Η χώρα για χρόνια αναζητούσε την κανονικότητα πιστεύοντας ότι αυτή θα πρέπει να είναι η «παλιά» της κανονικότητα. Οτι θα έσβηνε μονομιάς όλη τη ζημιά της χρεοκοπίας και δεν θα πηγαίναμε σε κάτι άλλο ενδεχομένως καλύτερο, αλλά θα γυρίζαμε σ’ αυτά που ξέραμε. Σ’ αυτά που μας οδήγησαν στον βυθό. Αυτά γνωρίζαμε, αυτά θέλαμε ξανά πίσω. Το κακό ή ανύπαρκτο κράτος, τον εξαρτώμενο από το κράτος ιδιωτικό τομέα, την κατάλληλη μόνο για φιγούρα τοπική αυτοδιοίκηση, την έλλειψη συνείδησης ενεργού πολίτη από όλους.
Παρά το γεγονός ότι είχε μεσολαβήσει το «μάθημα» του 2015 και είχε αποδειχθεί ότι δεν θα γυρίζαμε μονομερώς στα παλιά, η χώρα βαθιά μέσα της δεν ήθελε την αλλαγή. Τις μεταρρυθμίσεις των Μνημονίων κανείς δεν τις ήθελε και αν ήταν στο χέρι μας θα τις ξηλώναμε όλες. Αποδεχθήκαμε με οικονομικό πόνο τη συνέχιση και το τέλος των Μνημονίων, μόνο λόγω του φόβου μεγαλύτερης ζημιάς. Κάναμε υπομονή μέχρι να φύγουν οι «βάρβαροι», με στόχο αμέσως μετά να γυρίσουμε στα παλιά. Στη νόμιμη ή παράνομη και χωρίς κανόνες «κονόμα». Χωρίς να οργανώσουμε ξανά το κράτος, χωρίς να αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι. Φτάνει να βγάλουμε γρήγορα τα σπασμένα των συνεχών κρίσεων, να ζήσει και η γενιά μας «καλύτερα». Και ας γνώριζαν όλοι ότι το 2010 χρεοκόπησε πρώτα το κράτος. Θεωρητικά αυτό θα έπρεπε πρώτα να φτιάξουμε, αυτό θα έπρεπε πρώτα να διαφυλάξουμε ότι θα λειτουργεί στη νέα εποχή. Προκειμένου να μην την ξαναπάθουμε. Από κοντά με τους πολίτες και οι πολιτικοί. Παρέλαβαν από τα Μνημόνια έναν διαλυμένο και πάμφτωχο κρατικό μηχανισμό και είχαν μια δυνατότητα να τον χτίσουν ξανά. Μπορούσαν και είχαν τη δυνατότητα να πουν το απλό. Τον διαλύω και τον ξαναφτιάχνω. Θεσμό, θεσμό, υπηρεσία, υπηρεσία. Ολες τις δομές από την αρχή, βάσει των αναγκών της χώρας αλλά και βάσει των νέων δεδομένων που είχαν δημιουργηθεί στο μεταξύ. Οπως για παράδειγμα η κλιματική αλλαγή. Εδώ και χρόνια κανείς δεν μιλάει για υπερθέρμανση, αλλά πλέον για έναν πλανήτη «σε βρασμό».
Το πρόβλημα είναι κοινό παγκοσμίως, αλλά δεν έχει το ίδιο αποτέλεσμα παντού. Η Ελλάδα από όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έχει ως ποσοστό επί της συνολικής έκτασης της χώρας σχεδόν διπλάσιες καμένες εκτάσεις φέτος το καλοκαίρι. Κάτι δεν κάνουμε καλά. Κάτι δεν λειτουργεί. Φταίει η οργάνωση της πυρόσβεσης; Μπορεί. Αλλωστε το 1998 απλά κουκουλώσαμε το πρόβλημα, αντικαθιστώντας τη Δασική Υπηρεσία που έσβηνε τις φωτιές στα δάση, με την Πυροσβεστική που προσπαθεί να μην επεκταθούν οι φωτιές σε κατοικίες και κινδυνεύσουν ανθρώπινες ζωές.
Ακόμα ωστόσο και να επιστρέψουν οι δασικοί στην πυρόσβεση δεν λύνεται το πρόβλημα. Δεν γίνεται εν έτει 2023 να μην έχουμε μια ενιαία πολιτική αντιμετώπισης των εκτός σχεδίου πόλης εκτάσεων. Να μην είναι σαφείς οι ευθύνες των ιδιοκτητών εκτάσεων, ακόμα και εάν μεταξύ των ιδιοκτητών είναι το ίδιο το κράτος, όπως στην περίπτωση των δασών. Και αυτά να λυθούν και πάλι θα πρόκειται για αποσπασματικές ενέργειες, εάν πρώτα δεν γίνει σαφές σ’ όλους μας ότι η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε υποχρεωτική αλλαγή του τρόπου ζωής μας και του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με τη φύση. Τους κανόνες αυτής της νέας σχέσης μπορεί να τους βάλει μόνο ένα παντελώς νέο ελληνικό κράτος, που θα σχεδιαστεί εξ αρχής…