Είναι Μάρτιος του 1993, η δεύτερη θητεία του Φρανσουά Μιτεράν πλησιάζει προς το τέλος της, ο ίδιος είναι πια βαριά άρρωστος και η δημοτικότητά του δεν ξεπερνάει το 22%, στο μεταξύ, το γαλλικό ΑΕΠ καταγράφει μείωση 0,8%, στις κοινοβουλευτικές εκλογές που πραγματοποιούνται, λοιπόν, επικρατεί η Δεξιά, πρωθυπουργός ορκίζεται ο Εντουάρ Μπαλαντίρ και υπουργός Εσωτερικών ο Σαρλ Πασκουά, ένας πολιτικός που έμελλε να καταδικαστεί δύο φορές σε ποινές φυλάκισης, με αναστολή, για υποθέσεις διαφθοράς. Αλλά αυτά αργούν, τώρα είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του μεγάρου Μποβό και έχει υποσχεθεί στο (δεξιό) εκλογικό του σώμα να (τους) εξασφαλίσει πολύ γρήγορα μηδενική μετανάστευση.
Το νομοσχέδιό του, που προέβλεπε μεταξύ άλλων αυτόματη απέλαση σε περίπτωση καταδίκης, θα απορριφθεί συνολικά οκτώ φορές από το γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο. Ο ίδιος έφτασε σε σημείο να οργανώσει πτήσεις τσάρτερ, συνοδευόμενες από το απαραίτητο θέαμα, με μετανάστες δεμένους με χειροπέδες, πλαισιωμένους από αστυνομικούς. Αναγκάστηκε να κάνει πίσω. Κατόπιν επιχείρησε να διαπραγματευτεί με τις χώρες προέλευσης. Οπως και οι προκάτοχοί του, ωστόσο, χρειάστηκε να αναθεωρήσει: έπρεπε να επιδοτηθούν οι απελάσεις και να λαδωθούν πολλά γρανάζια σε αυτές. «Ακόμα και ο Σαρλ Πασκουά, που δεν φοβόταν τίποτα, απέτυχε», θύμιζε προχθές στη Libération ο θρυλικός συνιδρυτής της γαλλικής εφημερίδας, ο Σερζ Ζουλί. «Ο λόγος που τον λογίζω ως σημείο αναφοράς», προσέθετε, «είναι διότι τα περισσότερα σχέδια της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς πάνω στις προτάσεις που έκανε τότε ο Πασκουά είναι σχεδιασμένα. Μετά από εκείνον, οκτώ νόμοι περιορισμού της μετανάστευσης έχουν ψηφιστεί από το 2000, κανένας δεν κατάφερε το παραμικρό». Ο ένατος, του Εμανουέλ Μακρόν αυτή τη φορά, βρίσκεται στα σκαριά από το περυσινό καλοκαίρι και κάθε φορά που αναβάλλεται, και μετά ανασταίνεται, καλοπιάνει όλο και περισσότερο την (ακρο)Δεξιά.
Αν δεν ήταν τραγικοί, αν δεν ενείχαν τους σπόρους της αυτοκαταστροφής της, οι κύκλοι που κάνει χρόνια τώρα η ΕΕ γύρω από τον εαυτό της στο θέμα της μετανάστευσης θα ήταν κωμικοί. Ανήμπορη να συμφωνήσει σε πραγματικές λύσεις, σε μία κοινή γραμμή βασιζόμενη στον πραγματισμό, τον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη, αφήνει ουσιαστικά τις χώρες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή στο έλεος της γεωγραφικής τους μοίρας, επιτρέποντας στους δημαγωγούς της Ακροδεξιάς να διαχέουν το δηλητήριό τους, τις μάταιες και απαράδεκτες ταυτόχρονα «λύσεις» που προκρίνουν, σε όλη την κοινωνία.
Θα μπορούσε βέβαια κανείς να θεωρήσει θεία δίκη το γεγονός ότι η μεταφασίστρια Τζόρτζια Μελόνι ανήλθε στην πρωθυπουργία της Ιταλίας πριν από σχεδόν έναν χρόνο υποσχόμενη «κλείσιμο των συνόρων», και η χώρα της κατέληξε να έχει δεχθεί από τον Ιανουάριο περισσότερους από 127.000 μετανάστες, αριθμό διπλάσιο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022· ή το γεγονός ότι, εκεί που περιφρονούσε πριν αναλάβει την εξουσία την ΕΕ, χαρακτήρισε προχθές την παρουσία της προέδρου της Κομισιόν στο πλευρό της, στη Λαμπεντούζα, ως «χειρονομία υπευθυνότητας της Ευρώπης απέναντι στον εαυτό της». Θα μπορούσε – μόνο όμως αν δεν βλέπει πιο πέρα από το δάχτυλό του ή / και διακατέχεται από τον ίδιο κρυφό πόθο της καταστροφής της Ευρώπης. Γιατί τον χώρο που άφησε ελεύθερο η Μελόνι αμβλύνοντας κάπως τη ρητορική της, σπεύδει τώρα να τον καταλάβει ο Ματέο Σαλβίνι με την παρέα του, και δη τη Μαρίν Λεπέν. Μπορεί η ετήσια συγκέντρωση της Λέγκας στην Ποντίντα, το Σαββατοκύριακο, με επίτιμη ομιλήτρια την επικεφαλής της γαλλικής Ακροδεξιάς, να επισκιάστηκε από τα γεγονότα στη Λαμπεντούζα, η ηχηρή επαναβεβαίωση της συμμαχίας τους δεν προαγγέλλει όμως τίποτε το θετικό για τις επερχόμενες ευρωεκλογές.
Θα μπορούσε βέβαια κανείς να θεωρήσει τις εξαγγελίες που έγιναν από ή με αφορμή τη Λαμπεντούζα, το «σχέδιο δέκα σημείων» που ανακοίνωσε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τη διαβεβαίωσή της ότι «η παράτυπη μετανάστευση είναι μια ευρωπαϊκή πρόκληση και χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση», ως μία ένδειξη ότι η ΕΕ επιτέλους αφυπνίζεται. Θα μπορούσε – μόνο όμως αν ζούσε σε άλλον πλανήτη τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον χρόνια, και δεν είχε διαπιστώσει πόσο κούφια είναι τα ευχολόγια και πόσο ανεπαρκείς οι πολιτικές που εφαρμόζονται. Το πολυδιαφημισμένο ευρωπαϊκό σύμφωνο για το άσυλο και τη μετανάστευση συζητείται εδώ και σχεδόν τέσσερα χρόνια, υπακούει για μια ακόμα φορά στη λογική του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, και πάλι, ο υποτιθέμενος «μηχανισμός υποχρεωτικής αλληλεγγύης» που περιλαμβάνει καταψηφίστηκε τον Ιούνιο από τους δύο συνήθεις υπόπτους, Ουγγαρία και Πολωνία. Οσο για τη συνεργασία με το όλο και πιο αυταρχικό καθεστώς της Τυνησίας που συμφωνήθηκε τον Ιούλιο και την οποία η Φον ντερ Λάιεν θέλει τώρα να ενισχύσει / επεκτείνει σε άλλες χώρες, η πρόσφατη εισροή στη Λαμπεντούζα απέδειξε ότι πέρα από ανήθικη, είναι και αναποτελεσματική.
Θα μπορούσε κάποιος να γελάσει με τη λύση που πρόκρινε, από την Ποντίντα, ένας από τους υποστηρικτές της Λέγκας που έσπευσε να δει αγκαλιασμένους στη σκηνή τον Σαλβίνι και τη Λεπέν: να επιβληθεί αυστηρός ναυτικός αποκλεισμός, να μεταφερθούν όλοι οι (ιταλοί) κάτοικοι της Λαμπεντούζα στη Σικελία, και να δοθεί το νησί στην Αφρική. Θα μπορούσε.