Τι θα πει ευσεβής πόθος; Ο σχηματισμός πεποιθήσεων που στηρίζονται πάνω σε κάτι ευχάριστο να φαντάζεσαι μάλλον, παρά σε κάτι που στηρίζεται στη λογική, σε αποδείξεις ή στην πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτό πολλοί δημόσιοι παράγοντες, σχολιαστές ή διάφοροι θεωρητικολογούντες επανέρχονται κατά καιρούς στην άποψη πως γυρίζουμε πίσω στα χρόνια του μεγάλου δημόσιου τομέα. Τελευταία, η εκδοχή αυτή έχει ενισχυθεί από τρεις κυρίως παράγοντες.
Ο ένας είναι η πρόσφατη επιδημία του κορωνοϊού. Οι δραματικές επιπτώσεις για την αντιμετώπισή της με τα lockdown, τις αποζημιώσεις σε επιχειρήσεις και τις αυξημένες δαπάνες στα δημόσια συστήματα υγείας άνοιξαν διάπλατα τους κρουνούς των δημόσιων δαπανών. Ετσι, οι υποχρεώσεις του δημόσιου τομέα διογκώθηκαν και οι εραστές του μεγάλου κράτους συνήλθαν από τον λήθαργο. Μια κατάσταση που διευρύνθηκε βέβαια από τη συμπεριφορά των κυβερνήσεων που, δίχως να υπολογίζουν τις όποιες υγειονομικές αλλά και δημοσιονομικές συνέπειες, με τις πρώτες ενδείξεις υποχώρησης της επιδημίας αφήνουν τα πάντα ελεύθερα και μετά, μόλις τα κρούσματα αρχίζουν πάλι να αυξάνονται ή ο ιός να μεταλλάσσεται, το κράτος ξαναμπαίνει στο παιχνίδι. Με νέα μέτρα και καινούργιες αυξημένες δαπάνες! Ανοησία ή βλακεία; Λογικά το μήνυμα που πολλοί προσλαμβάνουν είναι πως το μεγάλο κράτος επανέρχεται. Χωρίς όμως εξήγηση για το πώς θα καλυφθούν τα έξοδά του…
Αλλος παράγων μεγέθυνσης των προσδοκιών για τον καινούργιο μεγάλο δημόσιο τομέα είναι η νέα θεολογία για την κλιματική αλλαγή (η «κρίση» για πολλούς). Δίχως αποδεκτή επιστημονική βάση και με την κινδυνολογία που διαχέεται πως ο πλανήτης κινδυνεύει από την ανθρώπινη δραστηριότητα και τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (0,005% των αερίων που εκπέμπονται!!), είμαστε σε μια κατάσταση υστερίας για το περιβάλλον που δήθεν γύρω μας καταρρέει και για το κράτος που οφείλει να παρέμβει στις αγορές και να δαπανήσει για την προστασία του. Δημόσια χρήματα ρέουν για την επιδότηση εναλλακτικών ενεργειακών πηγών, συχνά ανίσχυρων στην πραγματικότητα να καλύψουν τις ανάγκες, που όμως στοιχίζουν κι ανατρέπουν τους τρόπους ζωής μας. Η ενέργεια γίνεται πανάκριβη, η γεωργία συχνά καταρρέει, η τροφή γίνεται δυσεύρετη ή πολύ ακριβή και η ζωή αλλάζει χωρίς ο πολύς κόσμος να καταλαβαίνει γιατί ακριβώς. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο δημόσιος τομέας παίρνει και πάλι το πάνω χέρι, χωρίς να είναι σαφές από πού θα καλυφθούν οι αυξανόμενες δανειακές του ανάγκες.
Τρίτος παράγων είναι οι ΗΠΑ του Τζο Μπάιντεν. Με απίστευτη γενναιοδωρία η αμερικανική κυβέρνηση χρηματοδοτεί «πράσινες» επενδύσεις δεξιά κι αριστερά (για τις οποίες γίνονται και εκδηλώσεις μελέτης της διαφθοράς που περιλαμβάνουν), δεν λέει σχεδόν πουθενά «όχι» κι ενισχύει σχεδόν προκλητικά την Ουκρανία. Το δημόσιο χρήμα ρέει, ενώ ταυτόχρονα διογκώνονται τα χρέη του αμερικανικού Δημοσίου.
Προ καιρού ο αμερικανικός δημόσιος τομέας έφθασε στα όρια της επίσημης πτώχευσης! Οι δαπάνες όμως δεν έπαψαν να ρέουν. Χωρίς από πουθενά να φαίνεται πως το διογκούμενο χρέος θα καλυφθεί. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, με όλα αυτά, έχει φθάσει στα όρια επιβίωσής της. Με αποτέλεσμα η προοπτική ενός νέου προέδρου, που όμως διώκεται από τη Δικαιοσύνη, να φαντάζει εφικτή! Είναι δυνατόν να φθάσουμε μέχρι εκεί; Ολα είναι πιθανά όταν το Δημόσιο έχει ξεχάσει τη λογική τού «ξοδεύω με μέτρο και όρια». Ποιος θα πληρώσει για όλα αυτά; Και πώς; Η επιστροφή του μεγάλου κράτους εξακολουθεί να είναι ευσεβής πόθος για πολλούς. Οσο όμως δεν υπάρχουν χειροπιαστές λύσεις για τη χρηματοδότησή του, θα παραμείνει αυτό που είναι. Μια χίμαιρα…