Αν άνοιγαν οι λογαριασμοί. Αν έμπαινε πλαφόν στα κέρδη επιχειρήσεων. Αν φορολογούνταν περισσότερο τα εταιρικά κέρδη. Αν γίνονταν περισσότεροι έλεγχοι. Οι πολίτες ακούν με πολύ ενδιαφέρον τη δημόσια συζήτηση για τη φοροδιαφυγή και την ακρίβεια και νιώθουν ένα deja vu. Ολα τα μέτρα που προτείνονται νιώθουν ότι τα έχουν ξανακούσει. Και αυτό είναι αλήθεια. Και λογαριασμοί έχουν ανοίξει. Και πλαφόν μπαίνει κατά περίπτωση. Και την πολύ υψηλή φορολογία έχουμε δοκιμάσει καταστρέφοντας την επιχειρηματικότητα για μια δεκαετία στη χώρα και έλεγχοι – κυρίως ηλεκτρονικοί – γίνονται. Το πρόβλημα είναι άλλο.ΟΌτι όλα αυτά δεν συνδέονται μεταξύ τους. Δεν αποτελούν, δηλαδή, μέρος ενός οργανωμένου σχεδίου. Λογαριασμοί ανοίγουν, αλλά μόνο όταν υπάρχει υποψία ή ένδειξη φοροδιαφυγής, εφόσον νωρίτερα πέσουν στο δείγμα του ελέγχου ή χτυπήσει κάποιο ηλεκτρονικό καμπανάκι. Και αν ανοίξουν, πάλι οι «μαύρες» συναλλαγές δεν θα βρεθούν όσο παραμένουν τα μετρητά ο βασιλιάς των συναλλαγών.
Πλαφόν έχει μπει τα τελευταία χρόνια στο περιθώριο κέρδους των πρατηρίων με αφορμή την αύξηση των τιμών του πετρελαίου το 2021. Βρίσκεται ακόμα σε ισχύ. Πρόσφατα, με αφορμή της κερδοσκοπικές τάσεις σε συγκεκριμένα προϊόντα από τις πλημμύρες, μπήκαν και άλλα πλαφόν στα περιθώρια κέρδους. Κάποιοι λένε ότι αποτελεί δώρον άδωρο το κράτος να βάζει πλαφόν μόνο σε ένα κομμάτι της αγοράς, τη λιανική, την ώρα που οι τιμές διαμορφώνονται ένα στάδιο νωρίτερα στη χονδρική. Λογικά έχουν δίκιο, αλλά και πάλι κάτι θα του ξέφευγε ενός κράτους που σε θεσμικό επίπεδο βρίσκεται πολύ πίσω.
Σίγουρα άδικο έχουν όσοι ισχυρίζονται ότι οι εταιρείες φορολογούνται λίγο στην Ελλάδα. Αυτοί που το λένε δεν θυμούνται ότι έως το 2019 ένας κανονικός ως προς τις απολαβές «συνέταιρος» – το κράτος – είχε εγκατασταθεί σε κάθε ελληνική εταιρεία και απορροφούσε περίπου λίγο κάτω από το μισό των κερδών τους. Προφανώς κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι στη γεωγραφική θέση που βρισκόμαστε και τα πολλά άλλα προβλήματα (αδειοδοτήσεις, γραφειοκρατία κ.λπ.) που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις θα υπήρχε όλη αυτή η επενδυτική άνοιξη στη χώρα αν δεν υπήρχαν οι χαμηλοί συντελεστές. Μια δοκιμή θα μας έπειθε, αλλά αυτή έγινε σχετικά πρόσφατα, το 2010, και οδήγησε σε ρεκόρ εταιρικών λουκέτων και επίπεδα ανεργίας (μαζί με άλλους λόγους) αστρονομικών επιπέδων. Το θέμα είναι οπότε τι μπορούμε να κάνουμε. Είναι μια χαμένη υπόθεση η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής; Σίγουρα δεν υπάρχει το ένα μαγικό μέτρο, η μια πολιτική απόφαση που θα έλυνε το πρόβλημα. Είναι σαφές ότι κάθε μέτρο, από μόνο του, θα ήταν στην καλύτερη περίπτωση ημίμετρο.
Στην Ελλάδα ξεκίνησε μια πολύ σοβαρή μεταρρύθμιση, η πιο σημαντική στα μνημονιακά χρόνια, που ήταν η δημιουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Αυτή η μεταρρύθμιση οφείλει να ολοκληρωθεί. Τα εργαλεία υπάρχουν. Πλέον χρειάζεται να πάμε στο επόμενο βήμα, στην ακόμα πιο ισχυρή θεσμική της θωράκιση, στην ακόμα μεγαλύτερή της ανεξαρτησία, με περισσότερο προσωπικό, με καλύτερα μέσα. Το μεγάλο ωστόσο βήμα θα είναι η απλοποίηση των φορολογικών διατάξεων που καλείται να εφαρμόσει. Σε αυτές τις διατάξεις «κρύβεται» μεγάλο μέρος της φοροδιαφυγής. Αυτές οι διατάξεις δένουν τα χέρια των ελεγκτών και ταλαιπωρούν χωρίς λόγο τους συνεπείς φορολογουμένους.