Δεν θυμάμαι πώς αρχίζει το ανέκδοτο, θυμάμαι όμως πώς τελειώνει. Με τη σύζυγο που, προκειμένου να στηρίξει τον άνδρα της που της προσφέρει τα πάντα, αποφαίνεται μεγαλοπρεπώς ότι η ερωμένη του (την οποία αποκαλεί «η δικιά μας») είναι καλύτερη από εκείνη του αντιπάλου του. Ε, κάπως έτσι διαχειρίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ τις προχθεσινές εσωκομματικές εκλογές του. Πρώτα απ’ όλα με τα πανηγύρια για τις, περίπου, 149.000 που πήγαν να ψηφίσουν την Κυριακή. Οσοι, πάνω – κάτω, ψήφισαν όταν μοναδικός υποψήφιος ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Και οι μισοί, περίπου, από τις 270.000 που ψήφισαν το 2021 στις εσωκομματικές του ΠΑΣΟΚ. Δεν το λες και θρίαμβο για ένα κόμμα που υποτίθεται ότι διεκδικεί την εξουσία παρά τα 40.000 νέα μέλη που ενεγράφησαν. Αλλωστε, άλλα τόσα μέλη δεν πήγαν να ψηφίσουν. Οπότε μία η άλλη. Ναι, εντάξει, υπολόγιζαν ότι η συμμετοχή θα ήταν χαμηλότερη, ίσως κάτω και από τις 50.000. Οταν ρίχνεις τόσο χαμηλά τον πήχη, το λίγο φαντάζει πολύ. Κι εσύ νομίζεις ότι κατέκτησες θρίαμβο.
Το πόσο χαμηλά έχουν ρίξει τον πήχη εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε από τα ποσοστά του Στέφανου Κασσελάκη. Δηλαδή τόση απελπισία, τόση απογοήτευση, τέτοιο αυτομαστίγωμα; Σαν περσινή αρραβωνιαστικιά που μόλις την εγκατάλειψε ο μεγάλος της έρωτας, άνοιξε την πόρτα και τον πρώτο που περνούσε απέξω, τον έμπασε μέσα και τον έντυσε γαμπρό. Αντε κι ήταν τυχερή και ο περαστικός της βγήκε ομορφούλης, τσαχπίνης και με τσακίρικα μάτια. Ομως, αν δεν κάνω λάθος, εκεί στην Κουμουνδούρου για αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ψάχνουν που σημαίνει εν δυνάμει πρωθυπουργό. Οχι για γαμπρό. (Εκτός κι αν κάνω λάθος διότι, στις δηλώσεις για τα επινίκια, βλέποντας πίσω του τη Θεοδώρα Τζάκρη με το μαλλί το πρεσαρισμένο, το μπουκλέ το σωστό, το μπλε το ελεκτρίκ το φόρεμα με τη διακριτική την πέρλα στη μανικοκόλληση και τα τακούνια που τα «βλέπεις» ακόμη και αν δεν φαίνονται, μου έκανε η απόλυτη κουμπάρα. Ο δε Πέτρος ο Παππάς – στις δηλώσεις του δεν υπήρξε ούτε μια φορά που δεν έβαλε άρθρο και στο «Στέφανος» και στο «Κασσελάκης», τύπου «ΠΑΣΟΚ, ωραία χρόνια» – με το μαλλί το φλου του πιστολακίου, σαν να έχει βγει από χοροεσπερίδα στην Αστόρια το 1988, ο απόλυτος κουμπάρος).
Τέλος πάντων, ο Κασσελάκης, ανεξαρτήτως του τι θα βγάλουν οι κάλπες την επόμενη Κυριακή (αν και το αουτσάιντερ που γίνεται φαβορί σπάνια γυρίζει πίσω) έκανε κανονικό εισοδισμό στον ΣΥΡΙΖΑ και όχι απλώς ανακάτεψε την τράπουλα, μαντάρα γίναν όλοι. Αμετροεπής, νάρκισσος, αυτοαναφορικός πήρε τη θέση του «Μεσσία» που άφησε κενή (ή του την παραχώρησε μήπως και προκάμει και κάτσει κάποιος άλλος) ο Αλέξης Τσίπρας. Βέβαια, ο ίδιος το διευκρίνισε ότι δεν είναι Μεσσίας, είναι ένας από εμάς, διότι προς στιγμή ταραχθήκαμε μήπως έχουμε εδώ χάμου καμιά Δευτέρα Παρουσία.
Να σοβαρευτούμε λίγο; Δύσκολο. Ακούω από προχθές για το μήνυμα που εστάλη και για το τι θέλουν να πουν αυτοί που ψήφισαν Κασσελάκη. Κατά τη γνώμη μου, απολύτως τίποτα πέρα από την απόλυτη αμηχανία απέναντι στην πολιτική. Και η αμηχανία πολλές φορές παράγει κωμωδία, έστω και πικρή. Και η αλήθεια είναι ότι στον ΣΥΡΙΖΑ από προχθές γίνεται ένα πάρτι. Σαν αυτά που κάνουμε όταν φεύγουμε από ένα σπίτι και δεν μας νοιάζει αν το αφήσουμε ρημάδι. Ιδεολογίες, ιδεοληψίες, σύμβολα και συμβολισμοί, σημειολογίες και φλάμπουρα, αχταρμάς όλα. Οσοι δεν έχουν εμπλοκή, μπορεί και να το απολαμβάνουν. Ομως δεν είμαι και σίγουρη ότι είναι καλό για έναν τόπο η «κουμπαροποίηση» της πολιτικής. Διότι εδώ δεν μιλάμε για τον μετασχηματισμό της αλλά για το ξέφτι της.
Λίγο νερό ακόμη
Εχω μια φίλη, παλιά Αθηναία, με περγαμηνές σπουδαίας καταγωγής. Η οποία δεν χωνεύει τη νύφη της. Και ένας από τους λόγους είναι ότι κάθε φορά που πηγαίνει στο σπίτι του ζευγαριού, εκείνη τη ρωτάει αμέσως αν θέλει ένα ποτήρι νερό. «Μα δεν καταλαβαίνεις» μου εξήγησε «ότι αυτή η προσποιητή και κλισεδιάρικη ευγένεια είναι, στην πραγματικότητα, αγένεια και έλλειψη τρόπων;».
Μου το θύμισε η εμμονή του Κασσελάκη να ρωτάει τους ρεπόρτερ που τον περιμένουν αν έχουν πιεί νερό.