Τον Ιούλιο του 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ γνώρισε την ήττα μετά τη θητεία ως το κύριο κόμμα συγκυβέρνησης με την Ακροδεξιά. Τότε, είχε λάβει στις εθνικές κάλπες 1.781.057 ψήφους. Φέτος τον Μάιο πήρε 1.184.621 ψήφους σε μία εντυπωσιακή ήττα, ιδίως ως προς τη σχέση κομμάτων που εναλλάσσονται στους ρόλους κυβέρνησης – αντιπολίτευσης. Τελικά, ακόμα και αυτή η ήττα αποδείχθηκε μικρή μπροστά σε εκείνη που ακολούθησε λίγο αργότερα, όταν, τον Ιούνιο φέτος, στις δεύτερες εκλογές, βρέθηκε με μόλις 930.013 ψήφους καθώς τόσοι πολίτες εμπιστεύτηκαν τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος αναγκάστηκε πλέον να υποβάλλει και την παραίτησή του.
Επικυρώθηκε τότε η εντύπωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί πλέον κόμμα εξουσίας, ούτε καν πια και ως κύριος πόλος συγκυβέρνησης καθώς τα νούμερα δεν έβγαιναν. Και αυτή ήταν η τελική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στην έως πρόσφατα μορφή του ως κόμματος ικανού να αποτελέσει κύριο πόλο ανάληψης εξουσίας έστω και σε μορφή συγκυβέρνησης. Γιατί βεβαίως, ως «κυβερνώσα Αριστερά», όπως μονίμως εντελώς παραπλανητικά παρουσιάζεται, ουδέποτε υπήρξε. Η πραγματικότητα είναι ότι η Αριστερά ουδέποτε υπήρξε πλειοψηφική δύναμη στην Ελλάδα. Αυτό είναι δεδομένο και δεν αλλάζει με ιδεολογήματα και λαθραγνώσεις της ιστορίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς συγκυβέρνησε, αλλά αυτό έγινε αποκλειστικά λόγω του δράματος της πτώχευσης που το εκμεταλλεύτηκε αδίστακτα. Εφυγε η τραγωδία, εξέλειπε η «ευκαιρία», έφυγε ο Καμμένος και, πλέον, αποδρομεί με μαθηματική ακρίβεια και ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ηλίου φαεινότερο και δεν το βλέπει μόνον όποιος δεν θέλει να το δει.
Ομως μέγα μέρος του παλιού «επιτελικού» ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει. Προτιμά τις εμμονές του. Προτιμά να ζει στο… 1975, άντε βαριά βαριά στο 1979. Προτιμά την κουλτούρα που αναφέρεται στα ταγάρια, στις μπουάτ, στις παρέες, στις κιθαρίτσες, στις μαζώξεις, στο κρασάκι, στις νοσταλγίες και στις αναμνήσεις, στις ονειροπολήσεις χωρίς αντικείμενο, προτιμά τον κόσμο που είχε φτιάξει στο εφηβικό ψευτοεπαναστατικό μυαλό του, παρά αυτόν που υπάρχει αληθινά γύρω του – και, κυρίως, γύρω μας. Και, ακόμη πιο σημαντικό, γύρω απ’ τα παιδιά μας. Προτιμά έναν κόσμο που δεν υπάρχει, μιας «τριτοδρομικής» αυτοδιαχείρισης των γιουγκοσλάβων οικονομολόγων του Τίτο, που γκρεμίστηκαν αύτανδροι μαζί του. Προτιμά τη διεθνή αλληλεγγύη που έμεινε για πάντα στα χαρτιά των «Γερμανών των προφεσόρων» που έγραφε ο Μπίρμαν. Αλλά δεν δίνει δεκάρα για την πραγματικότητα. Και εκεί ακριβώς είναι που την πάτησε. Γιατί, ξαφνικά, βρέθηκε ο Κασσελάκης και τι έκανε; Κάτι πολύ απλό. Τόσο απλό που είναι αδιανότητα δύσκολο, έως τώρα αδύνατο: το πήρε όλο απ’ την αρχή. Τους άφησε όλους αυτούς απέξω, μαζί με τις φαντασιώσεις τους και όσα λένε. Και πήγε κατευθείαν στον κόσμο.
Ο Κασσελάκης πήγε απευθείας στους πραγματικούς ανθρώπους και τους είπε ότι θα είναι κι εκείνος ένας πραγματικός άνθρωπος που θα κοιτάξει να κάνει την πραγματική δουλειά που χρειάζεται να γίνει. Και τους το είπε με μεγάλη τέχνη και με πολύ πειθώ. Και πολύ καλά προετοιμασμένος. Και σαφώς με ισχύ πίσω του. Αλλά το είπε. Αγνόησε τη σαβούρα του παρελθόντος. Αυτό τον εκτίναξε στην πρώτη θέση. Ασφαλώς είχε στηρίγματα, που είναι προδήλως εικαζόμενα. Αλλά δεν μπορούσε να πετύχει τίποτα αν δεν το ‘χε πρώτα ο ίδιος. Δεν γίνεται. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ, ή όπως αλλιώς θα τον λένε αύριο, δεν καταλάβει ότι είναι η μόνη του ελπίδα να ακολουθήσει τη δαρβινική οδό της εξέλιξης και να επιβιώσει εισερχόμενος έστω και αργά στον 21ο αιώνα, χωρίς να έχει ανάγκη από καταστροφές για να πιαστεί απ’ αυτές και να υπάρξει, τότε πρέπει να προετοιμαστεί για το άμεσο τέλος του. Ομως, όπως όλα δείχνουν, το έχει καταλάβει. Ο κόσμος τουλάχιστον. Αν έχουν λίγο μυαλό, θα το καταλάβουν και οι αριστερομανδαρίνοι του. Γιατί αυτό το τρένο για το αύριο, περνάει μόνο μια φορά…