Ολοι γνωρίζουμε ότι η πολιτεία σε έναν τόπο σεισμογενή όπως είναι η Ελλάδα όρισε υψηλούς συντελεστές ασφαλείας και ότι έχουμε καταφέρει, πληρώνοντας ένα ικανό κόστος, να κατασκευάζουμε κτίρια τόσο γερά που μπορούν να παραμείνουν ανέπαφα, να πάρουν κλίση, ακόμη και να ανατραπούν, μια και αποτελούν ένα σώμα μαζί με τα θεμέλιά τους, αν το έδαφος που εντάσσονται αποδειχθεί ανεπαρκές να τα υποδεχθεί, ιδιαίτερα σε περιοχές ευάλωτες σε πλημμυρικά φαινόμενα, όπως δίπλα στα ρέματα (φωτο 1, 2). Η αντοχή του εδάφους είναι συνήθως γνωστή εκ των προτέρων. Υπάρχουν βέβαια και οι γεωτεχνικές μελέτες που θα έπρεπε να προηγηθούν της ανοικοδόμησης. Σπάνια όμως προηγούνται, ιδιαίτερα στην επαρχία, όπου μηχανικοί και ιδιοκτήτες ενίοτε συνωμοτούν, παραπλανούν την πολεοδομία με ασυνεπείς υπεύθυνες δηλώσεις περί καταλληλότητας του οικοπέδου, και με την ελπίδα ότι το κτίριο είναι γερό και θα αντέξει, προχωρούν με τη λογική τού «πάμε και όπου βγει». Οσο για τον περιβάλλοντα χώρο, τις μάντρες, τα τοιχία αντιστήριξης και προστασίας, που η αντοχή τους δεν ελέγχεται στατικά, συχνά πραγματοποιούνται επιπολαίως και αυτοσχέδια με τον εργολάβο, ευάλωτα να αντέξουν τις όποιες εχθρικές επιθέσεις της φύσης. Και σε περίπτωση που επέλθει η καταστροφή, όλοι προστρέχουν στις αποζημιώσεις.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ