Για λόγους άσχετους προς όσα συμβαίνουν αυτή την εποχή, την περασμένη εβδομάδα διάβαζα το βιβλίο Πιστεύοντας εις το Μέλλον, (Αθήναι, 1966), αυτοβιογραφικό έργο του ενός από τους δύο ιδρυτές της «Πειραϊκής-Πατραϊκής» Χριστόφορου Κατσάμπα. Μετά το τέλος του εμφυλίου επιδίδεται σε διεθνή αγώνα δρόμου εξασφάλισης κεφαλαίων για την αγορά σύγχρονων κλωστικών-υφαντικών μηχανών. Αρχές Ιανουαρίου 1955, συναντάται με το πρέσβη του Βελγίου στην Ελλάδα, Rémy Baert. Ο βιομήχανος, εντυπώσιάζεται από την «εμπορικότηταν» του πρέσβη: «Ήλθον να γνωρίσω διπλωμάτην και ευρέθην προ εμπόρου μεγάλης ολκής», του λέει.
Και ο πρέσβης απαντάει (σ. 310):
Τα μικρά κράτη μόνον εμπορικές συναλλαγές δύνανται να κάμουν και όχι εξωτερικήν πολιτικήν, η οποία είναι δια τους Μεγάλους.
Ο Κατσάμπας δεν σχολιάζει την απάντηση του Baert, γράφει μόνο ότι «διετήρησε μεγάλη φιλία μαζί του». Υποπτεύομαι όμως ότι η αναφορά είναι εύγλωττο πικρό σχόλιο γεγονότων εκείνης της εποχής.
Κατά τη δεκαετία του 1950 το Βέλγιο είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθός του και είχε παραιτηθεί από την αποικιακή του κληρονομιά. Η Ελλάδα, αντιθέτως, την προηγούμενη χρονιά (1954) είχε καταθέσει την πρώτη –αποτυχημένη, όπως και όλες οι επόμενες – προσφυγή της στον ΟΗΕ για την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Παρά την αποτυχία, ξεχειλίζοντας από γενναιότητα και πατριωτισμό η κυβέρνηση Παπάγου, την 1η Απριλίου 1955, τρεις μήνες μετά τη συνάντηση Κατσάμπα- Baert, οργανώνει μέσω της ΕΟΚΑ «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα» υπέρ της ελλαδικής επέκτασης. Πρώτο συμβάν, τέσσερις μήνες μετά, το πογκρόμ της 6ης Σεπτεμβρίου στην Πόλη· τελικό και μοιραίο, η εισβολή του 1974.
Μετά εβδομήντα χρόνια δημιουργείται πολιτικό ζήτημα γιατί ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κύριος Κασσελάκης μπερδεύτηκε και αποκάλεσε «κρατίδιο» την Kuzey Kıbrıs Türk Cumhuriyet – ενώ πρέπει να λέγεται «ψευδοκράτος» στην ελληνική διπλωματική αργκό· «κρατίδιο» στην ίδια διάλεκτο ήταν η Βόρεια Μακεδονία.
Αλλά ακόμη και όσοι δεν γνωρίζουν τις arcanes της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής κατανοούν πολύ καλά γιατί στηρίζεται σε άτομα όπως ο στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ –δεν φαίνονται πολλά τα ψωμιά του– ή ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, που προφανώς έφαγε τα δικά του: δεν μπορούμε να βρούμε καλύτερους. Οι καλύτεροι, είτε είναι σοφότεροι και δεν αναλαμβάνουν χαμένες υποθέσεις είτε είναι απλώς ακριβότεροι.
Η Ελλάδα, μικρή και επιπλέον χρεοκοπημένη χώρα, δεν μπορεί να προσλάβει καλύτερους. Eτσι, διαφημίζεται προς εσωτερική κατανάλωση η συμμαχία «τρία συν ένα» στην Ανατολική Μεσόγειο με πυλώνες τους φτηνιάρικους Μενέντεζ-Χαφτάρ, ενώ η Τουρκία ετοιμάζει εκεί κοινές γεωτρήσεις με το Ισραήλ. Μήπως είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος και την κατάσταση της Ελλάδας και να αρχίσουμε να διορθώνουμε λάθη 70 ετών;