Στην Ελλάδα το ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» στις αρχές του μήνα κατέγραφε πρωτοφανή αύξηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τουριστών κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Κατέγραφε ωστόσο και σημαντική μείωση της πληρότητας των ξενοδοχείων το ίδιο διάστημα. Οι τουρίστες που προτίμησαν την Αττική για τις διακοπές τους, επέλεξαν να νοικιάσουν σπίτια αντί ξενοδοχείων για το διάστημα της παραμονής τους σε Κουκάκι, Θησείο, Σύνταγμα, ακόμα και στη Γλυφάδα ή τον Πειραιά. Τα καταλύματα που φτιάχτηκαν και πληρώνουν φόρους για να δουλέψουν τον τουρισμό υπολειτουργούν και τα οικήματα που φτιάχτηκαν για να μένουν οικογένειες και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους, τους έχουν αντικαταστήσει.
Στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη, στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας έχει τεθεί σε ισχύ ένας νόμος που βάζει επί της ουσίας τέλος σε αυτού του είδους τις μισθώσεις. Τις έχουμε μάθει με τον τίτλο του μεγαλύτερου παρόχου τέτοιων υπηρεσιών, την εταιρεία Airbnb. Διαμερίσματα, αυτού του είδους των μισθώσεων, των δύο και τριών υπνοδωματίων κοντά σε μουσεία για οικογένειες, ακόμη και η επιλογή των Νεοϋορκέζων να νοικιάζουν τα διαμερίσματά τους το Σαββατοκύριακο όταν λείπουν, πλέον απαγορεύεται. Μαζί, απαγορεύονται τα σπίτια που διατίθεντο για πάρτι και γενικώς η όχληση κάθε είδους. Από εδώ και στο εξής στην αμερικανική μεγαλούπολη, όπου η εξεύρεση κατοικίας ήταν πλέον αδύνατη, επιτρέπεται μόνο η ενοικίαση εγγεγραμμένου σε μητρώο ακινήτου, εφόσον ο ιδιοκτήτης μένει και ο ίδιος στο οίκημα (άρα παραχωρεί κάποιο δωμάτιο) και εφόσον οι ενοικιαστές δεν ξεπερνούν τους δύο.
Στην Ελλάδα συζητάμε τελευταία πως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο. Εχω την αίσθηση ότι η παρούσα κυβέρνηση το σκέφτεται περισσότερο εισπρακτικά. Πώς δηλαδή θα καταφέρει τη φορολόγηση του τζίρου από την εν λόγω δραστηριότητα να την εντάξει στα δημόσια ταμεία. Το πρόβλημα ωστόσο είναι άλλο. Η βραχυχρόνια μίσθωση, μαζί με άλλες αιτίες όπως το πρόγραμμα της χρυσής VISA, έχουν δημιουργήσει μια ασφυκτική κατάσταση στην αγορά κατοικίας. Δεν υπάρχουν σπίτια, με αποτέλεσμα όσα είναι διαθέσιμα να μισθώνονται σε εξωφρενικά υψηλά επίπεδα.
Το πρόβλημα των ενοικίων βρίσκεται στο αντίστοιχο σημείο που βρίσκονταν πριν από δύο χρόνια το θέμα του ρεύματος. Τότε, το φθινόπωρο του 2021, στο Μέγαρο Μαξίμου είχαν επιλέξει να το υποτιμήσουν το θέμα του ρεύματος, θεωρώντας ότι ήταν θέμα αγοράς και θα διορθώνονταν. Ακόμα και όταν αποφάσισαν να παρέμβουν στις αρχές του 2022 οι λύσεις που δόθηκαν ήταν πρόχειρες και δεν έλυσαν το πρόβλημα. Χρειάστηκε να μεσολαβήσει ο πόλεμος και το πρόβλημα να γιγαντωθεί για να φτιαχτεί ο μηχανισμός, το καλοκαίρι του 2022, που τους τελευταίους 13 μήνες έχει αφαιρέσει την ανασφάλεια για τη διακύμανση των τιμών του ρεύματος πάνω από κάθε ελληνικό νοικοκυριό. Το ίδιο κάνουν και τώρα, υποτιμώντας το θέμα των ενοικίων και αφήνοντας την αγορά να «μιλήσει». Το θέμα ωστόσο πλέον έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Οικογένειες βγαίνουν από τα σπίτια τους, όχι επειδή είναι κακοπληρωτές, όπως παλιά με τα δάνεια, αλλά γιατί οι ιδιοκτήτες θεωρούν ότι μπορούν να βρουν ένα υψηλότερο ενοίκιο. Και αν δεν το βρουν ξέρουν ότι μπορούν να το δώσουν για βραχυχρόνια μίσθωση. Χρειάζονται μέτρα άμεσα. Οι λύσεις που βρήκαμε για να προσποριζόμαστε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ήταν προφανώς προσωρινές. Πλέον υπάρχουν κανονικοί και πιο παραγωγικοί τρόποι εξεύρεσης εισοδήματος. Ολοι αυτοί οι «επίδεσμοι» που πήγαν να καλύψουν τις πληγές της χρεοκοπίας, πρέπει να αφαιρεθούν, γιατί αν δεν το κάνουμε κινδυνεύουν να κακοφορμίσουν.