Τους βρήκαμε τους «ενόχους» για τον αυξημένο πληθωρισμό στα τρόφιμα ή τουλάχιστον έτσι πιστεύουμε. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, τα εισοδήματα των ελλήνων αγροτών τον περασμένο Ιούνιο από την πώληση των προϊόντων τους αυξήθηκε κατά 30,6%! Οποιος είχε φρούτα και ελαιόλαδο, προφανώς «έπιασε την καλή» και δεν το ξέρει. Η αύξηση ειδικά στη φυτική παραγωγή ξεπέρασε το 34%.
Αλλά και όποιος ασχολείται με την κτηνοτροφία δεν πήγε λιγότερο καλά. Το εισόδημά του ανέβηκε μέσα σε έναν χρόνο κατά 24%. Αν προσθέσουμε τη μείωση κατά 3,1% του κόστους παραγωγής, δηλαδή κυρίως της ενέργειας (-5,1%), τότε λογικά κάθε μέρα έχουν πάρτι ή τέλος πάντων έχουν στήσει «πανηγύρι», στους κάμπους και τα βοσκοτόπια της χώρας…
Προφανώς αυτή είναι η μισή αλήθεια. Οι τιμές έχουν πράγματι αυξηθεί σε κάποια προϊόντα. Πεδίο δόξης λαμπρό και για τις φορολογικές Αρχές να δουν πώς μπορούν να αξιοποιήσουν τη νέα φορολογική ύλη που δημιουργείται, δεδομένου ότι ακόμα και σήμερα το μέσο αγροτικό εισόδημα που δηλώνεται στην Εφορία ετησίως δεν ξεπερνά τα 3.500 ευρώ.
Πολύ πιθανό ωστόσο να μην είναι τόσο μεγάλη όσο φαίνεται ή ακόμα χειρότερα, απλά να μειώνει τη χασούρα προηγούμενων ετών. Είναι απ’ αυτές τις περιπτώσεις, που μια στατιστική μπορεί ενδεχομένως να παραπλανήσει.
Σε κάποιες περιπτώσεις όπως στο ελαιόλαδο, οι τιμές παραγωγού έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με πριν από μία διετία. Αλλά ποιος υπολογίζει ότι οι τιμές του ελαιόλαδου ήταν για σχεδόν μία δεκαετία και βάλε, εγκλωβισμένες κοντά στα 3-4 ευρώ το κιλό.
Τώρα που αυτές τρέχουν με ταχύτητα προς τα 9-10 ευρώ, προφανώς το ενδιαφέρον μεγάλωσε. Μόνο που τα ελαιόδεντρα οι συγκεκριμένοι παραγωγοί τα είχαν και τα προηγούμενα χρόνια και σε πολλές χρονιές δεν άξιζε ούτε το μάζεμά τους. Ασε δε που η αιτία της αύξησης είναι καθαρά τυχαία, δεν οφείλεται δηλαδή σε κάποιο καλά οργανωμένο ελληνικό σχέδιο, αλλά στην ξηρασία που χτύπησε τους ανταγωνιστές μας Ισπανούς και Ιταλούς και σύντομα αναμένεται να χτυπήσει και εμάς.
Στα περισσότερα προϊόντα, η κλιματική αλλαγή έχει χτυπήσει ήδη τις αποδόσεις της παραγωγής. Εξού και οι υψηλότερες τιμές, αλλά και συνωστισμός αιτημάτων για αποζημίωση από τον ΕΛΓΑ. Επίσης, το κόστος παραγωγής επιβαρύνθηκε τα προηγούμενα χρόνια τόσο πολύ, που ακόμα και σήμερα τα περιθώρια κέρδους των αγροτών δεν έχουν επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα.
Ενα σακί με λίπασμα κοστίζει 25 ευρώ, από 31 ευρώ που έκανε το 2022, το 2021 όμως κόστιζε μόλις 14 ευρώ. Ούτε λόγος για την κατάσταση στην κτηνοτροφία και την ανεπανόρθωτη ζημιά στην οποία οδήγησε το υπέρογκο ύψος στις τιμές των ζωοτροφών πριν από μία διετία και τη μαζική μείωση των ελληνικών κοπαδιών. Ολη αυτή την κατάσταση θα την πληρώνουμε για χρόνια με πανάκριβα κτηνοτροφικά προϊόντα, χωρίς ωστόσο να σημαίνει και αυτόματη αύξηση του εισοδήματος των κτηνοτρόφων, δεδομένου ότι τα κενά θα καλύπτονται από εισαγωγές.
Αρα ναι, κάποιοι αγρότες κερδίζουν τώρα αποσπασματικά για κάποια προϊόντα, καλύπτοντας σε έναν μικρό βαθμό τα σπασμένα προηγούμενων ετών. Δεν ευθύνονται ωστόσο αυτοί για το υπέρογκο κόστος τιμών στην πόλη. Η αναστάτωση, αντίθετα, που έχει προκαλέσει η μεγάλη αστάθεια των τιμών την τελευταία πενταετία, κάνει και γι’ αυτούς σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες το μέλλον τους στο αγροτικό επάγγελμα.