Εκπληκτικός είναι ο ρυθμός που οι παλαιοντολόγοι ανακαλύπτουν νέα είδη δεινοσαύρων. Κάθε δύο εβδομάδες εντοπίζεται κατά μέσο όρο περίπου κι ένα νέο είδος σε απολιθωματοφόρα σημεία σε ολόκληρο τον κόσμο. Η εξέλιξη αυτή αλλάζει σε μεγάλο βαθμό το «γενεαλογικό δέντρο» των δεινοσαύρων, διότι δεν εντοπίζονται απλώς νέα είδη, αλλά νέες ομάδες δεινοσαύρων που ήταν άγνωστες ακόμα και πριν από δέκα χρόνια και μπορούν να αλλάξουν τη μεγάλη εικόνα για την εξέλιξη των σπονδυλωτών ζώων που κυριάρχησαν στο οικοσύστημα για περίπου 165 εκατ. χρόνια.
Και ενώ ο «πόλεμος των οστών» του 19ου αιώνα, όπως είναι ευρέως γνωστός ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των κυνηγών απολιθωμάτων, είναι η εποχή κατά την οποία ανακαλύφθηκαν και πήραν το όνομά τους πολλοί δεινόσαυροι, στις αρχές του 21ου αιώνα εξελίσσεται, όπως όλα δείχνουν, το μεγαλύτερο κυνήγι απολιθωμένων δεινοσαύρων όλων των εποχών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Στίβεν Μπρουσάτε, παλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, αναφέρει συχνά στις διαλέξεις και τα άρθρα του ότι «βρισκόμαστε στη χρυσή εποχή της παλαιοντολογίας».
Στις αρχές Ιουλίου οι παλαιοντολόγοι ονόμασαν Iani (από τον θεό των Ρωμαίων Ιανό) ένα νέο είδος δεινοσαύρου στη Γιούτα, ο οποίος ανήκε σε μια ομάδα που αναγνωρίστηκε μόλις το 2016. Την επόμενη εβδομάδα, μια άλλη ομάδα ειδικών αναγνώρισε στη Χιλή έναν άλλον δεινόσαυρο με ράμφος, που ονομάζεται Gonkoken και αντιπροσωπεύει ένα άγνωστο μέχρι σήμερα γένος των δεινοσαύρων, το οποίο ανέπτυξε κάποια ίδια χαρακτηριστικά με τους διάσημους δεινόσαυρους με ράμφος πάπιας. Και μόλις πέρυσι οι ειδικοί ανακοίνωσαν έναν δεινόσαυρο με το όνομα Jakapil, από την Αργεντινή, ο οποίος θα μπορούσε να ανήκει σε μια εντελώς νέα ομάδα.
Οι αιτίες της «έκρηξης»
Τι προκαλεί όμως αυτή την «έκρηξη» ανακαλύψεων; Οι παλαιοντολόγοι την αποδίδουν εν μέρει στην ελλιπή καταγραφή των απολιθωμάτων τα προηγούμενα χρόνια. Οι γεωλόγοι, δε, επισημαίνουν πως τα απολιθωματοφόρα πετρώματα ανά τον κόσμο αντιπροσωπεύουν ένα ποσοστό των διαφόρων περιβαλλόντων που διαμορφώθηκαν κατά καιρούς στον πλανήτη, χωρίς όμως να διατηρείται κάποια συνέχεια, με αποτέλεσμα οι γεμάτες αμμόλοφους έρημοι, οι πλημμυρικές πεδιάδες και ο πυθμένας της θάλασσας με τα συσσωρευμένα ιζήματα να έχουν διατηρήσει τα ίχνη τους, ενώ τα ίχνη άλλων σχηματισμών, όπως τα βουνά, έχουν διαβρωθεί και κατά συνέπεια διαγραφεί.
Ακόμα όμως και μέσα σε αυτά τα αρχαία περιβάλλοντα που διασώθηκαν οι περισσότερες μορφές ζωής δεν απολιθώθηκαν, αλλά καταναλώθηκαν, αποσυντέθηκαν ή διασπάστηκαν με άλλον τρόπο. Η συντριπτική πλειονότητα των οργανισμών που έζησαν στον πλανήτη δεν είχε καμία πιθανότητα να γίνει απολιθώματα, σύμφωνα με άρθρο του ειδικού συντάκτη σε θέματα παλαιοντολογίας Ρίλεϊ Μπλακ, το οποίο δημοσιεύεται στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού «Smithsonian».
Ωστόσο, οι παλαιοντολόγοι κάνουν νέες ανακαλύψεις κάθε χρόνο. Ακόμα και ενάντια στις γεωλογικές πιθανότητες, σε πολλά μέρη οι δεινόσαυροι καλύφθηκαν αρκετά γρήγορα ώστε να απολιθωθούν. «Κάθε γεωλογικός σχηματισμός της κατάλληλης ηλικίας και τύπου έχει τη δυνατότητα να περιέχει ένα ολόκληρο θηριοτροφείο αθέατων δεινοσαύρων, από μικρούς έως μεγάλους και τεράστιους» αναφέρει ο Ρίλεϊ Μπλακ. Μια μελέτη του 2006 εκτιμούσε ότι οι παλαιοντολόγοι είχαν βρει λιγότερο από το 30% όλων των «μη ιπτάμενων δεινοσαύρων» και ότι για να αυξηθεί ο αριθμός τους στο 90% θα χρειαζόταν πάνω από ένας αιώνας εξερεύνησης.
Η σειρά των μικρών
Τα μελλοντικά ευρήματα είναι πιθανό να αφορούν μικρούς δεινόσαυρους. Οι μεγάλοι δεινόσαυροι βρέθηκαν συχνά πρώτοι, επειδή τα λείψανά τους ήταν πιο ανθεκτικά στις καιρικές συνθήκες και την καταστροφή από ό, τι εκείνα των μικρότερων ζώων.
Επιπλέον ήταν εκείνα στα οποία εστίαζαν οι κυνηγοί, καθώς τα μουσεία προτιμούσαν τους εντυπωσιακούς δεινόσαυρους για να προσελκύσουν επισκέπτες. Τώρα όμως που οι παλαιοντολόγοι καταβάλλουν μια προσπάθεια για να συμπληρώσουν ολόκληρα οικοσυστήματα, ανακαλύπτουν μερικούς από αυτούς τους μικρότερους δεινόσαυρους και συμπληρώνουν τμήματα της ιστορίας που προηγουμένως είχαν διαφύγει, ακόμα και σε σχηματισμούς που έχουν εξερευνηθεί για περισσότερο από έναν αιώνα. Οι νέες ανακαλύψεις έχουν αναδιατάξει και βελτιώσει το γενεαλογικό δέντρο των δεινοσαύρων πολλές φορές, διαπιστώνοντας μερικές φορές ότι αυτό που έμοιαζε με ένα οικείο ζώο αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα μια εντελώς νέα ομάδα με τη δική της εξελικτική ιστορία.
Η έρευνα στα πετρώματα είναι μόνο ένα μέρος της απαιτούμενης προσπάθειας, καθώς εξίσου συχνά οι ανακαλύψεις γίνονται σε συλλογές μουσείων ή μέσω της εξέτασης ήδη γνωστών απολιθωμάτων.
Οι αριθμοί μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτεροι από ό,τι ανέμεναν προηγουμένως οι παλαιοντολόγοι, καθώς όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Στίβεν Μπρουσάτε «σήμερα, περίπου 14.000 είδη δεινοσαύρων ζουν ως πτηνά. Κάντε τους υπολογισμούς και πιθανώς να μιλάμε για εκατομμύρια είδη δεινοσαύρων που ζούσαν κάποτε, ίσως και δεκάδες εκατομμύρια».