Καίγεται η Ελλάδα και διστάζει η πολιτική ηγεσία να απαγορεύσει το κυνήγι παντού και για τρία χρόνια (όπως προτείνουν οικολογικές και φιλοζωικές οργανώσεις). Διστάζει να διακόψει μια ανεξήγητη (για τους περισσότερους), ψυχαγωγική (για ορισμένους) δραστηριότητα. Μια διακοπή που θα δώσει την ευκαιρία να διασωθεί κάπως η πανίδα, εντός μιας ανυπολόγιστης καταστροφής. Δεν έχει νόημα να απαγορεύεται το κυνήγι στην καμένη περιοχή και να επιτρέπεται στην όμορη, αφού τα οικοσυστήματα είναι αλληλεξαρτώμενα. Επίσης είναι εξαιρετικά δύσκολη η επιτήρηση. Εντάξει, κατανοητό το λεγόμενο πολιτικό κόστος (από πιθανή δυσμένεια κυνηγετικών συλλόγων) αλλά εκείνο που εκπλήττει είναι το πού στηρίζεται η εμμονή, πού θεμελιώνεται η επιθυμία για θήραμα (θηραματικό κεφάλαιο ονομάζονται τα πλάσματα, σε μια αποκρουστική υπηρεσιακή αργκό), όταν βλέπεις την τραγική καταστροφή εκπληκτικών δασών και όταν περιγράφεται η απίστευτη απίσχναση των πληθυσμών.
Φέτος, ιδίως με τη λειψυδρία (λίγα νερά, καθυστερημένα κατά τον Μάιο) καταστράφηκε μέρος της αγροτικής παραγωγής, πράγμα που θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερες ανατιμήσεις στα προϊόντα (το λάδι π.χ.). Ανατιμήσεις ακόμα μεγαλύτερες από αυτές της οργανωμένης κερδοσκοπίας, που ούτως ή άλλως είναι ανέγγιχτη. Πριν από ελάχιστο χρόνο, το λίτρο παρθένου ελαιολάδου έκανε 5 με 6 ευρώ, σήμερα 9 ή 10 ή 12 και με την κάμψη της παραγωγής θα αυξηθεί κι άλλο.
Οι δασικές οντότητες με τις αγροτικές είναι αλληλένδετες . Μικροκλίμα, εδαφικές αμοιβαιότητες, νερά κ.λπ. είναι συνδυασμοί συστημάτων. Οταν καταστρέφεται η μία ζώνη πλήττονται όλες.
Με τα ελάχιστα παραδείγματα, προσπαθώ να πω (κάτι αυτονόητο για την κοινή λογική) ότι η σύνδεση της καταστροφής των οικοσυστημάτων όχι μόνο με την ποιότητα ζωής αλλά και την τσέπη του πολίτη δεν είναι αόρατη και αόριστη, αλλά εμφανής. Η πανίδα είναι οργανικό στοιχείο των οικοσυστημάτων, όχι μια δευτερεύουσα, επιθεματική παράμετρος.
Υπάρχει όμως και κάτι που, τουλάχιστον, εντυπωσιάζει (όταν δεν εξοργίζει).
Τι οδηγεί κάποιον να ποζάρει στα social ή σε σελίδες ειδικού τύπου, με νεκρά ζώα, πυροβολημένα, με ματωμένους κροτάφους; Τι οδηγεί κάποιον να ανεβάζει στο you tube φόνους ζώων; Με θριαμβευτική προβολή του ματωμένου κουφαριού; Με μουσική υπόκρουση φτηνής ταινίας πολεμικής δράσης; Ποιο κοινό θέλγεται και «παραγγέλνει» το θέαμα; Και ποιος αλγόριθμος το ανεβάζει, ποιο σύστημα φραγής επιτρέπει την τερατωδία; Γιατί οι περιγραφές, οι εξεικονίσεις, είναι υποβλητικές, παραδειγματικές, εν τέλει διδακτικές. Εξοικειώνουν με το τερατώδες, μέσα σε έναν «εμπεριστατωμένο» πολιτιστικό μιθριδατισμό. Στα βίντεο, από τη μια έχεις μια ιδιωφελή ψευδοκυνοφιλία και από την άλλη μια εκθειαστική ζωοκτονία. Τα δύο πρόσωπα ενός ελλείμματος.
Οι φωτιές, οι καταστροφές, πέρα από τις απίστευτες επιχειρησιακές και πολιτικές αδυναμίες που αποκαλύπτουν, πέρα από τις αστυνομικές πλευρές (οργανωμένοι εμπρησμοί, συμφέροντα, ψυχασθένειες, δολιοφθορές κ.λπ.), έχουν και αυτή την πλευρά: αντιστοιχούν σε μια αναισθησία, μια ευρεία κοινωνική χοντροπετσιά.
Διαβάζοντας γύρω από παλαιότερες περιόδους απαγόρευσης, λόγω καταστροφών, από τη δεκαετία του 2000 ακόμα, βλέπει κανείς τα επιχειρήματα της αντίστοιχης διαμαρτυρίας. Διάφοροι υπουργοί που τόλμησαν να αντιδράσουν με ένα περιοριστικό μέτρο μπροστά σε καταστροφές (χιονοπτώσεις, πυρκαγιές κ.λπ.) δέχτηκαν την οργή θιγμένων οργανώσεων και πολιτών. Ακόμα και κατά την πανδημία. Το τυφλό πάθος ή ο εγωισμός είναι το καθοδηγητικό στοιχείο; Αν απαντηθεί, ίσως να μπορέσουν να ληφθούν μέτρα ορθολογισμού, που δεν θα μεταφράζονται ως τιμωρία του μικρόκοσμου του καθενός. Γιατί αυτός ο μικρόκοσμος, η γενική αποκοπή από το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον, παράγει τις καταστροφές ή δημιουργεί τις συνθήκες για να μη σε στενοχωρούν αυτές οι καταστροφές.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ