Η σημαντική μείωση της παραγωγής ελαιολάδου διεθνώς τροφοδοτεί την ακρίβεια και στην Ελλάδα.
Οι ανατιμήσεις, γενικότερα, στα τρόφιμα τροφοδοτούνται από τη μειωμένη παραγωγή (καύσωνες, πυρκαγιές, βροχοπτώσεις, κ.ά.), την αύξηση του ενεργειακού κόστους που πυροδοτεί τιμές στα μεταφορικά, στις ζωοτροφές, κ.λπ., αλλά και τα προβλήματα στη συγκομιδή, λόγω έλλειψης εργατικών χεριών.
Τα παραδείγματα των μεγάλων ανατιμήσεων στα τρόφιμα και, ειδικά στα νωπά λαχανικά και φρούτα, αφορούν σχεδόν όλη την γκάμα.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τιμή των χονδρών πιπεριών που είναι όσο περίπου η τιμή του χοιρινού το 2020 (περίπου 2,40 ευρώ το κιλό), ή όσο το μισό κιλό κατσικίσιου κρέατος σήμερα, σύμφωνα με τον Οργανισμό Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (τιμές Απριλίου για λόγους συγκρισιμότητας και εποχικότητας).
Εντυπωσιακή είναι η ανατίμηση στο ελαιόλαδο, το οποίο αποτελεί κύριο στοιχείο της μεσογειακής και ελληνικής κουζίνας, αλλά και βασικό προϊόν των χωρών του Νότου.
Η ξηρασία που πλήττει την Ισπανία αλλά και οι φετινοί καύσωνες και στην Ιταλία, σε συνδυασμό με τις καταστροφές από πυρκαγιές, οδηγούν σε μειωμένη σοδειά ακόμα και κατά 50%, ενισχύοντας τις ελληνικές εξαγωγές αλλά οδηγώντας σε ράλι τιμών και στην εγχώρια αγορά.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, στα μέσα του Ιουλίου, οι μέσες τιμές παραγωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην ΕΕ ξεπερνούσαν σημαντικά τα 6,5 ευρώ ανά κιλό, ενώ στην Ελλάδα ήδη οι τιμές παραγωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου έχουν διαμορφωθεί μεταξύ 7,2-7,5 ευρώ ανά κιλό με συμφωνίες πρόσφατα να κλείνουν στα 8-8,2 ευρώ.
Η αυξημένη ζήτηση επηρεάζει ήδη τις τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ και μέσα σε έναν χρόνο οι τιμές των ελαίων αυξήθηκε κατά 10,6% σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής ενώ σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat τον Ιούνιο η τιμή του ελαιολάδου είχε αυξηθεί κατά 21,9% σε σχέση με έναν χρόνο πριν.
Μάλιστα σήμερα οι λιανικές τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ κυμαίνονται από 6,5 ευρώ τα ιδιωτικής ετικέτας το λίτρο έως 11,65 ευρώ το λίτρο το επώνυμο έξτρα παρθένο, με τους λιανεμπόρους να μην μπορούν να προβλέψουν πού θα σταματήσει το ράλι αυτό.
Η παραγωγή.
Βασικός λόγος της εκτόξευσης, φέτος, των τιμών, όπως εξηγούν παράγοντες της αγοράς, είναι η ραγδαία πτώση της παραγωγής στην Ισπανία, η οποία έδινε μέχρι το 2021 περισσότερο από το 50% της παγκόσμιας παραγωγής (1,7 εκατ. τόνους) και μειώθηκε στους 660.000 τόνους με τις προβλέψεις να είναι δυσοίωνες και για το 2023. Αντίστοιχα και η Ιταλία εκτιμάται ότι θα έχει μικρότερη παραγωγή κατά 50.000 τόνους, δηλαδή 300.000 τόνους.
Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ), η μέση τιμή, ανά κιλό, είναι στην Ιταλία, για το έξτρα παρθένο πάνω από 7 ευρώ (Μπάρι) και φτάνει στα 10 ευρώ (Πεσκάρα), ενώ στην Τυνησία είναι πάνω από 6 ευρώ ανά κιλό με αυξητικές τάσεις τις τελευταίες εβδομάδες. Στην Ισπανία η μέση τιμή τις τελευταίες εβδομάδες είναι πάνω από τα 6,60 ευρώ.
Οι προβλέψεις θέλουν σύντομα οι τιμές στη χονδρική να ξεπεράσουν τα 7,5-8 ευρώ.
Η κατάσταση αυτή στρέφει τις δύο αυτές χώρες στην Ελλάδα για να καλύψουν τη δική τους εσωτερική ζήτηση γεγονός που ενισχύει τις ελληνικές εξαγωγές αλλά και τις τιμές και στην εγχώρια αγορά.
Ομως και στην Ελλάδα η αύξηση του καλλιεργητικού κόστους, η έλλειψη εργατικού δυναμικού για τη συγκομιδή και καταστροφές που σημειώθηκαν από πυρκαγιές σε διάφορες περιοχές δημιουργούν δυσκολίες με άμεση επίδραση στις τιμές. Επιπλέον στην Ελλάδα φέτος αναμένεται η ελαιοκομική περίοδος 2023-24 να έχει σχετικά μειωμένη παραγωγή, ειδικά, σε περιοχές, όπου πέρυσι υπήρξε καλή παραγωγή λόγω της «κυκλικότητας» με την οποία δίνει καρπό το ελαιόδεντρο, ενώ και οι καύσωνες του Ιουλίου επηρέασαν την καρποφορία.