Μισός αιώνας και ένα έτος συμπληρώθηκαν από την τελευταία εκτέλεση στην Ελλάδα. Εγινε στις 25 Αυγούστου 1972 στο Πεδίο Βολής Ηρακλείου Κρήτης, στη θέση Δύο Αοράκια, όπου βρίσκεται σήμερα ένα θαυμάσιο γήπεδο μπάσκετ. Ο εκτελεσθείς ήταν ο Βασίλης Λυμπέρης, που είχε καταδικαστεί «τετράκις εις θάνατον» για τη δολοφονία της πεθεράς του, της συζύγου του και των δύο μικρών παιδιών τους.

Ωστόσο εκτελέσεις δεν έγιναν μόνο για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου. Πολλοί ήταν οι εκτελεσμένοι για πολιτικά αδικήματα, κυρίως τα προηγούμενα χρόνια, ιδιαίτερα δε κατά τη διάρκεια του τριετούς εμφυλίου πολέμου, αλλά και για λίγα χρόνια ακόμη.

Περισσότερο γνωστή, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως, ήταν η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των Δημήτρη Μπάτση, Νίκου Καλούμενου και Ηλία Αργυριάδη. Ανδρες και οι τέσσερις.

Πολλοί νεότεροι ερωτούν αν είχαν εκτελεστεί τότε και γυναίκες για πολιτικά αδικήματα. Η απάντηση είναι «Ναι». Θυμάμαι έντονα την εκτέλεση του Βασίλη Λυμπέρη, που την «έζησα», ως δημοσιογράφος από απόσταση λίγων μέτρων.

Θυμάμαι, όμως, αμυδρά και την εκτέλεση γυναίκας, που έγινε πριν από 76 χρόνια. Ημουν τότε επτά ετών και είχα εντυπωσιαστεί ακούγοντας τον πατέρα μου να διαβάζει δυνατά το σχετικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα. Μεταφέρω, συνοπτικά:

Από το Εκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης είχαν καταδικαστεί σε θάνατο δύο πολύ νέοι άνθρωποι. Η Κούλα Ελευθεριάδη και ο Γρηγόρης Ελευθεριάδης. Σύμπτωση: απλή συνωνυμία, καμία συγγενική σχέση, αμφότεροι ένθερμοι υπερασπιστές της πολιτικής του ΚΚΕ. Ακουσαν την καταδικαστική απόφαση με ψυχραιμία μεγάλη. Με ακόμη εντυπωσιακότερη ψυχραιμία βγήκαν ύστερα από λίγες ημέρες από την πόρτα των φυλακών του Επταπυργίου δεμένοι χέρι-χέρι.

Η Κούλα κοντοστάθηκε, άφησε ελεύθερα τα μαλλιά της και έριξε μια γρήγορη ματιά στον γαλάζιο Θερμαϊκό. Ακολούθησε η πορεία προς το γειτονικό πευκοδάσος. Ενας ιερέας, στρατιώτες και υπάλληλοι των φυλακών. Στο ξέφωτο, μπροστά από το νεκροταφείο του Αγίου Παύλου, ανέμεναν ο βασιλικός επίτροπος, ένας γιατρός και οι στρατιώτες του εκτελεστικού αποσπάσματος. Στα έξι μέτρα απ’ αυτούς οδηγήθηκαν οι δύο μελλοθάνατοι, χωρίς να υπάρχει ούτε μια μικρή σύσπαση στα πρόσωπά τους.

Στην ερώτηση ποια είναι η τελευταία τους επιθυμία, ο Γρηγόρης απάντησε: «Καμία». Η Κούλα είχε μία παράκληση. Εβγαλε το ρολόι της και ζήτησε να το δώσουν στη μικρότερή της αδερφή.

Ακολούθησε η ομοβροντία. Ο Γρηγόρης και η Κούλα έπεσαν στο χώμα. Νεκρός ο πρώτος, όχι η Κούλα, που είχε παρασυρθεί λόγω της κοινής χειροπέδης.

Προφανώς, οι στρατιώτες σημάδεψαν μόνο τον Γρηγόρη. Δεν «τους έκανε καρδιά» να πυροβολήσουν την κοπέλα. Υπήρχε όμως εκεί ο βασιλικός επίτροπος και έδωσε αμέσως, επιτακτικά, την εντολή για τη χαριστική βολή στο κεφάλι και του Γρηγόρη και της Κούλας!

ΕΝΤΗΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ