Σε δύο σημαντικές αλλαγές προχώρησε χθες η Διοικούσα Επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου της Κίνας, που συνεδρίασε εκτάκτως. Από τη θέση τους, συγκεκριμένα, απομακρύνθηκαν ο υπουργός Εξωτερικών, Τσιν Γκανγκ – ο οποίος, όπως είναι γνωστό, έχει να εμφανιστεί δημοσίως εδώ και ένα ακριβώς μήνα – και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της χώρας, Γι Γκανγκ.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον (και προφανώς δεν θα απαντηθεί άμεσα) έχει να κάνει με το κατά πόσο αυτές οι αλλαγές σηματοδοτούν και μία στροφή του Πεκίνου στους δύο πιο κρίσιμους τομείς – την εξωτερική και την οικονομική-νομισματική πολιτική – καθώς και με τις επιπτώσεις που θα έχουν (εάν έχουν) αυτές οι αλλαγές στο σύστημα εξουσίας του Σι Τζινπίνγκ και τον ίδιο προσωπικά.
Ειδικά όσον αφορά τον Τσιν, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον προκάτοχό του και μέλος του πανίσχυρου Πολιτικού Γραφείου του ΚΚ Κίνας, Ουάνγκ Γι, τα ερωτήματα είναι περισσότερα.
Αλλωστε, ήταν φανερό ότι επρόκειτο για μια προσωπική επιλογή του προέδρου της χώρας, ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στη μετεωρική του άνοδο στην πυραμίδα της εξουσίας, στο πλαίσιο της «εκκαθάρισης» του κομματικού και κρατικού μηχανισμού και της πλαισίωσης των θέσεων-κλειδιά από δικούς του έμπιστους ανθρώπους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο 57χρονος διπλωμάτης αναβαθμίστηκε κυριολεκτικά εν ριπή οφθαλμού (για τα δεδομένα της πολιτικής και ειδικότερα της Κίνας), με αποτέλεσμα από διευθυντής του τμήματος Πρωτοκόλλου του υπουργείου Εξωτερικών την περίοδο 2014-17 να τοποθετηθεί πρέσβης στην Ουάσιγκτον τη διετία 2021-23. Παρά δε το γεγονός ότι εκεί, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Reuters και άλλων Μέσων, πέρασε δύσκολες ώρες, καθώς η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον κρατούσαν σε απόσταση θεωρώντας τον σκληρό και αδιάλλακτο, φέτος την άνοιξη βρέθηκε να είναι μέλος της κυβέρνησης της Κίνας και να ηγείται της διπλωματίας της.
Ο «αμερικανικός δάκτυλος»
Οι εξελίξεις, όμως, απέδειξαν ότι δεν ήταν… γραφτό του να μακροημερεύσει στη συγκεκριμένη θέση. Ετσι, μετά την πολύωρη συνάντηση που είχε στις 18 Ιουνίου με τον Μπλίνκεν στο Πεκίνο, ο Τσιν ουσιαστικά εξαφανίστηκε από προσώπου γης, ακυρώνοντας και μια σειρά από προγραμματισμένες επισκέψεις του, όπως στη σύνοδο της ASEAN.
Στο μεταξύ, όπως ήταν φυσικό, οι φήμες άρχισαν να οργιάζουν αναφορικά με την τύχη του και τα πραγματικά αίτια της απουσίας του από τα κοινά – με τους πιο «τολμηρούς» να υπονοούν ότι η απομάκρυνσή του αποτέλεσε ένα αντάλλαγμα του Πεκίνου προς την Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο της προσπάθειας επαναπροσέγγισης που φαίνεται πως καταβάλλουν η νυν και η ανερχόμενη υπερδύναμη.
Σημαντικά ζητήματα εγείρει και η αντικατάσταση του διοικητή της κεντρικής τράπεζας (PBOC) από τον αναπληρωτή του και ταυτόχρονα επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς της Κίνας, Παν Γκονγκσένγκ. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει υπόνοια «αμερικανικού δακτύλου».
Κι αυτό διότι κατά την πρόσφατη επίσκεψή της στο Πεκίνο, η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, είχε συναντηθεί με τον Παν και τον είχε αποκαλέσει πρόεδρο της PBOC…
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο ότι το έργο που έχει να επιτελέσει ο Παν είναι δύσκολο και κρίσιμο, καθώς η κινεζική οικονομία βρίσκεται σε μια μεταβατική και δύσκολη κατάσταση.
Τα διαρκή σκαμπανεβάσματα στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ μετά την περίοδο της Covid-19, σε συνδυασμό με τη «φούσκα» στην αγορά ακινήτων και το εμπάργκο της Δύσης δημιουργούν εξαιρετικά λεπτές ισορροπίες και ο νέος διοικητής θα κληθεί να αποδείξει στην πράξη τον χαρακτηρισμό του «πυροσβέστη» που έχει αποκτήσει, καθώς και την ιδιότητα του αδιάλλακτου απέναντι σε φαινόμενα κερδοσκοπίας.