Στο κόμμα επικρατούσε ζόφος. Οι δύο εκλογικές ήττες ήταν βαριές, η εξουσία απομακρυνόταν οριστικά και μακροπρόθεσμα, υπήρχε άμεσος κίνδυνος ακόμη και εκτοπισμού από το ΠΑΣΟΚ. Η ανανέωση της ηγεσίας ήταν μονόδρομος. Αλλά το ενδιαφέρον για την εκλογή του διαδόχου του Αλέξη Τσίπρα ήταν μικρό. Αλλωστε η έκβαση της μάχης ήταν δεδομένη, η Εφη Αχτσιόγλου θα ήταν η επόμενη αρχηγός. Πώς θα νομιμοποιούνταν όμως η εκλογή της αν η συμμετοχή ήταν, όπως όλα έδειχναν, πολύ περιορισμένη;

Και τότε εμφανίστηκε σαν μετεωρίτης στην αριστερή πολιτική σκηνή ένας 35χρονος επιχειρηματίας. Ερχόταν από την Αμερική, ελάχιστοι τον γνώριζαν, κι ας είχε δοκιμάσει ανεπιτυχώς την τύχη του στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Συστήθηκε λοιπόν με το μικρό του όνομα. Μίλησε για τη διαδρομή του, πώς έφυγε από την Ελλάδα, αλλά και γιατί πιστεύει στο «ελληνικό όνειρο». Βεβαίωσε ότι έχει όλα τα προσόντα να νικήσει τον Μητσοτάκη, άλλωστε μιλάει «καλύτερα αγγλικά από κείνον». Και κάλεσε τους συντρόφους του να τον στείλουν στο τιμόνι του κόμματος για να τα αλλάξει όλα.

Η αρχική δυσπιστία έδωσε τη θέση της στο ενδιαφέρον. Ο Στέφανος Κασσελάκης δεν είχε τον ξύλινο λόγο άλλων αριστερών. Δεν ήταν αντισυστημικός, κάτι που δοκιμάστηκε και απέτυχε, αλλά αντισυμβατικός, κάτι που φάνηκε και από το γεγονός ότι δημοσιοποίησε εξαρχής τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Δεν είχε έτοιμες λύσεις. Και, το κυριότερο, δεν εξέπεμπε τη θλίψη της ήττας, αλλά την ελπίδα της νίκης.

Πολλοί τον αμφισβήτησαν. Αλλοι ενοχλήθηκαν από το θράσος του: μα πώς τολμά ένας «εφοπλιστής» να διεκδικεί την ηγεσία ενός κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς; Η απάντηση που έδωσε ο Κασσελάκης την περασμένη Κυριακή ήταν διπλή: η πρώτη θέση που κατέλαβε, με μεγάλη διαφορά από τη δεύτερη, και η απροσδόκητα υψηλή συμμετοχή στην ψηφοφορία. Ακόμη κι οι αντίπαλοί του παραδέχθηκαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έμπαινε ξανά δυναμικά στο παιχνίδι.

Οποιος κι αν βγει νικητής στον αυριανό δεύτερο γύρο, θα εργαστεί σκληρά για να αποκτήσει ξανά η χώρα αξιωματική αντιπολίτευση. Ο Στέφανος Κασσελάκης δείχνει να βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να πετύχει αυτόν τον στόχο. Γιατί στην πολιτική, όπως και στη ζωή, η ψυχολογία παίζει καταλυτικό ρόλο.