Η κυριαρχία της οθόνης στη σύγχρονη ψηφιακή ζωή μας είναι γεγονός. Πίσω από οθόνες κινητών, τάμπλετ και υπολογιστών άτομα κάθε ηλικίας, φύλου και κοινωνικής θέσης καταναλώνουν λαίμαργα ψηφιακό περιεχόμενο, αλληλεπιδρούν και «ζουν» μέσα από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Focus Bari, τα social media χρησιμοποιούν σχεδόν 9 στους 10 Ελληνες, με το 87% των χρηστών να ασχολείται με αυτά καθημερινά. O μέσος χρόνος παραμονής σε αυτά φτάνει τα 86 λεπτά την ημέρα.
Κι αν οι ενήλικοι χρήστες επενδύουν τόσο χρόνο στο Διαδίκτυο, εγείρονται πολλά και εύλογα ερωτήματα για το τι συμβαίνει με τους «ψηφιακούς αυτόχθονες», δηλαδή τους μικρούς σε ηλικία χρήστες, τα παιδιά και τα νήπια. Πόσο χρόνο της ζωής τους περνούν πίσω από μία οθόνη; Πώς άλλαξε η πανδημία τη σχέση τους με το Διαδίκτυο; Πόσο επικίνδυνη ή μη είναι αυτή η σχέση των παιδιών και των νηπίων με τα νέα μέσα; Υπάρχουν συνέπειες στην ανάπτυξή τους (σωματική, πνευματική, συναισθηματική, ψυχολογική); Ποιος ο ρόλος των γονέων ώστε να επιτευχθεί μία ισορροπημένη χρήση του Διαδικτύου, από την οποία να προκύπουν μόνο οφέλη; Από την άλλη, μήπως η όλη δημόσια συζήτηση είναι τοποθετημένη σε λάθος βάση; Είναι πιθανό να δημιουργείται ένας ηθικός πανικός γύρω από την ενεργό συμμετοχή των μικρών παιδιών στον ψηφιακό κόσμο και να «παθολογικοποιείται» η εκ μέρους τους κατανάλωση της τεχνολογίας; Στα «ΝΕΑ» μιλούν άνθρωποι που εμπλέκονται στενά με τα παιδιά και την ψηφιακή τους κουλτούρα, εξετάζοντας τη διαδραστική τους σχέση με τα νέα μέσα.
Η έρευνα της Focus Bari για τη σχέση των Ελλήνων με το Διαδίκτυο εστιάζει και στα μικρά παιδιά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, «σχεδόν 9 στα 10 παιδιά (88%) είναι πλέον χρήστες Ιντερνετ, με τις ηλικίες 10-12 ετών (98%) να είναι online σε μεγαλύτερο βαθμό από τα μικρότερα παιδιά». Ερευνα που διεξήγαγε η αρμόδια Μονάδα του Νοσοκομείου Παίδων «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού» έχει δείξει ότι «το 78% των παιδιών ηλικίας 5 έως 12 ετών χρησιμοποιεί το Ιντερνετ, ενώ το ποσοστό ανεβαίνει στο 90% στην ηλικιακή ομάδα 10-12 ετών». Αναφορικά με τα μέσα που χρησιμοποιούν για να συνδεθούν στον ψηφιακό κόσμο οι ανήλικοι χρήστες, η ίδια έρευνα αναφέρει ότι «οι ηλικίες 5-6 ετών προτιμούν κυρίως το τάμπλετ (35%) καθώς και τα παιδιά 7-9 ετών (45%), ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά 10-12 ετών επιλέγουν κυρίως το smartphone (53%)». Τέλος, η Ιλια Θεοτοκά, κλινική ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο, επικαλούμενη διεθνείς μελέτες, συμπληρώνει: «Το 30% των παιδιών εκτίθεται στην οθόνη πριν από τα 2 του χρόνια και το 60% πριν από τα 5 έτη».
Πανδημία και εξάρτηση
Η έλευση της πανδημίας και ο εγκλεισμός στο σπίτι αύξησαν κατακόρυφα τη χρήση του Διαδικτύου από τα παιδιά, καθώς πολλές πτυχές της κοινωνικής τους ζωής, όπως η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία, αντικαταστάθηκαν από ψηφιακές δραστηριότητες της νέας ψηφιακής καθημερινής τους ζωής.
Η Αρτεμις Τσίτσικα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθύντρια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Στρατηγικές Αναπτυξιακής και Εφηβικής Υγείας», διεξάγοντας σχετική έρευνα, καταθέτει τα εξής στοιχεία αναφορικά με τον χρόνο που πέρασαν τα παιδιά πίσω από μία οθόνη στο διάστημα της πανδημίας: «Η αντίθεση μεταξύ των ωρών που περνούσαν τα παιδιά πριν και μετά τα μέτρα είναι τεράστια. Τα αγόρια περνούσαν 5 ώρες την ημέρα κατά τη διάρκεια της καραντίνας, σε αντίθεση με 2,1 ώρες την ημέρα πριν, ενώ τα κορίτσια περνούσαν 4,7 ώρες την ημέρα, σε αντίθεση με 1,9 πριν. Παιδιά μεταξύ 2 και 5 ετών αύξησαν τον χρόνο οθόνης πριν και στη διάρκεια του εγκλεισμού κατά 2,2 ώρες την ημέρα, τα παιδιά 5-12 ετών κατά 2,9 ώρες την ημέρα και οι έφηβοι 13-16 ετών κατά 3,3 ώρες την ημέρα».
Ο πολύς χρόνος που περνούν τα παιδιά «συνδεδεμένα» έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με τον συνιστώμενο χρόνο που υπαγορεύεται από το πρωτόκολλο της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας, κατά την οποία «για τα νήπια κάτω των 18 μηνών δεν επιτρέπεται καμία επαφή με την οθόνη – με εξαίρεση τις ζωντανές βιντεοκλήσεις -, ενώ για τα παιδιά 2-5 ετών απαγορεύεται η ατομική χρήση της οθόνης που δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τη 1 ώρα την ημέρα». Ο Γιώργος Κορμάς, υπεύθυνος της Γραμμής Βοήθειας του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου, σημειώνει: «Τα τελευταία 10 χρόνια, αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι πέφτουν κάθε χρόνο τα όρια ηλικίας των χρηστών του Διαδικτύου».
Η Ιλια Θεοτοκά, από την πλευρά της, εξηγεί γιατί η οθόνη είναι τόσο θελκτική για τα μικρά παιδιά. «Τα παιχνίδια στους υπολογιστές είναι φτιαγμένα έτσι ώστε να δημιουργούν εξάρτηση στον χρήστη τους. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι πως παρέχουν άμεση ανταμοιβή, όπως π.χ. η ντοπαμίνη, και επηρεάζουν τα κέντρα του εγκεφάλου», περιγράφει. Ο Γιώργος Κορμάς, ακόμη, προβαίνει σε μία παρατήρηση για τους γονείς οι οποίοι αφήνουν τις «ψηφιακές νταντάδες» να ασχοληθούν με τα παιδιά τους.
«Από την έναρξη της πανδημίας και έπειτα, υποχώρησε ο γονικός έλεγχος των παιδιών σε σχέση με την οθόνη. Εκτοτε, δεν επανήλθε ποτέ. Οι γονείς πια δεν προσπαθούν καν να βάλουν όρια», λέει, ενώ τονίζει πως δεν είναι λίγα τα περιστατικά κλήσης στα οποία οι γονείς ζητούν απεγνωσμένα βοήθεια καθώς τα – προσχολικής ηλικίας – παιδιά τους δεν μπορούν να… φάνε χωρίς το τάμπλετ ή κλαίνε όταν οι γονείς τούς το στερούν. «Οι γονείς έχουν συνδέσει την οθόνη με την επιβράβευση, τη στέρησή της με την τιμωρία ή τη χρησιμοποιούν ακόμα και σαν έναν τρόπο για να πείσουν το παιδί να φάει. Οταν συνδέουμε όλη τη λειτουργία του παιδιού μας με την οθόνη, είναι δύσκολο να αναπτύξει την προσωπικότητά του εκτός της ψηφιακής πραγματικότητας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται», σημειώνει ο ειδικός.
Συνέπειες
Πολλοί ειδικοί έχουν συνδέσει τη συστηματική χρήση του Διαδικτύου με προβλήματα στις αναπτυξιακές λειτουργίες. Για την Αρτέμιδα Τσίτσικα, «τα μικρά παιδιά που εκτίθενται για περισσότερο χρόνο σε ατομικές οθόνες (τάμπλετ, smartphone) έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καθυστέρηση στις εκφραστικές γλωσσικές τους δεξιότητες (σ.σ.: καθυστέρηση ικανότητας έκφρασης με λέξεις και προτάσεις). Για κάθε 30 λεπτά αύξησης στην καθημερινή χρήση, υπάρχει 49% αυξημένος κίνδυνος καθυστέρησης της έκφρασης της γλώσσας», εξηγεί η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής – Εφηβικής Ιατρικής. Η ίδια εντοπίζει δυσλειτουργίες από τη συστηματική χρήση του Διαδικτύου και στις κοινωνικές δεξιότητες του παιδιού. «Εάν χαθεί η προσωπική επαφή, υπάρχει το ενδεχόμενο να λείψει η εμπειρία στην ερμηνεία της ανθρώπινης επικοινωνίας, της γλώσσας του σώματος, των εκφράσεων του προσώπου», συμπληρώνει.
Η Ιλια Θεοτοκά προσθέτει μία ακόμα παράμετρο στο πρόβλημα: «Στο τάμπλετ τα μάτια γίνονται πιο ξηρά και ο εγκέφαλος μαθαίνει λιγότερο. Ο οπτικός και ο γνωστικός έλεγχος εξελίσσεται καλύτερα όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο στο χέρι παρά στο τάμπλετ». Επιπτώσεις, όμως, υπάρχουν τόσο στη σωματική όσο και στην οργανική υγεία των παιδιών. Η Αρτεμις Τσίτσικα επισημαίνει πως τις όποιες επιπτώσεις σε σωματικό επίπεδο δεν τις έχουμε δει ακόμη, μιας και η τεχνολογία τρέχει πιο γρήγορα από την έρευνα και τα αποτελέσματά της. Εντούτοις, παρατεταμένη έκθεση στις οθόνες για τα μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά συνδέεται με την αύξηση του ποσοστού παιδικής παχυσαρκίας, καθώς συνδυάζεται με μειωμένη σωματική άσκηση αλλά και κατανάλωση ανθυγιεινών σνακ. Τέλος, εστιάζει και σε έναν ακόμη κίνδυνο: «Η έκθεση σε ακατάλληλα ερεθίσματα μπορεί να οδηγήσει σε εξοικείωση με αυτά. Εχουμε δει παιδιά 5 ετών να αναπαράγουν σκηνές βίας αλλά και να απενοχοποιούνται συμπεριφορές που δεν πρέπει να υιοθετήσουν», περιγράφει, κάνοντας λόγο για πρώιμη σεξουαλικοποίηση, μη συμβατή με την παιδική ηλικία.