Το γράφει ο Καραγάτσης (που χθες ήταν η επέτειος του θανάτου του) στο «10», όταν αναφέρεται στον Λούση. Εναν περιθωριακό και λαθρόβιο τύπο που έλεγε τερατώδη ψέματα. Οταν πέθανε η γυναίκα του, ο Λούσης πλακώθηκε με την κουνιάδα του για την κληρονομιά, να σκοτωθούν πήγαν. Που τι ήταν δηλαδή η «κληρονομιά»; Το τίποτα. Κάτι παλιοντετζερέδια, δυο τρία ξεχαρβαλωμένα έπιπλα, άντε και μερικά σεντόνια. Αλλά, όπως λέει ο συγγραφέας, όσο πιο μικρή είναι η κληρονομιά, τόσο περισσότερο «σκοτώνονται» μεταξύ τους οι κληρονόμοι.
Φαίνεται ότι το ίδιο συμβαίνει και στην πολιτική. Το διαπιστώνω με αφορμή τις εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη νέου αρχηγού. Στην εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχασε τη μισή, σχεδόν, εκλογική του δύναμη σε σχέση με τις εκλογές του 2019. Πρωτοφανές για αντιπολιτευτική παράταξη. Αλλά και ενδεικτικό της μεταστροφής του κόσμου που φαίνεται ότι, μετά από δώδεκα χρόνια, έγκωσε (όπως λέμε και στη Σύρο) από την τοξικότητα που καλλιέργησαν τα, επώνυμα και ανώνυμα, τρολ του Διαδικτύου, από τα μπινελίκια που αντικατέστησαν τα πολιτικά συνθήματα και μηνύματα, από τη σκανδαλολογία, την εχθροπάθεια και τον διχασμό στον οποίον επένδυσε ο ΣΥΡΙΖΑ το πολιτικό του όραμα. Εστω και μέσω των διαδικτυακών του πολιτοφυλάκων.
Ομως η κατάρα (διότι και τέτοιες διακινήθηκαν στον πολιτικό λόγο τα τελευταία χρόνια) είναι γαϊδάρα και σου έρχεται στη μούρη. (Κάπως έτσι δεν το λένε;). Το ξεκατίνιασμα (δεν μου αρέσει η λέξη, τη βρίσκω παλιά αλλά την «αναγνωρίζει» ακόμη και ο διορθωτής της Google) φαίνεται να είναι εγγενές χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ, κινητήριος δύναμή του και, στην τελική, το κάρμα του. Ενα τέτοιο ξεκατίνιασμα παρακολουθήσαμε την τελευταία εβδομάδα επιπέδου «Ποιος πήγε κι άπλωσε τα ρούχα στην ταράτσα;». Καβγάδες – αντίστοιχοι μ’ αυτούς που, αριστουργηματικά, περιγράφει ο Καραγάτσης στο «10» – που «σκηνικά» υποστηρίζονταν από ρόμπα και μπικουτί. Εντάξει, η κλωτσοπατινάδα άρχισε το βράδυ των εκλογών με τις καρεκλιές του Τζανακόπουλου και φαίνεται ότι συνεχίστηκε στα μουλωχτά μέχρι που οι «Κασσελίστας» του Κασσελάκη άπλωσαν «τα λερωμένα τ’ άπλυτα» στα μπουγαδόσχοινα των social media. Ποιος αγαπούσε περισσότερο τον Τσίπρα, ποιος αγαπά λιγότερο την Αχτσιόγλου, πόσο Τσίπρα έχει καταπιεί ο Κασσελάκης, πόσο μεγάλος στην ηλικία είναι ο Δραγασάκης και πόσο ανόητοι κάποιοι περιφερόμενοι απελάτες του τέως κραταιού ΣΥΡΙΖΑ.
Για να σοβαρευτούμε όμως λίγο. Η εκλογική κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ είναι όντως μικρή για ένα κόμμα εξουσίας. Οχι όμως και η πολιτική του. Με το ΠΑΣΟΚ να έχει αυτοπεριορισθεί στον ρόλο του απαθούς θεατή των τεκταινόμενων και χωρίς να έχει καταφέρει (εκτός κι αν δεν θέλει) να καρπωθεί τη φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το κενό στον εξ αριστερών χώρο της Δεξιάς (δεν βρίσκω άλλον, καλύτερο ορισμό) είναι μεγάλο. Και η κάλυψή του απαραίτητη για την ισορροπία των πολιτικών δυνάμεων. Από φορείς ξεκάθαρης ιδεολογίας χωρίς παπατζιλίκια και τζιριτζάντζουλες και όχι από περιφερόμενους «Κεν» της πολιτικής.
Κασσελάκης ο μασελάκης
Τζάμπα έδωσα, πριν από έναν χρόνο, ένα μάτσο λεφτά για να φτιάξω τα δόντια μου. Τζάμπα και τα εμφυτεύματα. Θα έρθει ο Κασσελάκης και θα μου τα βγάλει ένα – ένα. Και τα δικά μου και των συναδέλφων μου και των δικαστικών. Γιατί; Γιατί το παιδί γουστάρει. Αυτό ακριβώς δεν είπε; Γουστάρει να μας ξεδοντιάσει. Σκιάχτηκα τώρα…
Είμαι σίγουρη ότι ο «Κεν της Κουμουνδούρου» νομίζει ότι παίζει σε σειρά του Netflix. Για κάποιον που, ενώ ήθελε να γίνει μοντέλο του Hugo Boss, προσπάθησε να γίνει εφοπλιστής αλλά, τελικά, έγινε πρωθυπουργός. Διότι αυτό νομίζει το παλικάρι. Οτι μεθαύριο είναι εθνικές εκλογές τις οποίες, σύμφωνα με το σενάριο, θα κερδίσει. Απλώς, όσο ακόμα ζει το όνειρο του σίριαλ, ας του πει κάποιος από τους σεναριογράφους του ότι «Εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε» (μην του αναφέρει μόνο το όνομα του Σαββόπουλου, θα τον μπερδέψει). Και ότι οι δηλώσεις αυτές παραπέμπουν σε άλλες ιδεολογίες που ουδεμία σχέση έχουν με την κολεξιόν που διάλεξε για τον χειμώνα 2022 – 2023.