Με την κρίσιμη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στην Αγκυρα (Τρίτη 5/9) ανοίγει η δύσκολη διαδικασία κατάρτισης ενός οδικού χάρτη προσέγγισης Ελλάδας – Τουρκίας (ΜΟΕ, θετική ατζέντα, κ.ά.) και αναζήτησης λύσεων στα θέματα της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Ενώ ο Ερντογάν ξαναγράφει «εχθροπαθώς» την Ιστορία. Και εις τα καθ’ ημάς ανακυκλώνεται «η επιχειρηματολογία του αδιεξόδου» με τις χιλιοειπωμένες ενστάσεις, όπως γιατί δεν μπορεί να υπάρχει εμπιστοσύνη στην Τουρκία ή γιατί «η απεριόριστη», όπως έχει γραφτεί, ελληνική κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα δεν μπορούν να υποβληθούν στην κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Κυριαρχία και ελληνικές κόκκινες γραμμές είναι αδιαπραγμάτευτες. Αλλά, πρώτον, χωρίς στοιχειώδη εμπιστοσύνη δεν μπορεί να πετύχει καμία διαπραγμάτευση. Και την περίοδο αυτή τουλάχιστον μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι η Τουρκία, ο πρόεδρος Ερντογάν, έδειξε συνέπεια. Στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών είχαμε ένα ήρεμο καλοκαίρι με σχεδόν μηδενική παραβατικότητα στο Αιγαίο. Κάτι που σημαίνει ότι η Τουρκία σεβάστηκε το άτυπο μορατόριουμ. Στοιχεία που επιτρέπουν έναν βαθμό αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Αν είχε ξεχάσει λίγο και την Ιστορία, θα ήταν ακόμα καλύτερα. Δεύτερον, σε ό,τι αφορά τις κόκκινες γραμμές, υπάρχει μία ακλόνητη κόκκινη γραμμή – το απαραβίαστο της υπάρχουσας ελληνικής κυριαρχίας. Από εκεί και πέρα διαπραγματευόμαστε ορθολογικά και όπως έλεγε ο R. Holbrook όταν πηγαίνεις σε μια διαπραγμάτευση δεν επισείεις κόκκινες γραμμές. Μιλάς για θετικά αποτελέσματα. Τρίτον, η αδιαπραγμάτευτη ελληνική κυριαρχία δεν σημαίνει ότι είναι και «απεριόριστη». Τι σημαίνει άλλωστε «απεριόριστη κυριαρχία» για μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης που οικοδομεί την ευρωπαϊκή κυριαρχία; Η Ελλάδα εξ ορισμού διαμοιράζεται κυριαρχία στο πλαίσιο της Ενωσης. Εχει shared sovereignty/διαμοιρασμένη κυριαρχία. Με την ένταξή της στην ΕΕ και στη συνέχεια με διαδοχικές τροποποιήσεις των Συνθηκών μετέφερε κυριαρχία προκειμένου να οικοδομηθούν οι υπερεθνικοί θεσμοί της Ενωσης και πολιτικές, από την κοινή εμπορική πολιτική μέχρι την Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ). Και, το σπουδαιότερο, εκχώρησε την κυριαρχία στο σύστημα της Ενωσης να παράγει δίκαιο το οποίο υπερέχει έναντι του δικαίου του (κυρίαρχου) εθνικού κράτους, περιλαμβανομένου και του Συντάγματος. Τελευταία έγιναν αρκετές προσπάθειες σε χώρες όπως Γερμανία, Πολωνία, Ιταλία, ακόμα και Γαλλία, να αμφισβητηθεί η υπεροχή του ενωσιακού δικαίου ως του ακρογωνιαίου λίθου του συστήματος της ΕΕ. Ολες οι προσπάθειες αυτές απέτυχαν. Η Ελλάδα, όπως και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ενωσης, υπόκειται επομένως σε μια υπέρτατη δικαιική τάξη, την τάξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Την υπεροχή άλλωστε του ενωσιακού δικαίου, όπως και συνολικά του διεθνούς δικαίου, αναγνωρίζει ευθέως το Ελληνικό Σύνταγμα (για όλες αυτές τις πτυχές βλέπε το εξόχως ενδιαφέρον βιβλίο του Ευ. Βενιζέλου, «Μετασχηματισμός του κράτους και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, Διδάγματα της οικονομικής κρίσης, Η ελληνική περίπτωση», Πόλις, 2016).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ