Η Ρωσία βρίσκεται για μια ακόμη φορά στο επίκεντρο αναταραχών στις αναδυόμενες αγορές, με βουτιά του νομίσματός της.

Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας αύξησε σημαντικά τα επιτόκια σε μια προσπάθεια να σταματήσει την υποχώρηση του ρουβλίου σε μια από τις πιο έντονες υποτιμήσεις στις αναδυόμενες αγορές. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αύξησαν το βασικό επιτόκιο δανεισμού στο 12% από 8,5%, τη δεύτερη συνεχόμενη αύξηση για να στηριχθεί το νόμισμα της χώρας.

Ηταν η πιο μεγάλη αύξηση των επιτοκίων στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία πριν από σχεδόν 18 μήνες.

Η έκτακτη συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας πραγματοποιήθηκε έναν μήνα πριν από την προγραμματισμένη στις 15 Σεπτεμβρίου, όταν η ισοτιμία πέρασε ακόμη και τα 100 ρούβλια ανά δολάριο ΗΠΑ για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του 2022.

Η απότομη νέα πτώση του ρωσικού νομίσματος έχει φέρει την κεντρική τράπεζα στο επίκεντρο μιας ολοένα και πιο έντονης συζήτησης για το πώς η Μόσχα θα μπορέσει να στηρίξει μια οικονομία που έχει πληγεί από τη συρρίκνωση των εσόδων από εξαγωγές και είναι απομονωμένη από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, σχολίαζε το Bloomberg.

Ακόμη και με τα επιτόκια να είναι πλέον στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και έναν χρόνο, οι διεθνείς αγορές παραμένουν ανήσυχες καθώς έχουν χαθεί πολλά κεφάλαια. Την ίδια στιγμή αρνητικά έχει επηρεάσει και το γεγονός ότι η Μόσχα πραγματοποιεί συνεχώς μεγάλες σημαντικές στρατιωτικές δαπάνες που επηρεάζουν την οικονομία.

Τριβές

Στο εσωτερικό της χώρας μάλιστα υπάρχουν τριβές καθώς αρκετοί σύμμαχοι του Βλαντίμιρ Πούτιν κατηγορούν την κεντρική τράπεζα για χαλαρή νομισματική πολιτική. Η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας Ελβίρα Ναμπιουλίνα έχει πάρει επαίνους από τη Μόσχα για τους χειρισμούς της στην οικονομία από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά το εξασθενημένο ξανά ρούβλι και ο υψηλός πληθωρισμός έχουν προκαλέσει εσωτερικές αντιδράσεις ειδικά από υπερμάχους του πολέμου, σχολίαζε το Reuters.

Κριτική για τη νομισματική πολιτική της που έχει κάνει επίσης εναντίον της το Κρεμλίνο δημοσίως προσθέτει περαιτέρω πίεση στην κεντρική τράπεζα. Σημειώνεται πως η Ρωσία οδεύει προς τις προεδρικές εκλογές τον Μάρτιο του 2024, με τους καταναλωτές να πλήττονται από τις αυξανόμενες τιμές βασικών αγαθών λόγω αδύναμου εθνικού νομίσματος.

Εκτός από τα βασικά προβλήματα της ρωσικής οικονομίας αναδεικνύεται και μια άτυπη διαμάχη που έχει ξεσπάσει στο Κρεμλίνο: ο Μαξίμ Ορέσκιν, οικονομικός σύμβουλος του ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, κατηγόρησε ευθέως την επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της χώρας Ελβίρα Ναμπιουλίνα για την κατάρρευση του νομίσματος.

Σε άρθρο του στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Itar-Tass τη Δευτέρα, ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του Πούτιν είπε ότι «η πηγή της αποδυνάμωσης του ρουβλίου και της επιτάχυνσης του πληθωρισμού είναι η ήπια νομισματική πολιτική».

Πληθωρισμός

Οι βολές αυτές προκάλεσαν την άμεση αντίδραση της κεντρικής τράπεζας, η οποία απέφυγε να ανεβάσει τους τόνους και αρκέστηκε στο να τονίσει ότι ενδέχεται να αυξήσει το βασικό της επιτόκιο. Σε ανακοίνωσή της τόνισε ότι οι πιθανές αυξήσεις επιτοκίων στις επόμενες προγραμματισμένες συνεδριάσεις της κρίνονται απαραίτητες για τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο της στο 4%.

Ωστόσο έσπευσε να προσθέσει ότι η πτώση του ρουβλίου δεν αποτελεί απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ρωσίας. Και αντικρούοντας τις κατηγορίες επεσήμανε ότι το ρούβλι δέχεται πιέσεις από παράγοντες όπως η πτώση του όγκου των εξαγωγών και η ταυτόχρονη αυξανόμενη εσωτερική ζήτηση για εισαγωγές εν μέσω αύξησης του κρατικού δανεισμού.

Η δημόσια αυτή αντιπαράθεση φανερώνει τη διχόνοια που έχει ξεσπάσει στα υψηλότερα κλιμάκια του ρωσικού κατεστημένου σχετικά με το πώς μπορεί η οικονομία να ανταποκριθεί στην κατάρρευση του νομίσματος σε επίπεδα που είδαμε εβδομάδες μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.