κατοικίας από τους νέους βοηθούν στη συμβίωση, την οικογένεια και την τεκνοποίηση, βελτιώνοντας το δημογραφικό. Αυτό έχει άμεση επίπτωση στη στροφή των νοικοκυριών προς την αποταμίευση και την επένδυση, περιορίζοντας την ανάπτυξη που στηρίζεται στην κατανάλωση και τον πληθωρισμό.
Τα χρήματα που εξοικονομούνται κατευθύνονται κυρίως στη συντήρηση του ακινήτου, της οικογένειας και την εκπαίδευση των παιδιών, παρά στην άνοδο των ενοικίων και την κατανάλωση. Ταυτόχρονα, η ιδιοκτησία δημιουργεί κοινά ενδιαφέροντα και συμφέροντα στις κοινότητες που οδηγούν σε πρωτοβουλίες αναβάθμισης του περιβάλλοντος και της συμμετοχής στα κοινά. Τέλος, μετρήθηκε ότι περιορίζεται η ανασφάλεια, αυξάνεται η παραγωγικότητα και μειώνεται ο πληθυσμός που στηρίζεται σε κοινωνικές παροχές.