Εικόνα πρώτη: το πρώτο ζυθοπωλείο που δημιουργήθηκε για τους Βαυαρούς την εποχή του Οθωνα ήταν το Πράσινο Δενδρί κοντά στην Ιερά Οδό, περίπου στο ύψος της Πειραιώς. Το δεύτερο κέντρο διασκέδασης κατασκευάστηκε από τους Βαυαρούς στην οδό Πατησίων, «μετά το γεφυράκι της σημερινής Στουρνάρη… εκεί όπου αργότερα θα κτισθεί το Πολυτεχνείο», όπως σημειώνει ο Βασίλης Θεμ. Μπακογιάννης στην πρόσφατη έκδοση «Πατήσια – ένας περίπατος στην ιστορία τους» (εκδ. Κουκκίδα). Το δεύτερο λεγόταν Παυσίλυπον, μετά την έξωση του Οθωνα λειτούργησε ως εξοχικό καφενείο και μέχρι το 1956 ως εντευκτήριο στρατιωτικών.
Εικόνα δεύτερη: στην ταινία του Χρήστου Αποστόλου «Ανθισμένη αμυγδαλιά» – βασισμένη σε επεισόδια από τη ζωή του Γεώργιου Δροσίνη – υπάρχει ένας διάλογος ανάμεσα σε έναν πλανόδιο μανάβη και μια πελάτισσα. «Κύριε μανάβη, πόσο έχουν οι πατάτες;». Ο τελευταίος απαντά: «Δύο δεκάρες η οκά». «Δύο δεκάρες; Δεν τρελάθηκα». Και η ανταπάντηση του μανάβη: «Ναι, αλλά είναι πατησιώτικες, που δεν έχεις φάει ούτε στον ύπνο σου». Η σημείωση του Βασίλη Μπακογιάννη είναι και εδώ διαφωτιστική για τις καλλιέργειες της περιοχής: «Λόγω της μικρής απόστασης, τα Πατήσια αποτέλεσαν πάντοτε το προάστιο της πόλης της Αθήνας με καθημερινή παρουσία στη ζωή των Αθηναίων, καθώς τους τροφοδοτούσαν με αγροτικά προϊόντα».
Λεπτομέρειες και ψηφίδες από την ιστορία και την εξέλιξη της αθηναϊκής συνοικίας, όπως οι παραπάνω, περισσεύουν στην αθηναιογραφική έκδοση, το «αφηγηματικό παζλ», όπως το περιγράφει ο ίδιος ο συγγραφέας. Από το κατατοπιστικό βιβλίο σταχυολογούμε ορισμένα αποσπάσματα που αποδίδουν το «ύφος μιας πολιτείας»:
Η ονομασία
«Η πρώτη γραπτή αναφορά στην ονομασία Πατήσια παρουσιάζεται το 1634 σε περιουσιακό κατάλογο του ναού της Παναγίας του Αγγέλου… Η δεύτερη αναφορά γίνεται στην ακολουθία της Αγίας Φιλοθέης, έγγραφο του 1775. Πώς όμως προέκυψε η ονομασία, δεν έχει μέχρι σήμερα απαντηθεί με σιγουριά… Εχει υποστηριχθεί ότι πιθανόν να προέρχεται από τον αρχαίο δήμο της Αιγηίδος Φυλής Βατή και από την παραφθορά του επιρρηματικού τύπου Βατήσι». Ο συγγραφέας πάντως καταθέτει, εκτός άλλων, και μία άποψη εξίσου αποδεκτή ως πιθανή: «Ενδέχεται να επικράτησε η λαϊκή ονομασία από τη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσει κανείς, ξεκινώντας από την πύλη της πόλης των Αθηνών και πηγαίνοντας ίσια (περπάτα – πάτα ίσια) προκειμένου να βρεθεί στην αγροτική περιοχή».
Η αρχιτεκτονική
Λίγες είναι οι πληροφορίες που σώζονται για τα σπίτια της περιοχής κατά τον 19ο αιώνα. Μία από αυτές, ωστόσο, παρέχει ο κορυφαίος αρχιτέκτονας Αρης Κωνσταντινίδης για το σπίτι της οδού Πατησίων 279, εκεί όπου αργότερα χτίστηκε η Φοιτητική Εστία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο αρχιτέκτονας δηλώνει εντυπωσιασμένος και αναφέρει: «Το πιο σημαντικό και το αξιόλογο σ’ αυτά τα κτίσματα […] είναι ότι θεμελιώνονται απάνω στους νόμους που δικαιώνουνε την ύπαρξή μας σε ένα συγκεκριμένο ελληνικό τοπίο. Που έχει τις δικές του κλιματολογικές αρετές, όσο και προδιαγραφές και δεσμεύσεις, και μία ελληνική γραμμή και ποιότητα, ένα ελληνικό χρώμα». Από την άλλη, από τα πρώτα καινούργια σπίτια που χτίζονται μετά την απελευθέρωση είναι του ναυάρχου της αγγλικής μοίρας Μάλκομ (1832-1835), μέσα στα κτήματα της οικογένειας Μαυροκορδάτου, στο σημερινό Ασυλο Ανιάτων. «Η επιλογή για την κατασκευή αυτή», σημειώνει ο Β. Μπακογιάννης, «είναι καθοριστική για τη μετέπειτα εξέλιξη της περιοχής, καθώς υποδηλώνει ότι η περιοχή είναι ασφαλής και δεν κινδυνεύει από τους ληστές. Ενθαρρύνονται έτσι και άλλοι να ακολουθήσουν το παράδειγμά του και να κτίσουν τις επαύλεις τους. Οπως αναφέρει ο Λουδοβίκος Ρος στις αναμνήσεις του, τα περίχωρα της Αθήνας ήταν τόσο επικίνδυνα, ώστε οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ δεν τολμούσαν ούτε το καταμεσήμερο να μεταβούν στα Πατήσια χωρίς να είναι πάνοπλοι και με συνοδεία».
Οι Γάλλοι και τα ενοίκια
«Από τα μέσα του 18ου αιώνα παρατηρείται γαλλική παρουσία στα Πατήσια, όπως ανέφερα πιο πάνω, κυρίως με τους προξένους Γάσπαρη, Μετρούδ, Καϋράκ και συγγενείς τους που κατέχουν κτήματα και εξοχικές κατοικίες στην περιοχή. Στη συνέχεια, την περίοδο του Οθωνα, εκεί βρίσκεται και η κατοικία του γάλλου πρέσβη. Η γαλλική πρεσβεία στεγαζόταν σε ένα κτίριο στις αρχές της οδού Πειραιώς, αλλά ο πρέσβης, για τις συναντήσεις με τον βασιλιά και άλλα διπλωματικά πρόσωπα, χρησιμοποιούσε την κατοικία του στο μέγαρο Μάλκομ. Την ίδια περίοδο, και άλλα σημαντικά πρόσωπα της αθηναϊκής κοινωνίας διατηρούν στην περιοχή κτήματα με εξοχικές κατοικίες, καθώς το κλίμα είναι ιδανικό και η απόσταση από το κέντρο μικρή. Δημιουργήθηκε έτσι ζήτηση σε σπίτια με επακόλουθο τη μεγάλη αύξηση της τιμής των ενοικίων».
Η αντιπαροχή
«Χωρίς αρχιτεκτονικό έλεγχο η οικοδομική δραστηριότητα αφέθηκε στα χέρια των εργολάβων με το εφεύρημα της αντιπαροχής. Η αντιπαροχή έδινε τη δυνατότητα σε εργολάβο, οικοπεδούχο και αγοραστή σε μια συμφέρουσα συνεργασία όλων για την ανέγερση πολυώροφης οικοδομής. Θεωρητικά η αντιπαροχή θα ήταν το ιδανικό μέτρο εάν υποχρέωνε και τη συμμετοχή αρχιτεκτόνων. Οι εργολάβοι όμως περιορίστηκαν στους πολιτικούς μηχανικούς, χωρίς ουσιαστικά τον σωστό καταμερισμό του οικοπέδου, τον έλεγχο στην ποιότητα των υλικών, ούτε στην αισθητική αλλά και στο τελικό αποτέλεσμα της οικοδομής. Για να αναφέρω μια προσωπική μαρτυρία, σε πολυκατοικία της περιοχής μου ο εργολάβος μπετατζής, από λάθος υπολογισμό, τη σκάλα του κλιμακοστασίου την έφτασε να περνά μέσα από διαμέρισμα του 5ου ορόφου».