Ο γνωστός συνθέτης ρεμπέτικων και λαϊκών Κώστας Σκαρβέλης (ο επονομαζόμενος και Παστουρμάς, 1880-1942), Κωνσταντινουπολίτης με πιθανή αδυναμία στον παστουρμά, έβγαλε το 1936 ένα εξαίρετο τραγούδι, προφητικό, ως φαίνεται, για τα μελλοντικά πολιτικά πράγματα της Ελλάδος, με τίτλο «Το παιχνίδι του Αμερικάνου».

Το άσμα που ερμήνευσε η Ρίτα Αμπατζή μιλάει καμουφλαρισμένα και μετωνυμικά (για όσους ξέρουν να βγάζουν από τη μύγα ξίγκι) για το 2023, πιθανώς, οπότε κάποιος Αμερικάνος ή Ελλην εξ Αμερικής θα αποφασίσει να περισώσει ένα ελληνικό κόμμα, με βάση τα γνωστά κλισέ της σωτηριολογίας, χωρίς να ξέρει κατά βάση πού έμπλεξε, εφόσον αγνοεί τα σκοτεινά, συνωμοτικά ήθη του χώρου. (Ισως θεωρεί εαυτόν πιο επιδέξιο). Η προσπάθειά του είναι μυστήρια κι αναμοχλεύει το τέλμα ως μια επιχείρηση στο Τέξας που βυθίζεται και κάποιος την παίρνει για να την ξαναστήσει, υποτίθεται, στα πόδια της. Η απόπειρα όμως φαντάζει δύσκολη, διότι οι κατέχοντες το μαγαζί είναι αμφίβολο αν θέλουν να σωθούν ή απλώς να βολευτούνε μέσα στην παρακμή. Οπότε ήδη ο μίστερ υφίσταται πόλεμο, άλλοι θεωρούν πως εκείνος μας έχει ήδη παραμυθιάσει, κι έτεροι πως κάποιοι απλώς θέλουνε να του τα πάρουν, κάτι που μάλλον στο τέλος ίσως συμβεί – αν θεωρήσουμε πως οι στίχοι του Σκαρβέλη εν τέλει επαληθευτούν. Το άσμα «Το παιχνίδι του Αμερικάνου» λέει τα εξής:

Οταν με δεις και το φορώ στραβά, βρε, το καπέλο

Να ξέρεις πως επέτυχε το κόλπο όπου θέλω.

Τρεις μέρες βασανίζομαι με τον Αμερικάνο

Για να του στήσω μηχανή, το κόλπο να του κάνω

 

Με τα λιμά τον έμπλεξα στο πόκερ στην πασιέντζα

Κι όλο το χτένι δούλευε στη ζούλα κι η σκαλέτα

Στον άσο τρία μού ‘βαζε και δέκα στο πεντάρι

Και πάντα τέρτσος έβγαινε όπου κι αν με ποντάρει

 

Μα το κοροΐδο μπάνισε τον τύλιξα στα ζάρια

Κι εκεί του τα καθάρισα όλα του τα δολάρια

Οπα ψοφάω για δολάρια

Γεια σου, Σαλονικιέ μου.

Το τελευταίο δίστιχο είναι απλή κραυγή της τραγουδίστριας Ρίτας Αμπατζή – ο δε Σαλονικιός που επικαλείται δεν είναι ο υπογραφόμενος (βέβαια), αλλά ο καλύτερος βιολιστής του ρεμπέτικου Δημήτρης Σέμσης ή Σαλονικιός (1883-1950) που παίζει βιολί στον δίσκο.

Τον έλεγαν έτσι, αν και είχε γεννηθεί στη Στρώμνιτσα που τότε ανήκε στο βιλαέτι Θεσσαλονίκης, το δε πραγματικό του όνομα ήταν περιέργως πολύ αριστερό: λεγόταν Κουκουδέας.

Τώρα, για ορισμένες λέξεις του τραγουδιού: τα «λιμά» είναι τα αδύναμα φύλλα της τράπουλας, το «χτένι» είναι στημένο ανακάτεμα και η «σκαλέτα» τεχνική παιξίματος, ενώ «τέρτσος» σημαίνει χαμένος.

Το «Μα το κορόιδο μπάνισε» μάλλον σημαίνει πως κατάλαβε ότι τον κλέβουν, οπότε ο άλλος μάγκας το γύρισε στα ζάρια, δηλαδή στο μπαρμπούτι, που δεν ήταν και καθόλου American beauty. Τον έγδαρε, δηλαδή, τον άνθρωπο. Το όλο άσμα στηρίζεται στην παλιά πεποίθηση ότι οι Αμερικάνοι είναι αφελείς κι εμείς οι Ελληνες ξύπνιοι – αν και η Ιστορία άλλα διδάσκει. Στο ότι έρχονται εδώ τα απλοϊκά Αμερικανάκια, ήδη από την εποχή του «Σαρατόγκα» και του Εκτου Στόλου κι εμείς οι Ελληνες, που είμαστε πιο μάγκες πάντα, τους «τα παίρνουμε». Αυτό ενυπάρχει ως παράδοση και σε κάποιες από τις ιστορίες του Τσιφόρου, αλλά και σε ελληνικές ταινίες του ’60.

Η ίδια αντίληψη επιβιώνει και στην περίπτωση του Αμερικάνου που τώρα ήρθε από το πουθενά να διασώσει ένα κόμμα το οποίο υποφέρει από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και είναι (στην ουσία) βαθύτατα συντηρητικό, από την άποψη της τετελεσμένης ιδεολογίας, της καθήλωσης, όσο και στη συνωμοτική, φραξιονιστική, εσωκομματική ζωή, όπου επιβιώνουνε οι παλιές τεχνικές αλληλεξουδετέρωσης και ιδεολογικού κουνγκ φου.  Στρατηγέ, τι γύρευες στη Λάρισα, συ, ένας Υδραίος; Βέβαια δεν πρόκειται για Υδραίο, ούτε για γνήσιο Αμερικάνο, αλλά για θολή, υβριδική κατάσταση που ενδεχομένως περιέχει και την ελληνική πονηρία.

Και, βέβαια, το να αφήσεις τον γάμο και να πας για πουρνάρια είναι μια περίεργη ροπή της ανθρώπινης φύσης, όπως και το να θες να εμπλακείς με τους υποτιθέμενους «κακούς» ή, πλούσιος εσύ, να παριστάνεις τον προστάτη των μη υπαρκτών προλετάριων, να υποκύψεις σε σωτηριολογικά κλισέ ή ακόμα και σε ιδέες μεγαλείου. Συνηθισμένα πράματα, καθημερινά. Επαναλαμβανόμενα. Και αφού ακόμα κι ένας σιδεράς μπορεί να έχει εν Ελλάδι αυτοκρατορικό σύνδρομο και να μπει στο ΠΓ, γιατί όχι ένας πετυχημένος (έτσι εμφανίζεται) Ελληνοαμερικάνος; Και πρόκειται, άραγε, για καλές προθέσεις; Μπορεί. Μήπως έχει να κάνει με ναρκισσιστικές πλευρές του «εγώ»; Πιθανώς. Ψάχνει για κάποια προσωπική ρεβάνς ή έχει τα καλύτερα κίνητρα, σε στυλ μαμάς Τερέζας; Αμφίβολο.

Πάντως το βέβαιο είναι πως τελικά ο Αμερικάνος πιο σκούρα θα τα βρει εντός κόμματος, παρά απ’ τους απέξω. (Εξ ιδίων τα αλλότρια). Αυτό δεν το ξέρει, φυσικά, διότι δεν γνωρίζει το παίγνιο εκ των ένδον, το οποίο απαιτεί μακρά μαθητεία, επαρκή μοχθηρία και ευελιξία. Δηλαδή ο Κώστας Σκαρβέλης πιθανώς να έχει προφητέψει σωστά – αν και υπάρχει και η αντίθετη ρήση που λέει πως «το γ…σι» του ατζαμή το φοβούνται και οι σεξεργάτριες. (Σημεία των καιρών. Κάποιοι ρωτούν: μήπως από το κενό «Κιβώτιο» του Αρη Αλεξάνδρου φτάσαμε στο κασελάκι;).