Η Αμέλια. Δεν είναι άνθρωπος. Είναι ένας ερυθρός τόνος, κολυμπά με καμάρι και ανακαλεί στη μνήμη της τους προγόνους της. Ελεύθεροι, καλοκαιρινοί κολυμβητές και θηρευτές. Οι ειδήσεις που μαθαίνει το τελευταίο διάστημα, η Αμέλια, δεν είναι και πολύ ευχάριστες. Αλλά πιστεύει πως όλα όσα ακούει είναι προπαγάνδα. Κάποιοι της μεταφέρουν ιστορίες τρόμου. Της λένε, ότι κάποιοι από το είδος της καταλήγουν τυλιγμένοι σε ρύζι, με κάτι καυτερές σάλτσες. Σε κάποιες ακτές, επίσης, ότι ξεβράζονται μαζικά νεκρά κουφάρια και καμένα – όχι ανθρώπινα – αφού τα νερά και τα δάση γίνονται ακατάλληλα.
Το βιβλίο «Μόμπι Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ θα μπορούσε να είναι μία ιστορία με πολλές μεταφορές. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1851 με τίτλο «Η φάλαινα», και μετά με τον γνωστό τίτλο του. Φαινομενικά είναι η ιστορία ενός μανιακού καπετάνιου. Ο Εϊχαμπ, έχει βάλει σκοπό της ζωής του να σκοτώσει μια φάλαινα, τον Μόμπι Ντικ. Εξαιτίας του είχε χάσει το πόδι του σε μια προηγούμενη, μεταξύ τους, αναμέτρηση. Το λογοτεχνικό, αυτό, δημιούργημα, αποτυπώνει με συμβολισμούς το πώς ο άνθρωπος μάχεται τη φύση. Τα ζώα του πλανήτη, έχουν μικρότερη αξία από την ανθρώπινη. Αυτό είναι μία κοινή αντίληψη που έχει το ανθρώπινο είδος και η εν λόγω διαστρέβλωση έχει φέρει τον πλανήτη σε μία οριακή κατάσταση. Είναι η δυσπιστία που έχουν μερικά μυαλά και η ταυτόχρονη άγνοια επί ενός συγκεκριμένου θέματος.
Το γεγονός ότι ο καπετάνιος θέλει εκδίκηση, είναι ψυχολογικά αξιόπιστο, αλλά στον κόσμο της μυθοπλασίας. Αλλά για να πιστέψουμε ότι αυτό μπορεί να συμβαίνει στον ωκεανό που ήδη γνωρίζουμε, πρέπει να προβούμε στη θλιβερή διαπίστωση ότι η θάλασσα, και τα πλάσματά του, είναι πεπερασμένα. Το πιο σύγχρονο βιβλίο «Kings of Their Own Ocean» (Βασιλιάδες του δικού τους ωκεανού) περιγράφει έναν αινιγματικό καπετάνιο με το όνομα Αλ Αντερσον. Επιασε και σημάδεψε έναν τόνο – του Ατλαντικού, στα ανοικτά των ακτών της Νέας Αγγλίας – με μια πλαστική ετικέτα. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα το ψάρι αυτό – που ονομάστηκε Αμέλια – πέθανε σε μια μεσογειακή παγίδα. Είναι μία καθηλωτική αφήγηση στα θαύματα, τους αγώνες και την προϊστορική κληρονομιά αυτού του κάθε είδους. Συνδυάζει την επιστήμη, τις επιχειρήσεις, το έγκλημα και την περιβαλλοντική δικαιοσύνη. Απορούμε πώς γίνεται να φτάσει ο πλανήτης να βράζει. Οταν η ιστορία του ανθρώπου αποδεικνύει ότι ακόμα και οι πιο απλές μας απολαύσεις μπορεί να έχουν κόστος για ένα άλλο είδος. Η παλαιότερη αλιευτική βιομηχανία στον κόσμο είναι το κυνήγι του ερυθρού τόνου στη Μεσόγειο. Ενα αρχαίο νόμισμα δείχνει έναν ελληνικό ναό με κίονες φτιαγμένους από ερυθρότερο. Απεικονίζει έναν τόνο που επιτίθεται σε έναν ταύρο. Ο ερυθρός τόνος θυσιαζόταν στον Ποσειδώνα. Συντηρούνταν με αλάτι και τα παιδιά τρέφονταν με συκώτι τόνου για να βοηθηθούν στην ανάπτυξη. Η Κύζικος, αποικία της Μιλήτου στην Προποντίδα, έχει χαρακτηριστικό εικονογραφικό στοιχείο στο νόμισμα τον θύννο, δηλαδή τον τόνο. Η παρουσία του ψαριού αυτού συνδεόταν, επίσης, με τη θέση της πόλης που συνιστούσε πέρασμα για αγέλες τόνων.
Το 1757, ένας μοναχός που ζούσε στη Σικελία έγραψε: «Τους προηγούμενους αιώνες οι τόνοι που πιάνονταν στις παγίδες ήταν άπειροι». Σε διάστημα είκοσι ετών, οι συγκομιδές τόνου είχαν μειωθεί στις εξήντα χιλιάδες ψάρια ετησίως και μετά στις πέντε χιλιάδες. Μια αξιόπιστη θεωρία αναφέρει ότι η μείωση, κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, δεν οφειλόταν στην υπεραλίευση, αλλά στην αλλαγή της θερμοκρασίας του νερού.
Χωρίς τον ερυθρό τόνο θα συμβεί το φαινόμενο του «τροφικού καταρράκτη». Ο αριθμός τους επηρεάζει την υγεία «του ξιφία, του σκουμπριού, της καραβίδας, τη ρέγγα, το καλαμάρι… και το φυτοπλαγκτόν» και τελικά τον «θηρευτή», τον άνθρωπο. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα ζημιών στις παράκτιες κοινότητες, οι οποίες ήδη απειλούνται από ακραία ζέστη και πλημμύρες.