Αθήνα, καλοκαίρι του 1942. Το ημερολόγιο έγραφε 27 Αυγούστου, σαν αύριο δηλαδή, και η πρωτεύουσα ζούσε μέσα στον ζόφο της γερμανικής κατοχής. Σ’ αυτές τις συνθήκες η Λυρική Σκηνή ανεβάζει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα (στο θέατρο «Παρκ» που βρισκόταν στην πλατεία Κλαυθμώνος), μία από τις διασημότερες όπερες της εποχής – και όλων των εποχών. Την «Τόσκα» του Πουτσίνι. Η μουσική διεύθυνση είναι του Σώτου Βασιλειάδη και στον κεντρικό ρόλο κάνει το ντεμπούτο της μια νεαρή υψίφωνος. Πολύ νεαρή, μόλις 19 ετών. Τη λένε Μαρία Καλογεροπούλου. Αργότερα θα την πούνε Μαρία Κάλλας. Θα ερμηνεύσει την Τόσκα άλλες 37 φορές στη διάρκεια μιας καριέρας που διήρκεσε μόλις 23 χρόνια και την καθιέρωσε ως μια από της σημαντικότερες, αν όχι τη σημαντικότερη, λυρικές τραγουδίστριες του 20ού αιώνα. Και με τον ίδιο ρόλο θα κλείσει, το 1965, τη μικρή σε διάρκεια αλλά τεράστια ως καλλιτεχνικό αποτύπωμα καριέρα της. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκείνη την 27η Αυγούστου, πριν από 81 χρόνια, γεννήθηκε μία ντίβα; Εχω την εντύπωση ότι οι ντίβες γεννιούνται όταν έρχονται στον κόσμο. Δεν τις κάνουν ντίβες οι καριέρες. Οι ίδιες δημιουργούν τα δεδομένα και προκαλούν τα γεγονότα.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ