Κινδύνους για τη δημόσια υγεία εγκυμονεί η ελεύθερη διάθεση στην αγορά προϊόντων κάνναβης που περιέχουν μια ουσία με δράση αντίστοιχη με αυτήν της ελεγχόμενης τετραϋδροκανναβινόλης (THC), της βασικής ψυχοτρόπου ουσίας της κάνναβης. Πρόκειται για την εξαϋδροκανναβινόλη ή HHC, η οποία παράγεται με ημισυνθετικό τρόπο, έχοντας ως βάση την κανναβιδιόλη (CBD) και προωθείται ως υποκατάστατο της THC, με όσους την εμπορεύονται να διαφημίζουν ότι η επίδρασή της είναι παρόμοια με αυτή της τετραϋδροκανναβινόλης. Με την εν λόγω ουσία να έχει εντοπιστεί για πρώτη φορά ως ψυχοτρόπο κανναβινοειδές για ψυχαγωγική χρήση μόλις το 2019 στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέσα σε λίγα χρόνια εξαπλώθηκε ταχύτατα στην Ευρώπη – περιλαμβανομένης και της χώρας μας – κυκλοφορώντας χωρίς περιορισμούς εξαιτίας ενός δυνητικά επικίνδυνου νομοθετικού κενού που εν πολλοίς φέρνει νομιμοποίηση της εμπορίας και χρήσης ψυχαγωγικής κάνναβης από το παράθυρο του… περιπτέρου, καθώς προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε HHC πωλούνται πλέον ελεύθερα, δίπλα σε τσίχλες και σοκολάτες και σνακ.
Σήμερα, μια απλή αναζήτηση στο Διαδίκτυο με τους όρους «αγορά HHC» επιστρέφει περισσότερα από 200.000 αποτελέσματα. Στις πρώτες θέσεις φιγουράρουν διαδικτυακά καταστήματα προϊόντων κάνναβης, πολλά εκ των οποίων προσφέρουν μια μεγάλη ποικιλία σκευασμάτων που περιέχουν εξαϋδροκανναβινόλη. Στικ ατμίσματος, έλαια και ζελεδάκια είναι κάποιες μόνο από τις εναλλακτικές που προσφέρονται στους καταναλωτές, οι οποίοι μπορούν να περιηγηθούν σε μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, έχοντας απλώς πρώτα «δηλώσει» και με ένα κλικ επιβεβαιώσει ότι είναι άνω των 18 ετών.
Σε ορισμένα από αυτά τα διαδικτυακά καταστήματα, μάλιστα, παρέχονται και ορισμένες πληροφορίες για την HHC, τον τρόπο παρασκευής και την επίδρασή της. Ετσι για παράδειγμα, σε ιστότοπο πώλησης προϊόντων εξαϋδροκανναβινόλης διαβάζουμε ότι «όπως οποιοδήποτε από τα νέα κανναβινοειδή που προέρχονται από κάνναβη, δεν υπάρχει τυπική δόση και ελάχιστη έως καθόλου έρευνα για τις άμεσες ή μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κατάποσης HHC. Η αγορά HHC είναι μία καινούργια αγορά που χρήζει περισσότερης έρευνας και μελέτης».
Πώς γίνεται τα ίδια καταστήματα που προειδοποιούν ότι γνωρίζουμε ελάχιστα για τις επιπτώσεις της εξαϋδροκανναβινόλης να εμπορεύονται προϊόντα HHC; Ποια κενά στη νομοθεσία επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία της εν λόγω ουσίας, και ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν για την προστασία των καταναλωτών;
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο προειδοποιεί
Η πλέον επίσημη προειδοποίηση για τους πιθανούς κινδύνους που εγκυμονεί η χωρίς περιορισμούς κυκλοφορία προϊόντων εξαϋδροκανναβινόλης ήρθε μόλις πριν από λίγους μήνες από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών (EMCDDA), που στις 17 Απριλίου 2023 παρουσίασε την πρώτη του αναλυτική έκθεση για την HHC. Οπως σημειώνεται στην ανακοίνωση που συνοδεύει την έκθεση, η HHC «συντίθεται από κανναβιδιόλη (CBD) που εξάγεται από φυτά κάνναβης χαμηλής περιεκτικότητας σε THC και είναι το πρώτο ημισυνθετικό κανναβινοειδές που αναφέρεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Αν και περιγράφηκε για πρώτη φορά στην επιστημονική βιβλιογραφία το 1940, η HHC εντοπίστηκε αρχικά στην Ευρώπη τον Μάιο του 2022. Από τον Οκτώβριο του 2022 παρακολουθείται ως νέα ψυχοδραστική ουσία από το Σύστημα Εγκαιρης Προειδοποίησης της ΕΕ». «Επί του παρόντος», υπογράμμιζε το EMCDDA, «είναι σχετικά λίγα γνωστά για τις επιπτώσεις και τους κινδύνους από τη χρήση της HHC». Αλλωστε, μέχρι την περίοδο κατά την οποία συντάχθηκε η έκθεση, η HHC δεν υπαγόταν σε απαγορεύσεις στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ δεν έχει καταγραφεί στις συμβάσεις του 1961 και του 1971 των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά.
Οσο για τις επιδράσεις της εξαϋδροκανναβινόλης, στην έκθεση σημειώνεται ότι «σύμφωνα με έναν μικρό αριθμό εργαστηριακών μελετών, φαίνεται να έχει σε γενικές γραμμές παρόμοιες επιδράσεις με την THC, την κύρια ψυχοδραστική ουσία της κάνναβης». Τονίζεται, πάντως, ότι «οι φαρμακολογικές και συμπεριφορικές επιδράσεις της HHC στον άνθρωπο δεν έχουν μελετηθεί, αν και πρόσφατες ανεπίσημες αναφορές από καταναλωτές δείχνουν ότι οι επιδράσεις της μπορεί επίσης να είναι παρόμοιες με εκείνες της κάνναβης».
Πώς παράγεται
«Η εξαϋδροκανναβινόλη είναι ένα από τα πολλά κανναβινοειδή που προέρχονται από το φυτό της κάνναβης. Το μειονέκτημα της προερχόμενης από τη φυτό εξαϋδροκανναβινόλης είναι ότι περιέχεται σε πάρα πολύ μικρές ποσότητες με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη και η παρασκευή και η επεξεργασία της. Γι’ αυτό χρησιμοποιείται κυρίως η τεχνητά παραγόμενη HHC», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο παθολόγος-φαρμακολόγος, διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αναστάσιος Σπαντιδέας. Όπως τονίζει, η διαφορά της εξαϋδροκανναβινόλης με την τετραϋδροκανναβινόλη εντοπίζεται στο ότι η πρώτη έχει παραχθεί μέσω υδρογόνωσης. Τα σκευάσματα που κυκλοφορούν στην αγορά περιέχουν κυρίως χημικώς παρασκευαζόμενη εξαϋδροκανναβινόλη.
«Η εξαϋδροκανναβινόλη εντοπίζεται στο φυτό της κάνναβης, αλλά πράγματι σε πολύ μικρές ποσότητες. Γι’ αυτό και δεν θα μπει κανείς στη διαδικασία να παραγάγει HHC απευθείας από την κάνναβη. Είναι τόσο μικρή η ποσότητα που δεν έχει κανενός είδους όφελος», λέει από την πλευρά του ο κοινωνιολόγος – εγκληματολόγος Γεράσιμος Παπαναστασάτος, υπεύθυνος του Τομέα Ερευνών του ΚΕΘΕΑ και σύμβουλος του Εθνικού Συντονιστή για την Αντιμετώπιση των Ναρκωτικών. «Γι’ αυτό η εξαϋδροκανναβινόλη παράγεται ημισυνθετικά, με βάση κυρίως νόμιμα προϊόντα όπως η κανναβιδιόλη, η οποία προέρχεται από την παραγωγή της φαρμακευτικής κάνναβης. Από το CBD με την τεχνική της υδρογόνωσης δημιουργείται η HHC», προσθέτει.
Μια όχι και τόσο «αθώα» διαδικασία
Η διαδικασία αυτή δεν είναι τόσο «αθώα» όσο ίσως φαντάζει, συμπληρώνει ο Γεράσιμος Παπαναστασάτος και διευκρινίζει: «Το μεγάλο πρόβλημα με την HHC είναι ότι, παρά το γεγονός ότι για την παραγωγή της από κορεσμένο μόριο CBD χρησιμοποιούνται μέταλλα και διαλύτες, όπως το βουτάνιο, είναι πάρα πολύ πιθανό το τελικό προϊόν να μην έχει φιλτραριστεί. Υπάρχει, λοιπόν, ο κίνδυνος η HHC η οποία κυκλοφορεί σαν αθώα περιστερά να αποτελεί προϊόν που περιέχει βαρέα μέταλλα, όπως παλλάδιο και πλατίνα, τα οποία συσσωρεύονται στον οργανισμό καθώς δεν μεταβολίζονται».
Οπως υπογραμμίζει ο υπεύθυνος του Τομέα Ερευνών του ΚΕΘΕΑ, «θα ήταν παράδοξο εργαστήρια που έχουν ως στόχο να παράγουν ένα προϊόν μη ελέγξιμο όσον αφορά το νομικό πλαίσιο, να μπουν σε διαδικασία ελέγχων ποιότητας τέτοιων ώστε να αφαιρούν μέταλλα και διαλύτες από το τελικό προϊόν τους. Ομως, όλα αυτά τα πρόσθετα τα οποία χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της HHC προκειμένου το προϊόν να θεωρηθεί καταναλώσιμο πρέπει να περάσουν από μια εξονυχιστική διαδικασία καθαρισμού (φιλτραρίσματος). Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε είναι πιθανώς πολύ επικίνδυνα».