Ο Πρωθυπουργός πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, όπου θα έχει και νέα συνάντηση με τον πρόεδρο Ερντογάν… «βρεγμένος» από τις πλημμύρες του θεσσαλικού κάμπου. Ή με την τραγική εμπειρία των φονικών φυσικών καταστροφών των προηγούμενων μηνών ως συνέπειας της κλιματικής κατάρρευσης. Και με τη συνειδητοποίηση ότι η Τουρκία μπορεί να είναι μείζων απειλή ασφάλειας αλλά τελικά πολύ μεγαλύτερη άμεση και καταστροφική απειλή – πόλεμος είναι η κλιματική κρίση για την Ελλάδα καθώς είμαστε η πιο ισχυρά εκτεθειμένη ευρωπαϊκή χώρα σ’ αυτή.
Για να προσαρμοσθεί η χώρα στη νέα αυτή οδυνηρή πραγματικότητα, που χρόνο με τον χρόνο θα γίνεται ακόμη οξύτερη, θωρακισθεί, ενισχύσει την ανθεκτικότητά της, χρειάζεται πόρους, όπως χρειάζεται και να ορίσει μια νέα πιο συμπεριληπτική έννοια ασφάλειας, απειλών και κινδύνων. Αυτό πρακτικά σημαίνει α) τη θεσμική αξιοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων – παρά το κλασικό στρατιωτικό δόγμα – για την αντιμετώπιση των εσωτερικών απειλών, κινδύνων, φυσικών καταστροφών που προκαλούνται από την κλιματική κατάρρευση, β) ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να δαπανά το υψηλότερο ποσοστό απ’ όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ σε στρατιωτικές δαπάνες (3,86% ΑΕΠ) για την αντιμετώπιση μιας δυνητικά επιλύσιμης εξωτερικής απειλής, επιλύσιμης μέσα από μια ορθολογική προσέγγιση που αγνοεί τις εθνικιστικές κραυγές για ενδοτισμούς και άλλα φαιδρά όλων των απαίδευτων γύρω από διεθνείς διαπραγματεύσεις. Η ίδια λογική ισχύει περίπου και για την Τουρκία (σεισμοί, άλλες καταστροφές κ.λπ.).
Επομένως, σε σχέση με τη συνάντηση του Βίλνιους τον περασμένο Ιούλιο, ο Πρωθυπουργός όπως και ο πρόεδρος Ερντογάν έχουν τώρα ένα ισχυρότερο κίνητρο να επιδιώξουν την ταχύτερη εξομάλυνση/επίλυση των προβλημάτων. Και οι δύο χώρες χρειάζονται άλλα μέσα, δομές και υποδομές, ασφάλεια και προστασία που απαιτούν πόρους (και πολύπλευρη συνεργασία – πολιτική προστασία κ.λπ.).
Η Ευρωπαϊκή Ενωση αποτελεί πάντοτε για την Ελλάδα πηγή άντλησης πόρων και αλληλεγγύης. Αλλά και η Ενωση δεν διαθέτει απεριόριστες δυνατότητες. Πολύ περισσότερο αυτή την περίοδο που χρηματοδοτεί με τεράστια ποσά την Ουκρανία προκειμένου να αντιμετωπίσει τη βάρβαρη πολεμική επίθεση της Ρωσίας και να σταθεί οικονομικά στα πόδια της. Βλέποντας επίσης σε κάποιο βάθος χρόνου και με την επικείμενη διεύρυνση της Ενωσης (Δυτικά Βαλκάνια, Ουκρανία και άλλες χώρες), οι καθαρές αναλήψεις πόρων της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ενωση θα συρρικνωθούν ή και θα μηδενισθούν πλήρως (η Ελλάδα θα γίνει «καθαρός πληρωτής»). Ενώ από την άλλη μεριά η Τουρκία θα επιδιώκει την πυρηνικοποίησή της – απόκτηση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ολα αυτά επιβάλλουν την ορθολογικώς γρήγορη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων για, μεταξύ άλλων, την εξοικονόμηση των εθνικών πόρων που συνεπάγονται αλλά και την αποτροπή ακόμη δυσκολότερων διαπραγματευτικών εξισώσεων. Οι κίνδυνοι ελλοχεύουν…
Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE.
Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»