Για πρώτη φορά στην Ιστορία η Ινδία φιλοξενεί τη σύνοδο κορυφής των G20. Για την κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι πρόκειται για μια ιδανική περίπτωση να ξανασυστηθεί η χώρα του στη διεθνή κοινότητα. Κυριολεκτικά: στις προσκλήσεις των ξένων ηγετών για το επίσημο δείπνο ο οικοδεσπότης υπέγραψε ως πρόεδρος του Μπάρατ, χρησιμοποιώντας τη σανσκριτική λέξη για τη χώρα του, θέλοντας να διαφοροποιηθεί από την ονομασία Ινδία που χρησιμοποιούσαν οι βρετανοί αποικιοκράτες.
Ομως και γενικότερα, η σύνοδος που ξεκινά αύριο με συμμετοχή των ηγετών από τις 19 κορυφαίες οικονομίες συν της Ευρωπαϊκής Ενωσης συμβάλλει στο νέο προφίλ που θέλει να διαμορφώσει η κυβέρνηση του Νέου Δελχί. Αυτές τις ημέρες το πρόσωπο του Μόντρι βρίσκεται σε πολλές πινακίδες σε όλη τη χώρα. Το μήνυμα είναι απλό: Φιλοξενώντας τους κορυφαίους ηγέτες του κόσμου, η Ινδία έφτασε στο επίπεδο της παγκόσμιας δύναμης. Βέβαια η αλήθεια είναι λιγότερο εντυπωσιακή: Η G-20 έχει μια εκ περιτροπής προεδρία για έναν χρόνο· η Ινδονησία ήταν η οικοδέσποινα του περασμένου έτους.
Βέβαια, η Ινδία φιλοξενεί τη σύνοδο σε μια ιδιαίτερη στιγμή. Πέρυσι ξεπέρασε τον γειτονικό της γίγαντα, την Κίνα, και έγινε το πολυπληθέστερο έθνος του κόσμου, σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών. Το μέλλον της φαίνεται επίσης συγκριτικά πιο λαμπρό: ο πληθυσμός της Ινδίας είναι πολύ νεότερος από εκείνον της Κίνας και η κυβέρνηση αναμένει ότι η οικονομία της θα αναπτυχθεί κατά 7% – κερδίζοντας την Κίνα. Επίσης, τον περασμένο μήνα η Ινδία κατάφερε να γίνει το πρώτο έθνος που προσγείωσε διαστημόπλοιο στον νότιο πόλο της Σελήνης. Ολα αυτά συνδυάζονται με ένα αυξανόμενο γεωπολιτικό χάσμα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας και με την προσπάθεια της Ουάσιγκτον να πλησιάσει το Νέο Δελχί – παρά τις ανησυχίες της για τις εθνικιστικές τάσεις του Μόντι.
Πιο σημαντικό από το ποιος θα βρεθεί στο Νέο Δελχί για τη σύνοδο είναι το ποιος δεν θα βρεθεί εκεί: ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Ο Πούτιν δεν έχει διευκρινίσει γιατί δεν θα παραστεί στη σύνοδο κορυφής, αλλά δεν είναι δύσκολο να το φανταστεί κάποιος. Οι σχέσεις Ινδίας – Ρωσίας είναι καλές και οι δύο ηγέτες τους μίλησαν πριν από λίγες ημέρες τηλεφωνικά με θερμά λόγια.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ήλπιζε να ωθήσει την Ινδία να συμβάλει στην απομόνωση της Ρωσίας, αλλά το φθηνό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της Μόσχας παραμένουν ισχυρή έλξη για το Νέο Δελχί, όπως και οι ρωσικές εξαγωγές όπλων: περίπου το 85% των ινδικών όπλων αγοράζεται από τη Ρωσία, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ειρήνης των ΗΠΑ. Ενα διαφαινόμενο ερώτημα είναι εάν οποιαδήποτε κοινή δήλωση από τους παγκόσμιους ηγέτες που συγκεντρώθηκαν στο Νέο Δελχί θα καταδικάσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η ινδική κυβέρνηση προσπαθεί να συμπεριλάβει στο κοινό καταδικαστικό ανακοινωθέν και τις θέσεις της Ρωσίας και της Κίνας. Αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, θα καταλήξουμε σε μια γενικόλογη δήλωση.
Η απουσία του κινέζου ηγέτη είναι μια διαφορετική κατάσταση. Ενώ ο Σι αντιμετωπίζει σημαντικά οικονομικά προβλήματα στο εσωτερικό που θα μπορούσαν εύλογα να τραβήξουν την προσοχή του, ινδοί αξιωματούχοι το παρουσιάζουν ως ένδειξη της ανόδου τους. «Μπορεί να είναι δύσκολο για αυτούς να καταπιούν ότι για τέσσερις δεκαετίες ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία και τώρα είναι η Ινδία» δήλωσε πρόσφατα ο αντιπρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος. Αλλοι αξιωματούχοι θεωρούν πως ο Σι με την αποχή του θέλει να πλήξει το γόητρο της Ινδίας, ως οικοδέσποινας μιας συνόδου κορυφής.
Οι εντάσεις μεταξύ Νέου Δελχί και Πεκίνου έχουν επανέλθει στην επιφάνεια τις τελευταίες εβδομάδες: το υπουργείο Φυσικών Πόρων της Κίνας δημοσίευσε έναν χάρτη στον οποίο φαινόταν να διεκδικεί περιοχές της Βορειοανατολικής Ινδίας ως τμήμα της Κίνας. Αυτές οι επί μακρόν αμφισβητούμενες περιοχές οδήγησαν σε αιματηρές συγκρούσεις πριν από τρία χρόνια, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 20 ινδοί και 4 κινέζοι στρατιώτες – στη συνοριακή περιοχή η ένταση παραμένει.