Τι σηματοδότησε η εμφάνισή σας ξανά στην Επίδαυρο;
Είναι μαγικός, υπέροχος χώρος. Ποτέ όμως δεν θεωρούσα ότι η εμφάνιση ενός ηθοποιού στο αργολικό θέατρο τον καταξιώνει, τον καθιερώνει ή τον δοκιμάζει. Πιστεύω ότι το θέατρο είναι ιερό παντού, είτε σ’ ένα δωματιάκι πέντε επί πέντε, είτε σε μια μεγάλη σκηνή. Σημασία έχει αυτό που κάνεις να διαπνέεται από αγάπη και σεβασμό – στην ιδέα ότι παρουσιάζεις κάτι μπροστά σε κόσμο. Η Επίδαυρος απαιτεί τον ίδιο σεβασμό που θα δείξεις οπουδήποτε. Ωρες ώρες νιώθω ότι έχει μυθοποιηθεί και για άλλους λόγους στους οποίους δεν θέλω να υπεισέλθω.
Αναφερθήκατε στην καταξίωση. Εσάς τι πιστεύετε ότι σας καταξίωσε;
Είναι μια λέξη που επίσης δεν συμπαθώ, όπως επίσης οι «πετυχημένος», «φτασμένος». Πρόκειται για ταμπέλες που δεν αποδίδουν την ουσία των πραγμάτων.
Ποια είναι η ουσία των πραγμάτων;
Αν αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι έχει αγάπη. Τότε κάποιοι θα το εκτιμήσουν και αυτό είναι πολύ όμορφο διότι δημιουργείται μια επικοινωνία, μια εμπιστοσύνη. Οταν ένας θεατής έρχεται να σε δει επειδή σέβεσαι αυτό που κάνεις, η επικοινωνία που αναπτύσσεται είναι ανεκτίμητη. Κάποιοι, εύκολα και πρόχειρα, το ονομάζουν «καταξίωση ή επιτυχία». Η τέχνη όμως είναι ένα πεδίο όπου συνέχεια δοκιμάζεσαι: πέφτεις, σηκώνεσαι. Εχει μια άλλη πορεία και δεν πρέπει να προσδιορίζεται με όρους επιτυχίας ή αποτυχίας ή sold out – αυτή η καινούργια καραμέλα. Στην εποχή μας υπάρχει η τάση να παίρνουν εμάς τους καλλιτέχνες και να μας κάνουν προϊόντα που πουλήσαμε ή όχι.
Ποια είναι η ευθύνη των καλλιτεχνών σε αυτό που αναφέρετε;
Φταίμε σε μεγάλο βαθμό, κυρίως εξαιτίας της ανασφάλειας που έφερε η εποχή του Covid. Εχει πέσει μια επιδημία της επιτυχίας και των sold out, όπως είπαμε. Εχει γίνει το σήμα κατατεθέν της εποχής μας. Η τέχνη έχει ελάχιστη σχέση με αυτά. Τα δημιουργήματα της τέχνης πρέπει να είναι ειλικρινή, αυθεντικά, τολμηρά, ριψοκίνδυνα. Μέσα σε αυτή τη λαίλαπα του χρόνου όλοι αναζητούν τα γεγονότα από θανάσιμη πλήξη. Κι εγώ βλέπω ότι είμαι σε αυτή την κρεατομηχανή, αλλά τουλάχιστον βλέπω ότι πρόκειται για κρεατομηχανή.
Αυτή η θέση σας τι αθωώνει μέσα σας;
Ευτυχώς έχω διαφυλάξει μέσα μου μια περιοχή για την οποία είμαι πολύ περήφανος και δεν την πουλάω σε κανέναν. Είναι ο σεβασμός και η αγάπη μου για ό,τι κάνω, είτε το παρουσιάζω στην Επίδαυρο, είτε σ’ ένα θεατράκι 50 θέσεων. Η Επίδαυρος έχει καταντήσει ένα κοσμικό γεγονός που δεν με αφορά.
Γιατί αποφασίσατε έπειτα από τόσα χρόνια να εμφανιστείτε ξανά;
Ηταν μια συγκυρία πραγμάτων. Το έργο, ο σκηνοθέτης – ο Γιώργος Σκεύας – και οι συντελεστές της παράστασης. Επίσης σε έναν χρόνο θα είμαι 70 ετών, οπότε τα περιθώρια στενεύουν.
Στο «Οιδίπους επί Κολωνώ» αναδύεται το ζήτημα της αποδοχής…
…που την αναζητούσε ο Οιδίποδας. Περιπλανιέται μετά την καταστροφή του αναζητώντας τον τόπο που θα τον αποδεχτεί. Θεωρεί μεγάλη αδικία αυτά τα δύο εγκλήματα που τον έχουν στιγματίσει και έπειτα από μεγάλο αγώνα έχει αθωώσει τον εαυτό του.
Σε ποιο βαθμό σάς απασχόλησε η αποδοχή;
Σίγουρα τη ρίζα αυτής της αναζήτησης θα τη βρει κανείς στα παιδικά χρόνια. Εκεί ο καθένας μας κουβαλάει κάποια πράγματα διαφορετικά, τα οποία έρχονται σε σύγκρουση με τη σκληρότητα που επιδεικνύουν τα παιδιά. Από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού αρχίζουν τα πλήγματα επειδή δεν μοιάζεις με κάποιους άλλους. Ενας από τους λόγους που έγινα ηθοποιός, αν το ψυχαναλύσω, είναι μια ανάγκη να με αγαπήσουν και να με αποδεχτούν. Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση για να πω ότι μέσα στην καραντίνα έγραψα τρεις ποιητικές συλλογές. Γράφοντας, ξύπνησαν πολλές μνήμες. Με αφορμή την ερώτησή σου κατάλαβα πόσα απ’ ό,τι έχουμε βιώσει ως παιδιά, τα τραύματα ας πούμε, καθορίζουν αυτό που είμαστε μέχρι να πεθάνουμε. Ο καλλιτέχνης επιχειρεί μέσα από τη δημιουργία του να γεφυρώσει αυτές τις διαφορές, τα πλήγματα. Είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Το θέατρο λοιπόν ήταν η γέφυρα με τα τραύματά μου. Αλλωστε στη σκηνή γίνεσαι ένας άλλος και την ίδια στιγμή είσαι πιο πολύ από ποτέ ο εαυτός σου.
Τρομερή αντίφαση.
Μέσα από ρόλους που μου αρέσουν ανακαλύπτω μια δύναμη που θεωρούσα ότι δεν την είχα.
Για παράδειγμα;
Ο Οιδίποδας αλλά και όλοι οι ρόλοι που έχουν θυμό, οργή, τρέλα. Είναι στοιχεία που καταπιέζω στην πραγματική ζωή αλλά υπάρχουν μέσα μου. Είμαι ένας καταπιεσμένος τρελός.
Ποιο τραύμα δεν καταφέρατε να επουλώσετε;
Την αίσθηση της μοναξιάς που ένιωθα από παιδί. Μεγάλωσα σε ένα ευτυχισμένο σπίτι, αλλά υπήρχε μια περιοχή όπου ένιωθα μόνος μου. Αυτό δεν επουλώνεται. Δεν ξέρω να το πω πολύ καλά. Από τη μια ήταν ευλογία και από την άλλη κατάρα.
Ποιος έστρεψε το βλέμμα σας στην τέχνη;
Μεγάλωσα με μια κοπέλα, τη Μαριώ, που ήταν από την Κρήτη, γιατί οι γονείς μου εργάζονταν. Με επηρέασε πολύ γιατί ακούγαμε πολλή μουσική και με πήγαινε συχνά σινεμά. Από εκεί μου μπήκε η πετριά της τέχνης.
Με ποιον από τους δύο γονείς σας ήσασταν περισσότερο δεμένος;
Με τη μητέρα μου, αλλά μεγαλώνοντας εκτίμησα πολύ το χιούμορ του μπαμπά μου. Από εκεί πηγάζει και η επιθυμία μου για την κωμωδία, την οποία δεν την ανέπτυξα ποτέ. Θα ήθελα όμως πολύ ν’ ασχοληθώ. Πιο πολύ έχω παίξει δραματικούς ρόλους.
Ασκούν μεγαλύτερη γοητεία στους ηθοποιούς, γιατί θεωρούν ότι τους δίνουν κύρος, υπόσταση.
Ναι, και είναι λάθος. Θα ‘θελα πολύ να επανορθώσω. Από τα ωραιότερα ελληνικά έργα είναι το «Ενας ήρωας με παντούφλες» και το «Δεσποινίς ετών 39».
Ποιο ήταν το πρόσωπο ή το έργο που διαμόρφωσε τη διαδρομή σας;
Ηταν δύο. Το ένα η Ελλη Λαμπέτη γιατί ήταν η πρώτη ηθοποιός που είδα στο θέατρο στα 13 μου χρόνια. Με καθόρισε, με μάγεψε. Επειτα καταλυτικό ρόλο έπαιξε η ατμόσφαιρα στο Θέατρο Τέχνης του Κουν. Εκεί αισθάνθηκα τη μαγεία του θεάτρου – συνόλου. Που πάνω απ’ όλα είναι το έργο, ο κόσμος του και οι ηθοποιοί μαζί. Δεν ήταν ο σταρ και γύρω γύρω οι άλλοι. Το θέατρο για μένα είναι μια πράξη συνόλου και όχι ενός ατόμου. Γι’ αυτό και στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου ήμουν ενταγμένος σε μια ομάδα.
Θυμάστε μια παράσταση από την εποχή που μου περιγράφετε;
Το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» το 1972, σε σκηνοθεσία Κουν, όπου έπαιζαν η Ρένη Πιττακή, ο Λαζάνης, ο Αρμένης. Αυτό ήταν και παραμένει το πιστεύω μου: όσοι παίζουν να δημιουργούν το κλίμα του έργου. Να φτιάχνουν μαζί έναν κόσμο. Αυτή είναι η ομορφιά του θεάτρου.
Αισθανθήκατε ποτέ ρωγμές σε πράξεις συνολικές όπου συμμετείχατε;
Σχεδόν πάντα. Είναι μια πολύ δύσκολη τέχνη που απαιτεί πνευματικότητα, η οποία στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Και δυσκολεύει ακόμη περισσότερο μέσα στην αγωνία και στον ναρκισσισμό που έχουμε οι ηθοποιοί. Πρέπει να κάνεις μια υπέρβαση του «εγώ» που πάσχει από αυτά και να μπεις στην υπηρεσία του εμείς. Εδώ έχει μεγάλη σημασία η συμβολή ενός σκηνοθέτη που θα εμπνεύσει αυτούς τους ανθρώπους να δείξουν την καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους. Αυτό θα έπρεπε να είναι το θέατρο: η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας.
Δεν υπάρχει όμως αυτή η συνθήκη τις περισσότερες φορές, οπότε τι κάνετε;
Αναγκάζεται κανείς να κάνει μια σειρά συμβιβασμών για να μπορεί να εργαστεί. Είναι μεγάλος κόπος.
Αισθανθήκατε ποτέ απογοήτευση τόσο ισχυρή που να σας κάνει ν’ αμφισβητήσετε τη θέση σας στον χώρο;
Ναι, βέβαια, τουλάχιστον τέσσερις φορές. Σκέφτηκα να τα παρατήσω οριστικά. Το θέατρο είναι μια δουλειά που όσο πιο πολύ την κάνεις με έρωτα, τόσο πιο πολύ έχεις κρίσεις απογοήτευσης. Η οδύνη είναι πολύ μεγάλη.
Δεν μπαίνετε πια υποψιασμένος;
Ναι, αλλά πάντα υπάρχουν εκπλήξεις. Η ζωή είναι απρόβλεπτη.