Ας κάνουμε μια τολμηρή υπόθεση για την οποία πρέπει να επιστρέψουμε στο 2004, τη στιγμή που σβήνει η φλόγα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Η κυβέρνηση λαμβάνει μια απόφαση που καταγγέλλεται ως σκανδαλώδης και σηκώνει τσουνάμι διαμαρτυριών. Αποφασίζει να δώσει τη διαχείριση του ΟΑΚΑ σε ιδιώτες ή, αν το βρίσκετε προκλητικό, να συστήσει μια εταιρεία που θα «τρέχει»την εγκατάσταση με επιχειρηματικά κριτήρια. Οι όροι της σύμβασης προβλέπουν ότι ο ανάδοχος διασφαλίζει τη φθηνή και απρόσκοπτη πρόσβαση του κοινού, ενώ παράλληλα είναι υπεύθυνος για τη συντήρηση του έργου. Το έκαναν οι Αυστραλοί στο Σίδνεϊ μόλις ολοκληρώθηκαν οι Αγώνες του 2000. Μισό λεπτό. Θα μπορούσε, πράγματι, να λειτουργήσει το ΟΑΚΑ υπό συνθήκες ιδιωτικού τομέα; Ασφαλώς. Ολόκληρο το σύμπλεγμα των εγκαταστάσεων εκτός από τεράστιους χώρους προσφέρει και επιχειρηματικές ευκαιρίες αντίστοιχου μεγέθους. Οι δυνητικές χρήσεις είναι απεριόριστες. Υπό διαφορετικό καθεστώς διαχείρισης, το ΟΑΚΑ θα ήταν το σημαντικότερο hot spot της πρωτεύουσας.
Αν, λοιπόν, στη θέση μιας διορισμένης διοίκησης είχαμε ιδιωτικό management, πιθανότατα τώρα δεν θα συζητούσαμε για τη στέγη του Καλατράβα. Ωστόσο η διοίκηση του ΟΑΚΑ τοποθετείται από τις κυβερνήσεις. Πρόκειται, δηλαδή, για στελέχη που διορίστηκαν και, ουσιαστικά, δεν πρόκειται να αξιολογηθούν, εκτός και αν κάνουν καμιά χοντρή γκάφα. Επίσης τα κονδύλια για τις επισκευές και τη συντήρηση εκταμιεύονται μόνο έπειτα από υπουργική υπογραφή. Το κόστος για τη συντήρηση της στέγης από τον κατασκευαστή ανέρχεται στα 20 εκατ. ευρώ ετησίως. Συγγνώμη, αλλά κανένας υπουργός δεν υπογράφει εύκολα κάτι τέτοιο.
Αυτή τη στιγμή το ΤΑΙΠΕΔ εκπονεί μελέτη για την αξιοποίηση και την ανάπτυξη του ΟΑΚΑ στο πλαίσιο μιας στρατηγικής με επιχειρηματική οπτική. Αργήσαμε περίπου είκοσι χρόνια. Το ερώτημα είναι αν μετά από είκοσι χρόνια, προς το μέσο του αιώνα, το ΟΑΚΑ θα είναι ένα από τα καλύτερα «πάρκα» ψυχαγωγίας και αθλητισμού της Ευρώπης ή, τελικά, θα παραμείνει ένας μεταλλικός δεινόσαυρος. Αν, δηλαδή, θα περαστεί νέο χρώμα στις αρθρώσεις του ή θα το σιγοτρώνε η σκουριά και η φθορά.
Μπέρδεψε τις δόσεις
Το μέτρο πρέπει να χάθηκε το βράδυ της εκλογικής νίκης, δηλαδή τη στιγμή που ο κρουπιέρης σπρώχνει μπροστά στον Στέφανο Κασσελάκη τις μάρκες με τα τρελά κέρδη. Ακολούθησαν οι ευχαριστίες προς τον Τάιλερ (που θα βοηθήσει, λένε, στην αναδιάρθρωση των ΜΕΘ…), οι δηλώσεις των γονιών, το αυτάρεσκο παιχνίδι με την κάμερα. Κάπου εκεί ο μέσος ψηφοφόρος πρέπει να έπιασε το τηλεκοντρόλ. Αυτό αποτυπώθηκε και στις δημοσκοπήσεις. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είδε στις μετρήσεις αυτό που κατέγραψε η τηλεθέαση. Και ο λόγος είναι απλός. Ο Κασσελάκης κάπου μπέρδεψε τις δόσεις ανάμεσα στην επικοινωνία και στην πραγματική πολιτική. Διότι οι βόλτες με το σκυλάκι είναι καλές για να σε γνωρίσει ο κόσμος. Οταν όμως τροφοδοτείς το κοινό μόνο με την εικόνα σου, και μάλιστα σε υπερβολικό βαθμό, κάποια στιγμή είναι λογικό να πατηθεί το κουμπί που αλλάζει κανάλι. Επικοινωνιακά, ο Κασσελάκης φούσκωσε τόσο πολύ, ώστε κινδυνεύει να σκάσει. Πολιτικά όμως, προς το παρόν, παραμένει επίπεδος, flat. Ενα παιδί με θράσος.
Δήλωση υποψηφίου
«Γιατί είμαι ψώνιο και ο δείκτης της αυταρέσκειάς μου έχει φτάσει στα κόκκινα. Δεν έχω ιδέα τις ακριβώς συμβαίνει στην πόλη, αλλά ούτε και ένα πλαίσιο ρεαλιστικών προτάσεων. Κατεβαίνω υποψήφιος διεκδικώντας επιβεβαίωση και προβολή. Να γίνω ένας μικρός Κέβιν Σπέισι από το “House of Cards” και να σπείρω μια προοπτική για το μέλλον. Και πού ξέρεις; Μπορεί στο μέλλον να με δεις και σε κομματικό ψηφοδέλτιο». Αν βρεθεί έστω και ένας υποψήφιος για τις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να βάλει την υπογραφή του κάτω από την παραπάνω δήλωση, υπόσχομαι να τον στηρίξω με κάθε τρόπο. Μέχρι τότε, η κιτσάτη επίδειξη επικοινωνιακών ερασιτεχνισμών στα social media με κρύο χιούμορ και υποκριτική διάθεση αυτοσαρκασμού θα θέτει τον αντίχειρα επί της οθόνης με κύλιση προς τα πάνω. Να περάσει ο επόμενος.