Μια σύγχρονη εκδοχή ευρωπαϊκής πολιτικοοικονομικής κωμωδίας εκτυλίχτηκε τα τελευταία 24ωρα στην Ιταλία. Παλαιότερα το ίδιο έργο είχε ανέβει και στην Ελλάδα. Δύο εκλογικές αναμετρήσεις οδήγησαν σε ματαίωση ανάλογων εν Ελλάδι παραστάσεων. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις πότε θα εμφανιστεί ένας Σαλβίνι και στα μέρη μας. Ο γνωστός για την πρόκληση σε πτώση της κυβέρνησης του τεχνοκράτη Ντράγκι έχει βρει στασίδι αντιπροέδρου στην κυβέρνηση Μελόνι και την περασμένη Δευτέρα έκανε κάτι που ακόμα και ο μέγιστος Καμμένος δεν τόλμησε. Βγήκε μόνος του, χωρίς την παρουσία της πρωθυπουργού, χωρίς ούτε καν τον υπουργό Οικονομικών, και ανακοίνωσε έναν έκτακτο φόρο 40% στις τράπεζες. Και μετά ήρθε η καταστροφή και πιο μετά η αναδίπλωση. Αλλά η ζημιά στην οικονομία έγινε.
Οι κακές γλώσσες λένε ότι Μελόνι και Σαλβίνι είχαν συναντηθεί με τις οικογένειές τους ένα 24ωρο πριν από τη δραματική ανακοίνωση σε μια τρατορία στην Τοσκάνη και τα είπαν. Και αφού τα είπαν οι δυο τους, τι σημασία είχε ο υπουργός Οικονομικών ή ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας; Αλλωστε και αυτούς αυτοί τους έχουν τοποθετήσει. Είχε προηγηθεί η απαίτηση Μελόνι να προχωρήσουν σε αλλαγές μιας σειράς στελεχών σε κρατικές εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες, η προσωπική της παρέμβαση στην πώληση του δικτύου της Telecom Italia αλλά και ο διορισμός ενός έκτακτου επιτρόπου για την εποπτεία των ξένων επενδύσεων που υπερβαίνουν το 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Ολες κινήσεις ανορθόδοξης οικονομικής πολιτικής, που μοιάζουν περισσότερο με τις προεκλογικές του Ερντογάν παρά με αυτές που αναλογούν στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης.
Επί της ουσίας, πρόκειται για το γνωστό έργο του «καλού», «πατριώτη» πολιτικού, ο οποίος, δήθεν αντιλαμβανόμενος τις κοινωνικές ανησυχίες των πολιτών, πετάει πυροτεχνήματα στον αέρα. Στην πραγματικότητα αυτά τα καθεστώτα, μόλις «σφίγγουν τα γάλατα» και αρχίζουν τα σύννεφα σύσφιγξης της οικονομικής πολιτικής να ζυγώνουν, επιχειρούν να μετακινήσουν σε άλλα θέματα την προσοχή της κοινής γνώμης.
Η κυβέρνηση της Μελόνι έχει δεσμευτεί, για παράδειγμα, ότι θα μειώσει τους φόρους στις οικογένειες. Βλέπει ότι αυτό δεν έχει το δημοσιονομικό περιθώριο να το κάνει. Και αν εκτροχιάσει τον προϋπολογισμό, ξέρει ότι θα το πληρώσει με αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του υπέρογκου δημόσιου χρέους της και επιπλέον θα κινδυνεύσει να ανοίξει μέτωπο με τις Βρυξέλλες τώρα που οι δημοσιονομικοί κανόνες επιστρέφουν.
Οπότε τι κάνει; Λαϊκίζει. Ψάχνει να πάρει από όπου μπορεί, να δείχνει ότι παλεύει να υλοποιήσει την υπόσχεσή της και υποθηκεύει το μέλλον της οικονομίας. Να κερδίσει, έστω και προσωρινά, λίγους πόντους στις δημοσκοπήσεις. Αυτή είναι η δουλειά των λαϊκιστών. Απλά ο χρόνος τους τελειώνει. «Μόνο όταν τελειώνει η παλίρροια, ανακαλύπτεις ποιος κολυμπάει γυμνός» έλεγε παλαιότερα ο πολυεκατομμυριούχος Γουόρεν Μπάφετ. Και η αλήθεια είναι ότι στην ευρωζώνη, όσο πλησιάζουμε προς τη μεγάλη διαπραγμάτευση για τα δημόσια οικονομικά και οι δημοσιονομικές πολιτικές γίνονται υποχρεωτικά πιο σφιχτές, τα… νερά αρχίζουν να κατεβαίνουν. Μαζί θα αρχίσει να αποκαλύπτεται ποιος στο μεσοδιάστημα βρέθηκε… γυμνός κατά τη διάρκεια της άμπωτης και ποιος οχυρώθηκε όσο διαρκούσε η πλημμυρίδα.