Να εγκαταλειφθούν άμεσα από τους κατοίκους τους τα «βυθισμένα» χωριά της Θεσσαλίας προτείνουν διακεκριμένοι επιστήμονες. Οπως τονίζουν, η πλήρης αποκατάσταση των κατοικιών αυτών με όρους ασφαλείας είναι πλέον αδύνατη.
Ο καθηγητής Αντισεισμικής Τεχνολογίας Παναγιώτης Καρύδης, μιλώντας στα «ΝΕΑ», παρομοιάζει όσα συνέβησαν στη Θεσσαλία με «έναν σεισμό μεγέθους 8,5 ρίχτερ κάτω από τα θεμέλιά μας» και υποστηρίζει ότι στις πληγείσες περιοχές θα πρέπει να γίνει ένας «πολεοδομικός αναδασμός», δηλαδή να δημιουργηθούν νέοι οικισμοί για τους πλημμυροπαθείς σε άλλα σημεία, οι οποίοι θα είναι διακριτοί από τις εκτάσεις αγροτικής γης.
Την ίδια στιγμή, προβληματίζει η στατικότητα των γεφυρών στη Θεσσαλία, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι καθίσταται επιτακτικός ο ενδελεχής έλεγχός τους, καθώς τα ακραία πλημμυρικά φαινόμενα είναι πιθανό να έχουν προκαλέσει διάβρωση στα θεμέλια, που δεν είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού.
Καρύδης: «Υγειονομική βόμβα»
«Στη συγκεκριμένη περιοχή εδώ και πολλά χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί ως βασικό δομικό υλικό η άργιλος, κυρίως στα ωμοπλινθόκτιστα σπίτια αλλά και στα λιθόκτιστα ως συνδετικό υλικό ανάμεσα στις πέτρες.
Είναι ένα πολύ καλό υλικό, και ανθεκτικό στους σεισμούς, όμως έχει μια ιδιότητα: όταν βραχεί, μετατρέπεται σε λάσπη που γλιστρά πολύ και φεύγει. Επίσης, αργεί πάρα πολύ να στεγνώσει – κρατά το νερό για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ως εκ τούτου, τα σπίτια που βυθίστηκαν μέχρι τις στέγες ή μέχρι τον πρώτο όροφο στο νερό έχουν θέμα στατικότητας», λέει ο Παναγιώτης Καρύδης.
«Παράλληλα, αποτελούν μια υγειονομική βόμβα γιατί στην τοιχοποιία τους έχουν εισχωρήσει μικρόβια που μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες.
Η λύση είναι μία: η εγκατάλειψή τους. Ακόμη και όταν υποχωρήσουν τα νερά, η επιφάνεια του εδάφους δεν θα είναι η ίδια – θα υπάρχουν μπάζα, φερτά υλικά, νεκρά ζώα. Αρα το ισόγειο καθίσταται de facto υπόγειο. Ακόμη και αν αφαιρέσουμε αυτά τα εκατομμύρια κ.μ. χώματος που έχουν συγκεντρωθεί εκεί – τα οποία είναι ένα ερώτημα το πού θα τα πάμε –,με την πρώτη βροχή τα σπίτια θα γεμίσουν ξανά νερό λόγω της αλλαγής που έχει συντελεστεί.
Αρα, είναι δώρον άδωρον να γίνουν επισκευές.
Οι κάτοικοι πρέπει να το καταλάβουν. Θα είναι το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να γίνει από εδώ και μπρος. Αυτά τα σπίτια θα πρέπει να εγκαταλειφθούν, να θεωρηθούν total loss, οι κάτοικοι να μεταστεγαστούν προσωρινά σε προκάτ και να δημιουργηθούν νέες γειτονιές σε καλό έδαφος, με σύγχρονα κτίρια, κοντά στα κτήματά τους αλλά όχι μαζί.
Να έχουμε αμιγώς αγροτική περιοχή και αμιγώς περιοχή κατοικίας. Να μετατρέψουμε αυτήν την καταστροφή σε σωτηρία, με σωστές μελέτες και προγραμματισμό για μια ανάπτυξη της περιοχής με όραμα. Μόνο αυτό μπορεί να θεωρηθεί αποκατάσταση», λέει.
Χουλιάρας: «Δεν μπορούν να ξανακατοικηθούν»
Την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Γεράσιμος Χουλιάρας, ο οποίος μιλώντας στην ΕΡΤ επεσήμανε: «Εχουν δημιουργηθεί δύο τεράστιες λίμνες στην Κεντρική Ελλάδα, νερό 74 τετραγωνικών χλμ., οπότε έχει αλλάξει η γεωμορφολογία της περιοχής.
Ως σεισμολόγος μπορώ να σας πω ότι η στατική επάρκεια των κτιρίων που είναι βυθισμένα μέσα στο νερό είναι κάτι το ανησυχητικό. Είναι κάτι με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί η πολιτεία άμεσα, διότι αυτά τα σπίτια, τα περισσότερα, έχουν καταστραφεί. Δεν μπορούν να ξανακατοικηθούν λόγω στατικής ανεπάρκειας».
Στο μεταξύ, ανησυχία επικρατεί και για τις μεγάλες υποδομές στη Θεσσαλία, με πρώτες τις γέφυρες.
Ηδη έχουν καταρρεύσει αρκετές, μεταξύ των οποίων η γέφυρα του Ξηριά στον Αλμυρό, η γέφυρα στο Μουζάκι Καρδίτσας, η γέφυρα της Διάβας στον Νομό Τρικάλων και η κρεμαστή γέφυρα στην Αγία Παρασκευή Τεμπών, ενώ πολλές αντιμετωπίζουν προβλήματα μικρότερης έκτασης. Μόνο στην Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων, όπως εξηγεί ο αντιπεριφερειάρχης Τρικάλων Χρήστος Μιχαλάκης, 28 γέφυρες έχουν χτυπηθεί από την κακοκαιρία.
«Η γέφυρα στη Γιάννουλη, για την οποία υπήρξε προβληματισμός τις προηγούμενες μέρες, δεν έχει πρόβλημα», λέει από την πλευρά του ο δήμαρχος Λαρίσης Αποστόλης Καλογιάννης. Συνολικά, δεκάδες γέφυρες στη Θεσσαλία παραμένουν εκτός κυκλοφορίας είτε λόγω βλαβών είτε για προληπτικούς λόγους, ενώ κλειστή ήταν και χθες η γέφυρα στο Κουτσόχερο, στη διαδρομή Λάρισας – Τρικάλων, λόγω του πλημμυρισμένου Πηνειού.
Χατζηδάκης: «Να ελεγχθούν όλες οι γέφυρες»
«Είναι απαραίτητο να ελεγχθούν όλες οι γέφυρες στην πληγείσα περιοχή, καθώς είναι πιθανό να έχουν υποστεί απώλεια υλικού στα θεμέλιά τους.
Οι δυνάμεις που δέχτηκαν κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας – οι οποίες είναι ανάλογες με την ταχύτητα της ροής του νερού – ήταν πολλαπλάσιες από τις παραδοχές που είχαν ληφθεί υπόψη για πλημμύρες 50ετίας ή 100ετίας όταν χτίστηκαν», λέει στα «ΝΕΑ» ο Αρης Χατζηδάκης, αναπληρωτής πρόεδρος του ΟΑΣΠ και τέως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Πολιτικών Μηχανικών.
«Πρέπει να ελεγχθούν όλες οι γέφυρες με βάση το υπάρχον εγχειρίδιο επιθεώρησης, το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί από καταρτισμένους μηχανικούς.
Ετσι θα γίνει κι ένα βήμα για να αποκτήσουμε κάποτε το μητρώο γεφυρών που έχει μεν ψηφιστεί, αλλά δεν έχει καταρτιστεί ακόμη. Ενα μητρώο που θα περιλαμβάνει τις 17.000 γέφυρες της Ελλάδας, ώστε σε μια ακραία κατάσταση να γνωρίζουμε τα στοιχεία της κάθε γέφυρας – πότε χτίστηκε, πώς, ποιες είναι οι ιδιαίτερες ανάγκες της.
Παράλληλα πρέπει να καταρτιστούν μοντέλα εκτίμησης τρωτότητας για να μην τα αναζητούμε την κρίσιμη στιγμή, όταν δηλαδή πρέπει να σώσουμε ό,τι μπορεί να σωθεί».