Επιστροφή στο… παρελθόν για να σωθούν τα δάση της χώρας ζητούν το τελευταίο χρονικό διάστημα όλο και περισσότεροι εμπλεκόμενοι στην προστασία του δασικού μας πλούτου. Οπως επισημαίνεται, από το 1998 όταν η ευθύνη για τις δασικές πυρκαγιές μεταφέρθηκε από τα δασαρχεία στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, υιοθετήθηκε ένα μοντέλο που βασίζεται στην καταστολή και όχι στην πρόληψη, με αποτελέσματα τραγικά. Οι δασικές υπηρεσίες εντάχθηκαν στις αποκεντρωμένες διοικήσεις και παραμένουν έκτοτε απαξιωμένες: Είναι ενδεικτικό πως στο Δασαρχείο Πάρνηθας, για 350.000 στρέμματα δάσους, υπάρχουν μόνο επτά δασοφύλακες και ένας δασολόγος.
«Το θέμα είναι να προλαβαίνουμε τις φωτιές μέσα στα δάση. Οπως έλεγε ο καθηγητής Δασολογίας Σπύρος Ντάφης, τη φωτιά στην αρχή τη σβήνεις με ένα ποτήρι νερό. Αν αργήσεις, το πιθανότερο είναι να ηττηθείς. Σήμερα κανείς δεν σβήνει πυρκαγιές στο δάσος. Δεν είναι εκπαιδευμένες οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής για κάτι τέτοιο», λέει ο Δημήτρης Σταματόπουλος, δασολόγος-περιβαλλοντολόγος ειδικευμένος στη Διαχείριση Οικοσυστημάτων. «Μέσα σε 25 χρόνια – από τότε που ανέλαβε η Πυροσβεστική – κάηκαν τόσα δάση όσα καιγόντουσαν στο παρελθόν σε 180 χρόνια. Αυξήθηκε κατά πολύ ο χρόνος πρώτης επέμβασης και ο μέσος όρος καμένων δασών έχει ανεβεί δραματικά», προσθέτει και προτείνει:
«Χρειάζεται ένα νέο εθνικό σχέδιο με ενίσχυση των δασικών υπηρεσιών και πρόληψη μέσω της διαχείρισης δασών. Αυτό σημαίνει ότι μπαίνω στο δάσος, μετράω πόσο ξύλο έχει, υπολογίζω τον πλεονάζοντα όγκο, το αφαιρώ με τρόπο που παράλληλα βοηθά στην αναγέννησή του και στη συνέχεια εκπονώ σχέδια για την προστασία του. Για παράδειγμα, από το 1976 μελέτες δείχνουν ότι οι φωτιές φεύγουν από τη Βαρυμπόμπη. Εκεί, λοιπόν, εκπονείς σενάρια για το τι πρέπει να γίνει σε περίπτωση ανατολικού ανέμου, τρία, πέντε, επτά μποφόρ και όταν εκδηλωθεί η φωτιά όλοι γνωρίζουν τι κάνουν. Επίσης, ανοίγουμε δρόμους, φτιάχνουμε αντιπυρικές λωρίδες και επεμβαίνουμε αμέσως. Στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 200 πυροφυλάκια τα οποία έχουν εγκαταλειφθεί. Αυτά πρέπει να επαναλειτουργήσουν μαζί με ομάδες επιτήρησης με καλή διασπορά στο δάσος. Τα drones και τα υπόλοιπα μέσα λειτουργούν μόνο επικουρικά».
Η έκθεση της WWF
Παρ’ όλα αυτά, οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Πρόσφατη έκθεση της περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF ανέφερε ότι την περίοδο 2016-2020, το 83,95% των συνολικών κρατικών πόρων στην Ελλάδα κατευθύνθηκε προς την καταστολή των δασικών πυρκαγιών και μόλις το 16,05% προς την πρόληψη. Κι όμως, η τελευταία έκθεση του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ απηύθυνε έκκληση προς τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τις δαπάνες τους, προτείνοντας τη διάθεση του 45% του προϋπολογισμού τους για την πρόληψη και την ετοιμότητα, το 35% για την καταστολή των πυρκαγιών και το 20% για την αποκατάσταση.
«Η πρόληψη των δασικών πυρκαγιών μέσω της διαχείρισης των δασών μπορεί να γίνει μόνο με ένα ισχυρό σώμα μέσα στη Δασική Υπηρεσία. Και μπορεί να γίνει χωρίς οικονομικό κόστος. Εχουμε συγκεκριμένες προτάσεις», εξηγεί ο Δημήτρης Σταματόπουλος: «Συγκεκριμένα, από τα 3.700 οχήματα που διαθέτει η Πυροσβεστική να διατεθούν 1.000 μικρά και ευέλικτα στο Δασικό Σώμα. Να μεταταχθούν από την Πυροσβεστική Υπηρεσία στο Δασικό Σώμα 120 δασολόγοι που υπάρχουν αλλά δεν κάνουν διαχείριση δασών, περίπου 100 δασοπόνοι, 300 ειδικοί δασοπροστασίας, 150 δασολόγοι που είναι υπό πρόσληψη με διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και παράλληλα 500 δασοκομάντος που σήμερα δεν χρησιμοποιούνται ως δασοκομάντος αλλά ως… υγειονομικό προσωπικό.Κατά τη γνώμη μου στη Δασοφυλακή θα μπορούσε να βοηθήσει ακόμη και τμήμα όσων προορίζονταν για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία».
Η αναγκαιότητα ενός νέου σχεδιασμού για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων έχει επισημανθεί και στο πόρισμα της Επιτροπής Goldammer που εκδόθηκε το 2018 μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Κάποια βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση ξεκίνησαν να υλοποιούνται από τα τέλη του 2021, όταν το νεοσυσταθέν υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας αποφάσισε να υιοθετήσει μια ολιστική προσέγγιση για τη διαχείριση των κινδύνων από φυσικές καταστροφές. Από τότε και μέχρι τις εθνικές εκλογές διατέθηκαν περίπου 280 εκατ. ευρώ για καθαρισμούς δασών, αντιπυρικές ζώνες, διάνοιξη δασικών δρόμων σε δάση που είχαν εγκαταλειφθεί, ενώ το 2022 για πρώτη φορά αξιοποιήθηκαν κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης για αντιπυρική προστασία.
Ωστόσο, οι ειδήμονες επισημαίνουν πως πλέον απαιτείται μια θεσμική οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων των δύο πλευρών και η λήψη ριζοσπαστικών αποφάσεων, όπως η μεταφορά της ευθύνης για τα δάση στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης. Η εφαρμογή συστηματικών μέτρων, με γνώμονα την πρόληψη και την επιστημονική τεκμηρίωση των επιχειρησιακών επιλογών, επείγει καθώς για να αποδώσουν όλα αυτά θα χρειαστεί, σύμφωνα με τους ειδικούς, διάστημα τουλάχιστον μίας δεκαετίας.