«Ο Τραμπ λειτουργεί ως αφεντικό της Μαφίας. Τώρα, διώκεται και ως τέτοιο», έγραφε στις 31 Μαρτίου η αρθρογράφος του MSNBC, Κέιτι Φανγκ.
Δεν διστάζει, μάλιστα, να κάνει σύγκριση του τέως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών ακόμη και με τον περιβόητο Αλ Καπόνε, υπενθυμίζοντας ότι ο τελευταίος «έχτισε μια αυτοκρατορία πολλών εκατομμυρίων δολαρίων μέσα από το λαθρεμπόριο, τους εκβιασμούς, τις εν ψυχρώ δολοφονίες, τα τυχερά παιχνίδια και τη διαφθορά» – και υπονοώντας, εμμέσως πλην σαφώς, ότι ο Τραμπ έχει κάνει κάτι ανάλογο.
Στο ίδιο άρθρο, η Φανγκ επικαλείται, επίσης, μια επίσημη δήλωση του άλλοτε στενού συνεργάτη του, Μάικλ Κοέν, ο οποίος είχε πει ότι ο τέως πρόεδρος «χρησιμοποιούσε τακτικές που παρέπεμπαν σε αυτές της Μαφίας προκειμένου να πολεμήσει τους εχθρούς του και να προωθήσει τα προσωπικά του σχέδια».
Από την πλευρά του, ο πρώην δημόσιος κατήγορος του Μανχάταν, Μαρκ Πόμεραντζ, γράφει σε βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα, αναφερόμενος στον Τραμπ: «Στην καριέρα μου ως δικηγόρος, είχα συναντήσει μόνο ένα πρόσωπο το οποίο σχετιζόταν με όλα αυτά: τον Τζον Γκότι, επικεφαλής της οικογένειας Γκαμπίνο που δρούσε στον χώρο του οργανωμένου εγκλήματος».
Αλλοι, ανάμεσά τους και το BBC, παραπέμπουν και στην περίπτωση ενός ακόμη πασίγνωστου αμερικανού μαφιόζου. Πρόκειται για τον Βίνσεντ Γκιγκάντε, αφεντικό της οικογένειας Γενοβέζε, ο οποίος άφησε εποχή με την αδίστακτη δράση του στη Νέα Υόρκη την περίοδο 1981-2005.
Η τέταρτη κακουργηματική δίωξη
Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι η νέα δίωξη που ασκήθηκε εις βάρος του (όπως και εις βάρος άλλων 18 συνεργατών του, ανάμεσά τους και ο Ρούντι Τζουλιάνι, ο οποίος διετέλεσε και δήμαρχος Νέας Υόρκης στο διάστημα 1994-2001) από την εισαγγελέα της κομητείας του Φούλτον, Φάνι Γουίλις, για προσπάθεια αλλοίωσης του αποτελέσματος των εκλογών του 2020 στην πολιτεία της Τζόρτζια, ενισχύει τους παραπάνω ισχυρισμούς.
Κι αυτό διότι βασίζεται σε έναν νόμο ο οποίος ψηφίστηκε από τη δεκαετία του ’70 – του οποίου η Γουίλις είναι φανατική υπέρμαχος – προκειμένου να συμβάλει στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της Μαφίας και επιφέρει έως και 20 έτη φυλάκισης.
Αλλωστε, το όνομά του – νόμος για τις Οργανώσεις με Επιρροή μέσω Εκβιασμών και Διαφθοράς (RICO) – μαρτυρά ουσιαστικά και το περιεχόμενό του, όπως επίσης και το γεγονός ότι ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρείται ότι εμπίπτει στις διατάξεις του, καθώς θεωρείται ύποπτος για κατά συρροή εγκληματική δράση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αριθμός των κακουργημάτων που του αποδίδονται έχει φτάσει πλέον τα 91, με αποτέλεσμα το 2024 να είναι μια ιδιαίτερη – και εξαιρετικά επικίνδυνη – χρονιά.
Μια χρονιά που θα σφραγιστεί όχι απλώς από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, στις οποίες ο Τραμπ θα είναι – όπως όλα δείχνουν – εκ νέου υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, αλλά και μιας σειράς (όσα και τα κατηγορητήρια που έχουν απαγγελθεί εναντίον του) «Δικών του Αιώνα» για τις ΗΠΑ.
Οπως σημειώνει στο ρεπορτάζ της η Axios, «από τώρα μέχρι τον Μάιο έχουν προγραμματιστεί πέντε δίκες εις βάρος του Τραμπ», η έναρξη και διεξαγωγή των οποίων θα συμπέσει με τα προκριματικά τις Αϊοβα για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, με την αποκαλούμενη «Σούπερ Τρίτη», ακόμη και με το τελικό συνέδριο του κόμματος πριν από την αναμέτρηση του Νοεμβρίου που θα αναδείξει τον νέο πρόεδρο. Σε αυτό το φόντο, όπως γράφει ο αρθρογράφος των «New York Times», Πίτερ Μπέικερ, «η χώρα οφείλει να προετοιμαστεί γι’ αυτό που σίγουρα θα περιγραφεί ως η Δίκη του Αιώνα. Και μετά θα ακολουθήσει η επόμενη Δίκη του Αιώνα και μετά η επόμενη και μετά η επόμενη».
Τι απαντά το επιτελείο Τραμπ
Σε αυτό το φόντο, ο Τραμπ και το νομικό και πολιτικό επιτελείο του φαίνεται πως θα αντιτάξουν δύο κυρίως «χαρτιά»: Το ένα βασίζεται στον ισχυρισμό ότι πρόκειται για πολιτικές διώξεις και «κυνήγι μαγισσών» – «γιατί δεν μου άσκησαν δίωξη πριν από δυόμισι χρόνια;», ήταν το ερώτημα που έθεσε ο ίδιος, για να απαντήσει ότι αυτό έγινε «επειδή ήθελαν να το κάνουν εν μέσω της πολιτικής μου εκστρατείας».
Οσο για το άλλο, έχει να κάνει με την ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ και την προσπάθεια να στερηθεί από τον ίδιο και τα εκατομμύρια των υποστηρικτών του με τακτικές που συνηθίζονται σε ολοκληρωτικά καθεστώτα και μετατροπή της δικαιοσύνης σε πολιτικό όπλο.
«Προσβλέπουμε στην αναλυτική εξέταση του συγκεκριμένου κατηγορητηρίου, το οποίο δεν χωρά αμφιβολία ότι είναι εξίσου έωλο και αντισυνταγματικό με όλη αυτή τη διαδικασία», ανέφερε το νομικό επιτελείο του Τραμπ, ο οποίος υποχρεούται να παραδοθεί στις Αρχές (για να αφεθεί πιθανότατα ελεύθερος με όρους) μέχρι τις 25 Αυγούστου.
Ο ίδιος ανακοίνωσε χθες ότι θα δώσει τη δική του αναλυτική απάντηση την ερχόμενη Δευτέρα, 21 του μήνα, ενώ από την πλευρά της η εισαγγελέας Γουίλις έκανε λόγο για «εκπλήξεις».
Πλέον, όπως είναι σαφές, το μεγάλο ερώτημα έχει να κάνει με τις επιπτώσεις που θα έχει στο εκλογικό σώμα το μπαράζ των διώξεων κατά του τέως προέδρου. Κυρίως δε στις τάξεις των θεωρούμενων ανένταχτων ψηφοφόρων, οι οποίοι και συνήθως κρίνουν το αποτέλεσμα των εκλογών. Για την ώρα, οι δημοσκοπήσεις δεν δίνουν ξεκάθαρες απαντήσεις.