Ενα αποτέλεσμα πιο αμφίρροπο από ό,τι ανέμεναν οι δημοσκοπήσεις, με τα δύο στρατόπεδα να εμφανίζονται με σχετικά μικρή διαφορά μεταξύ τους και χωρίς κανένα να διασφαλίζει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ενα αποτέλεσμα το οποίο σφραγίστηκε από τη μεγάλη άνοδο του Λαϊκού Κόμματος που αύξησε κατά πάνω από 60% τις ψήφους και τις έδρες του σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές, την αξιοσημείωτα επιτυχημένη επίδοση των μέχρι σήμερα κυβερνώντων Σοσιαλιστών, την εντυπωσιακή ενίσχυση του δικομματισμού που θυμίζει παλαιότερες εποχές, το «φρένο» στην άνοδο της Ακροδεξιάς και ένα θρίλερ αναφορικά με τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης.

Αμφίβολη η επόμενη ημέρα

Αυτά είναι τα πρώτα βασικά συμπεράσματα από τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν χθες στην Ισπανία, με βάση τα επίσημα αποτελέσματα που είχαν γίνει γνωστά μέχρι αργά το βράδυ και ανέτρεπαν ως έναν βαθμό και τα exit polls. Σε βαθμό, μάλιστα, που να προμηνύουν μια «μακρά νύχτα» και μια εξαιρετικά αμφίβολη επόμενη ημέρα, όπως παραδέχθηκαν ουσιαστικά οι εκπρόσωποι όλων σχεδόν των κομμάτων.

Πράγματι, αν υπάρχει κάτι στο οποίο συμφώνησε το σύνολο των δημοσκόπων και αναλυτών ήταν ότι το κόμμα του Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό κατάφερε να ενισχυθεί σημαντικά και να αναδειχθεί πρώτο με διαφορά, συγκεντρώνοντας ποσοστό της τάξεως του 35% (έναντι 20% τον Νοέμβριο του 2019) και 145-150 έδρες (έναντι 89 στην απερχόμενη Βουλή). Ωστόσο, δεν καταφέρνει να διασφαλίσει τις αναγκαίες 176 έδρες κάτι που, σε μεγάλο βαθμό, αποδίδεται στην επίδοση του πιθανότερου συμμάχου του, του ακροδεξιού Vox. Κι αυτό διότι το κόμμα του Σαντιάγο Αμπασκάλ καταγράφει απώλειες αρκετών ποσοστιαίων μονάδων και πολλών εδρών (έως και του 40%) σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές, με αποτέλεσμα να δίνει μάχη για την τρίτη θέση με τον συνασπισμό της Αριστεράς, του Sumar, του οποίου ηγείται η Γιολάντα Ντίαθ.

Από την πλευρά του, ο απερχόμενος πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ, παρά την ήττα του δεν έχει λόγο να είναι δυσαρεστημένος με το αποτέλεσμα, καθώς όλα δείχνουν πως το ρίσκο που ανέλαβε προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές πέτυχε, έστω και εν μέρει. Με αποτέλεσμα να καταφέρει να αυξήσει, τους ψηφοφόρους, το ποσοστό και και (πιθανότατα) τις έδρες του PSOE. Παρ’ όλα αυτά, και γι’ αυτόν είναι πολύ δύσκολο (αν και όχι απίθανο, πλέον) να συνεχίσει να κατέχει τη θέση του πρωθυπουργού, καθώς κάτι τέτοιο – ακόμη και εάν Λαϊκό Κόμμα και Vox δεν πάρουν πλειοψηφία – θα απαιτούσε τη διαρκή στήριξη του συνόλου των μικρότερων κομμάτων και κυρίως των αυτονομιστών της Καταλωνίας και της Χώρας των Βάσκων.

Η επιστροφή του δικομματισμού

Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι τα δύο παραδοσιακά κόμματα της Ισπανίας, το Λαϊκό και οι Σοσιαλιστές, δείχνουν να έχουν επιστρέψει δριμύτερα, κλείνοντας την «παρένθεση» της προηγούμενης δεκαετίας.

Για του λόγου το αληθές, συγκεντρώνουν μαζί ποσοστό που πλησιάζει το 64% (έναντι μόλις 48% στη δεύτερη αναμέτρηση του 2019), ενώ αθροιστικά αναμένεται να διαθέτουν περίπου 260 έδρες σε σύνολο 350 στη νέα Βουλή (έναντι 209 στην απερχόμενη).

Στα αξιοσημείωτα της χθεσινής αναμέτρησης συγκαταλέγεται και η προσέλευση στις κάλπες η οποία – αν και το τελικό ποσοστό θα φανεί μόλις συνυπολογιστούν και οι επιστολικές ψήφοι, που έφτασαν σε αριθμό-ρεκόρ – φαίνεται πως αυξήθηκε σημαντικά σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2019. Αντιθέτως, στην Καταλωνία καταγράφηκε σημαντική αύξηση της αποχής, γεγονός που αποτυπώνεται και στη μειωμένη δύναμη των μεγαλύτερων αυτονομιστικών κομμάτων και κυρίως του ERC (Ρεπουμπλικανική Αριστερά), που είδε το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας του να διώκεται και να φυλακίζεται από την προηγούμενη κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι.

Η εικόνα αυτή αποδίδεται από τους αναλυτές στην ύφεση της «κόντρας» με τη Μαδρίτη αναφορικά με το ζήτημα της ανεξαρτησίας και της διεξαγωγής σχετικού δημοψηφίσματος, σε αντίθεση με το 2019 που παρέμενε σε φάση όξυνσης – γεγονός που φέρεται ότι έπαιξε ρόλο και για το 15,1% που είχε συγκεντρώσει τότε το Vox.