Προσπαθώ να καταλάβω (και δεν τα καταφέρνω) γιατί να ενοχλείται κάποιος από τη δυνατότητα ομόφυλων ζευγαριών να παντρευτούν. Και το λέω γιατί δεν έχω δυσκολία να καταλάβω τη δυσανεξία/δυσφορία/ανησυχία/επιφύλαξη πολλών συμπολιτών μου για πολλά θέματα που άπτονται της κοινής μας συμβίωσης, του κοινού μας μέλλοντος ως κοινωνίας, των κοινών προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν στις παρούσες και μελλοντικές γενιές από πρωτοτυπίες, πρωτοβουλίες και κοινωνικά πειράματα. Αλλά δεν καταφέρνω, όσο κι αν προσπαθώ, να καταλάβω πώς μπορεί να ενοχλεί/προσβάλλει /αφορά οποιονδήποτε τι κάνουν δυο συναινούντες ενήλικοι που επιθυμούν να θεσμοθετήσουν τα του ατομικού βίου τους: τα περιουσιακά, κληρονομικά, κοινωνικά, προσωπικά.
Και πιο συγκεκριμένα, ένας γάμος: που στις δυτικές μας κοινωνίες είναι είδος πιο απειλούμενο κι από τη χελώνα καρέτα-καρέτα, πιο δοκιμαζόμενο κι από το ρούβλι, πιο αμφίβολης αντοχής κι από τους παγετώνες της Ανταρκτικής (στην Ελλάδα, ανά χίλιους κατοίκους σημειώνονται αναλογικά περίπου 5 γάμοιπρος 2 διαζύγια). Πολλοί γάμοι έχουν απαγορευτεί ή απαγορεύονται (απαγορεύεται π.χ. αυστηρά από την Εκκλησία μας ο γάμος μεταξύ χριστιανού και αλλόθρησκου), αλλά ποιον μπορεί να απειλεί σήμερα ένας γάμος δυο συναινούντων ενηλίκων;
Α, θα μου πει κάποιος: όχι δυο οποιωνδήποτε ενηλίκων. Δυο ομοφύλων. Δηλαδή; θα ρωτούσα εγώ. Δηλαδή (θα μου απαντούσε) δυο ανδρών ή δυο γυναικών. Δηλαδή; θα ξαναρωτούσα. Δηλαδή (θα μου απαντούσε) «γάμος εστί ένωσις ανδρός και γυναικός και συγκλήρωσις του βίου παντός, θείου τε και ανθρωπίνου δικαίου κοινωνία» σύμφωνα με τον ορισμό του (μη-χριστιανού) ρωμαίου νομοδιδασκάλου του 3ου αιώνα Μοδεστίνου. Μα, θα απαντούσα εγώ, ο Μοδεστίνος δεν ενέκρινε ούτε το διαζύγιο, έτσι θα το πάμε; Και ο δικός μας Αστικός Κώδικας, σε ό,τι αφορά τον πολιτικό γάμο, αναφέρεται σε «μελλόνυμφους» χωρίς αναφορά σε φύλο. Αυτό είναι (θα μου απαντούσε) επειδή η ομοφυλοφιλία δεν είχε απασχολήσει τους συντάκτες του Κώδικα, ως αυτονόητα ανύπαρκτη. Ομως συνεχίζω να μην καταλαβαίνω.
Οποιος κι αν είναι ο σκοπός ενός γάμου, «η τελετή με την οποία συνιστάται και αναγνωρίζεται μια νόμιμη γενετήσια ένωση που θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας οικογένειας» (wikipedia) ή επειδή «καμία ένωση δεν είναι πιο βαθιά, γιατί ο γάμος ενσωματώνει τα υψηλότερα ιδεώδη της αγάπης, της πίστης, της αφοσίωσης, της θυσίας και της οικογένειας» (απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ του 2014, που χορήγησε το δικαίωμα γάμου στους ομόφυλους), αφορά δυο συναινούντες ενηλίκους. Μόνο. Αν κάτι παραμένει λίγο δυσνόητο είναι γιατί κάποιοι επιμένουν να θέλουν να παντρευτούν, αλλά έτσι είναι με τα αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώματα: κάποιοι ευτυχώς επιμένουν. Ισως επειδή, με τα λόγια του αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου, οι ομόφυλοι «σέβονται τον θεσμό του γάμου και μάλιστα τόσο βαθιά ώστε να επιδιώξουν να το εκπληρώσουν για τον εαυτό τους για να αυτο-ολοκληρωθούν. Η ελπίδα τους είναι να μη καταδικαστούν να ζουν μια ζωή στη μοναξιά, αποκλεισμένοι από έναν από τους παλαιότερους θεσμούς. Ζητούν ίση αξιοπρέπεια στα μάτια του νόμου».
Σε όλα αυτά, πάντως, εγώ ένα πράγμα καταλαβαίνω καλά: ότι η παρούσα ελληνική κυβέρνηση παγώνει τον γάμο των ομοφύλων επειδή μετράει ψήφους. Επειδή οι συναρμόδιοι υπουργοί αλλά και (40) βουλευτές της αρνούνται να συνυπογράψουν τον νόμο, κι επειδή διαφαίνεται τόσο η άνοδος ποσοστών της Ακροδεξιάς όσο και η πιθανή μη-υπερψήφιση του νόμου από τον νέο αρχηγό της αντιπολίτευσης («Το Βήμα», 2/10/23). Ναι, αυτό το καταλαβαίνω. Τα ψηφαλάκια που δεν βγαίνουν, αχ πόσο καλά έχουμε μάθει να τα καταλαβαίνουμε.
Δυο άνθρωποι θέλουν να παντρευτούν. Από αγάπη, από ελπίδα, από ψευδαισθήσεις, από πρακτική ανάγκη, από κέφι για ένα τρελό πάρτι, από πίστη σε έναν θεσμό, από συμφέρον, από βαθύ έρωτα. Από τους ίδιους ακριβώς λόγους που ορίζουν όλους μας. Και μπορεί να λέγονται άνδρας και γυναίκα, άνδρας και άνδρας, γυναίκα και γυναίκα. «Και τι σημαίνει τ’ όνομα; Τ’ άνθος που λέγουν ρόδο, μ’ όποια λέξη κι αν το πουν, το ίδιο ωραία θα μυρίζει» έγραψε πριν πολλά-πολλά χρόνια ο βάρδος που απογείωσε τον έρωτα – αλλά και τις κάθε λογής δειλίες, μικροψυχίες και ήττες.