Θυμάστε το Cronut; Το γλυκό Φρανκενστάιν – μισό κρουασάν, μισό ντόνατ – που ήταν τόσο δημοφιλές όταν εμφανίστηκε, το 2013, ώστε οι Νεοϋορκέζοι να περιμένουν στην ουρά επί ώρες για να το δοκιμάσουν.
Αν δεν είχαν χρόνο, πλήρωναν κάποιους άνεργους για να περιμένουν στη θέση τους, ενώ ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν έως και εκατό δολάρια για ένα κομμάτι του υβριδικού γλυκού.
Ο δημιουργός του Cronut, Ντομινίκ Ανσέλ, κατοχύρωσε το όνομα, το οποίο οδήγησε στην εμφάνιση και διάφορων άλλων υβριδικών λιχουδιών.
Πρόσφατα, εμφανίστηκαν αφίσες σε όλο το Παρίσι, που διαφημίζουν ένα άγνωστο ποτό: το vière.
«Δεν το έχεις ξαναπιεί ποτέ», ήταν το σλόγκαν.
Η συσκευασία είναι ένα γυάλινο μπουκάλι με μεταλλικό καπάκι, το είδος με το οποίο ανοίγουμε μια μπίρα. «Δεν είναι τυπογραφικό λάθος», εξηγεί η κατασκευάστρια του ποτού, στον ιστότοπό της, για το «vière», προσθέτοντας ότι «θέλαμε να αλλάξουμε τα πράγματα συνδυάζοντας δύο ποτά που αγαπάμε». Vin (κρασί) + bière (μπίρα) = vière. Σαν να λέμε, μπιρόκρασο.
Ζυμώνεις και τα δύο μαζί
«Η ιδέα ήταν να μπορέσουμε να παρουσιάσουμε μερικά από όσα είναι υπέροχα στη Γαλλία», λέει στο περιοδικό «New Yorker» ο ζυθοποιός της εταιρείας Gallia Ρεμί Μορέν.
«Αλλά είμαστε ζυθοποιείο, άρα φτιάχνουμε μπίρα, σωστά;», προσθέτει έχοντας δίπλα του την Αμέλια Φράνκλιν, επικεφαλής μάρκετινγκ της Gallia για τοπικά προϊόντα.
Η εταιρεία ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1890, αναβίωσε το 2010 και αγοράστηκε από τη Heineken το 2021.
Η παραγωγή vière, εξηγούν, περιλαμβάνει και σταφύλια και δημητριακά.
Πέρυσι, η παραγωγή ξεκίνησε με περίπου τριάντα τόνους σταφυλιών που παραδόθηκαν αμέσως μετά τη συγκομιδή, από βιοκαλλιεργητές στην κοιλάδα του Λίγηρα, στο Αρντές και στην Αλσατία. «Θέλαμε να δώσουμε μια γαλλική ταυτότητα στη ζυθοποιία», εξηγεί ο Μορέν. Τα σταφύλια αφαιρούνται από το στέλεχος, συμπιέζονται και μένουν σε μεταλλική δεξαμενή.
Οταν ο Μορέν αισθάνεται ότι είναι η κατάλληλη στιγμή, προσθέτει ζυθογλεύκο, που προέρχεται από κριθάρι και σιτάρι. «Ζυμώνεις τα δύο μαζί και παίρνεις το καλύτερο και από τους δύο κόσμους», τονίζει. «Την υφή της μπίρας με τη γεύση του κρασιού».
Οινομπίρες και μπίρες σταφυλιού
Τα υβρίδια μπίρας και κρασιού, που μερικές φορές ονομάζονται οινομπίρες ή μπίρες σταφυλιού, δεν είναι ακριβώς μια ολοκαίνουργια ιδέα. Οι βέλγοι ζυθοποιοί άρχισαν να πειραματίζονται με μπίρες limbic ενισχυμένες με φρούτα εδώ και αιώνες.
Στην Αμερική, οι οινομπίρες απασχολούν πρωτοποριακές ζυθοποιίες όπως το Dogfish Head, το οποίο φτιάχνει μια «μπίρα με γεύση κρασιού» που ονομάζεται Mixed Media.
Σύμφωνα με τον νόμο, στις ΗΠΑ η υψηλότερη περιεκτικότητα σε σταφύλι μπορεί να είναι 49% για ένα ποτό που θέλει να αποκαλείται μπίρα, άρα αυτό είναι το ποσοστό στις οινομπίρες. Ομως το vière έχει υψηλότερη περιεκτικότητα.
Ο Μορέν ξεκίνησε την καριέρα του στην κουζίνα του διαμερίσματός του, χρησιμοποιώντας έναν μύλο καφέ και μπουκάλια Evian πέντε λίτρων. Εκτιμά τον αυθορμητισμό που φέρνουν τα σταφύλια στη σχετικά προβλέψιμη διαδικασία παρασκευής μπίρας. «Οι ζυθοποιοί θέλουν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο», λέει. «Αλλά οι οινοποιοί πιστεύουν ότι η φύση θα εξισορροπήσει τα πράγματα από μόνη της».
Σε ποτήρι κρασιού
Το Vière σερβίρεται σε ποτήρι κρασιού, όχι σε ποτήρι μπίρας. Στον Μορέν αρέσει να το πίνει πολύ κρύο: κόκκινα στο ψυγείο, λευκά και ροζέ στην κατάψυξη για μισή ώρα πριν ανοιχτούν.
Η Γαλλία, προφανώς, είναι λάτρις του κρασιού, αλλά η μπίρα κερδίζει γρήγορα έδαφος, ειδικά μεταξύ των νέων, το 32% των οποίων την ανέφερε σε πρόσφατη έρευνα ως το αλκοολούχο ποτό που προτιμά, ξεπερνώντας το κρασί κατά πέντε μονάδες.
«Παλιά δούλευα σε μπιραρία και συχνά έρχονταν άνθρωποι και μου έλεγαν: “Δεν μου αρέσει η μπίρα”», θυμάται ο Μορέν. «Αυτό το προϊόν είναι ακριβώς το είδος του προϊόντος που μπορούν να πιουν». Παραδόξως, δεν έχει ακούσει πολλά παράπονα από την παλιά φρουρά των αμπελουργών. «Βέβαια, γνωρίζουμε ότι δεν θα αρέσει σε όλους το Vière.
Kαι αυτό είναι εντάξει». Aνοίγει ένα μπουκάλι Vière σε τόνους ρουμπινιού που λέγεται Franc Jeu, κουνά το ποτήρι κυκλικά και πίνει μια γουλιά: «Αυτή είναι η δική μας εκδοχή ενός ιταλικού Lambrusco».